Υγεία: Τεχνητός δίσκος δίνει λύση στην αυχενική δισκοκήλη
Λύση στο πρόβλημα της εκφύλησης και της δημιουργίας νέων δισκοκηλών, μετά από πρόσθια αυχενική σπονδυλοδεσία, δίνει πλέον η τοποθέτηση τεχνητού δίσκου (ολική αρθροπλαστική αυχενικού δίσκου)!
Αυτό αποδεικνύουν τα νέα στατιστικά στοιχεία, που αφορούν τα μακροχρόνια πλεονεκτήματα της μεθόδου αυτής και τα οποία παρουσιάστηκαν στο 15ο Πανελλήνιο Συνέδριο Σπονδυλικής Στήλης που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, με διεθνή συμμετοχή.
«Πράγματι η μέθοδος αυτή (ολική αρθροπλαστική αυχενικού δίσκου) με την αντικατάσταση του ανθρώπινου δίσκου από τεχνητό μειώνει σε μεγάλο βαθμό την δημιουργία ή επιδείνωση δισκοπάθειας στο παρακείμενο της σπονδυλοδεσίας επίπεδο και το νέο χειρουργείο» αναφέρει ο διακεκριμένος νευροχειρουργός, με μεγάλη εμπειρία στις επεμβάσεις σπονδυλικής στήλης, κύριος Θεολόγος Θεολόγου, διευθυντής της Νευροχειρουργικής Κλινικής στην κλινική Λευκός Σταυρός.
Κι αυτό, όπως εξηγεί ο κύριος Θεολόγος, είναι γιατί «Ο τεχνητός δίσκος, ο οποίος μιμείται τις ιδιότητες του ανθρώπινου δίσκου, επιτρέπει την κίνηση ανάμεσα στους γειτονικούς σπονδύλους. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η φθορά του γειτονικού διαστήματος και άρα η ανάγκη για δεύτερη επέμβαση σε μερικά χρόνια».
Σύμφωνα όμως με τα όσα ανέφεραν στο συνέδριο κορυφαίοι νευροχειρουργοί χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, στην επιλογή των ασθενών που θα υποβληθούν στη μέθοδο αυτή.
Συγκεκριμένα είναι αναγκαίο να δοθεί μεγάλη σημασία στις ενδείξεις που πρέπει να τίθενται από τον χειρουργό για την πραγματοποίηση της μεθόδου αυτής.
« Οι ενδείξεις, σύμφωνα με όλες τις διεθνείς μελέτες, αναφέρει ο κύριος Θεολόγος, πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυστηρές. Μόνο ασθενείς με δισκοκήλες που είναι μαλακές χωρίς την ύπαρξη οστεοφύτων και χωρίς αστάθεια ενδείκνυται για την τοποθέτηση τεχνητού δίσκου.
Αντίθετα ασθενείς με αυχενική σπονδύλωση και ύπαρξη στενώσεων ή οστεοφύτων, ή με σπονδυλοαρθροπάθεια ή αστάθεια, δεν έχουν καμία ένδειξη τοποθέτησης τεχνητού αυχενικού δίσκου. Το αντίθετο μάλιστα. Υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα στους ασθενείς αυτούς να επιδεινωθούν τα συμπτώματά τους».
Και ο διακεκριμένος Έλληνας νευροχειρουργός καταλήγει «Χρειάζεται λοιπόν προσοχή στην επιλογή των ασθενών έτσι ώστε αυτοί πραγματικά να επωφεληθούν από τα πλεονεκτήματα της τοποθέτησης ενός τεχνητού δίσκου. Φυσικά θα πρέπει να αναφέρουμε το ρόλο που παίζει και η εμπειρία του χειρουργού στο να διακρίνει ποιοι ασθενείς έχουν ένδειξη για αυτή τη μέθοδο καθώς και στην τεχνική επιτυχία του χειρουργείου».
Αξίζει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με επιστημονικά δεδομένα, ενα σημαντικό ποσοστό των ασθενών (περίπου το 16%) που υποβάλλονται σε πρόσθια αυχενική σπονδυλοδεσία θα αναπτύξουν συμπτώματα από τους παρακείμενους στη σπονδυλοδεσία δίσκους σε βάθος χρόνου 10 ετών μετά την χειρουργική επέμβαση.
Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό από αυτούς, που μπορεί να φτάσει σύμφωνα με νεότερες στατιστικές μελέτες, το 70% ,θα χρειαστούν νέα χειρουργική επέμβαση.
Η ολική αρθροπλαστική αυχενικού δίσκου, που χρησιμοποιείται τα τελευταία 15 χρόνια και εξελίσσεται (πάντα με τη βοήθεια της τεχνολογίας) αντιμετωπίζει την υποτροπή αυτή με μεγάλη επιτυχία.
Η επιτυχία της μεθόδου αυτής έγκειται στη φιλοσοφία της που θέλει όσο το δυνατόν καλύτερη και πληρέστερη διατήρηση της κίνησης της σπονδυλικής στήλης. Επιτυγχάνεται, με την αντικατάσταση του ανθρώπινου δίσκου με έναν τεχνητό.
Τέλος, έχει μεγάλη σημασία να αναφερθεί ότι στο 15ο Πανελλήνιο Συνέδριο Σπονδυλικής Στήλης, με μετα-ανάλυση των διεθνών βιβλιογραφικών και στατιστικών δεδομένων, μετά από πρόσθια αυχενική δισκεκτομή και σπονδυλοδεσία, περίπου το 6% των ασθενών θα χρειαστούν νέα χειρουργική επέμβαση στο μέλλον. Με την τοποθέτηση τεχνητού αυχενικού δίσκου αντί για σπονδυλοδεσία, το ποσοστό αυτό πέφτει στο μισό, περίπου 3,1%!