Συμφωνία στη Σύνοδο για ευελιξία στο Σύμφωνο προς όφελος της ανάπτυξης

Την ανάγκη η δημοσιονομική εξυγίανση να συμβαδίζει με την ανάπτυξη και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αναφέρουν στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου οι 28 Ευρωπαίοι ηγέτες κάνοντας ένα βήμα προς την «ευελιξία» του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

«Δίνουμε τη δυνατότητα της καλύτερης δυνατής χρήσης του ΣΣΑ για να προωθηθεί η ανάπτυξη, να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα μέσω μεταρρυθμίσεων», δήλωσε ο Πρόεδρος της ΕΕ, Χέρμαν Φαν Ρομπάι, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, λίγο μετά τη λήξη του Συμβουλίου.

Ο Χ. Ρομπάι ξεκαθάρισε, ωστόσο, ότι οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας παραμένουν ως έχουν, ενώ από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μπαρόζο υπογράμμισε ότι κανένας Ευρωπαίος ηγέτης δεν ζήτησε την αλλαγή τους.

Συγκεκριμένα, στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επισημαίνεται ότι λόγω των σταθερά υψηλών επιπέδων του χρέους και της ανεργίας και της χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης, πρέπει να συνεχισθεί η εφαρμογή «ευνοϊκής προς την ανάπτυξη και διαφοροποιημένης δημοσιονομικής εξυγίανσης». Πάντως, οι ηγέτες αναφέρουν ρητά ότι «σεβόμαστε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης».

Επισημαίνεται επίσης ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την οικονομική ανάπτυξη και βελτιώνουν τη σταθερότητα των δημοσίων οικονομικών, «αξιοποιώντας βέλτιστα την εγγενή ευελιξία των ισχυόντων κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης».

Η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του πλαισίου διακυβέρνησης της ΕΕ έως τις 14 Δεκεμβρίου 2014.

Οι 28 στα συμπεράσματά τους τονίζουν επίσης ότι η ανάκαμψη παραμένει εύθραυστη και άνιση και ότι «πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της ανάπτυξης, προκειμένου να αυξηθεί το αναπτυξιακό δυναμικό της Ευρώπης και να δημιουργηθούν περισσότερες και καλύτερες θέσεις απασχόλησης».

Ακόμη υπογραμμίζουν ότι απαιτείται ενισχυμένη δράση για μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας, μεταρρύθμιση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών και των δημοσίων διοικήσεων και βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.