Η Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς (“η Αρχή”), προβαίνει στην πιο κάτω Ανακοίνωση:
Άρση της Απαγόρευσης Δημοσιοποίησης Πληροφοριών Αναφορικά με Έρευνες της Αρχής
- Δυνάμει της νομοθεσίας που προνοεί για τη σύσταση και λειτουργία της Αρχής (Ν.19(I)/2022), επιβάλλεται απαγόρευση δημοσιοποίησης πληροφοριών οι οποίες λαμβάνονται στα πλαίσια της αποστολής της, χωρίς την εξασφάλιση της έγκρισης του Επιτρόπου Διαφάνειας.2
- Στην παρούσα περίπτωση, ο Επίτροπος ενέκρινε την άρση απαγόρευσης και η Αρχή, σε Συνεδρία της, αποφάσισε την έκδοση της παρούσας Ανακοίνωσης.
3. Η αιτιολογία του Επιτρόπου για την πιο πάνω άρση, είναι ότι στην παρούσα περίπτωση είχε ήδη δοθεί μεγάλη δημοσιότητα και είχαν δημοσιευτεί προσωπικά δεδομένα και λεπτομέρειες των 3 Καταγγελιών, οπότε για σκοπούς διαφάνειας θεωρήθηκε ορθό όπως δημοσιοποιηθούν και τα αποτελέσματα των Ερευνών.
Οι Καταγγελίες
4. Οι Καταγγελίες υπεβλήθησαν στον Γενικό Ελεγκτή ανώνυμα, ο οποίος έκρινε ότι εφόσον αυτές δεν εμπίπτουν εντός των δικών του αρμοδιοτήτων αλλά αφορούν σε θέματα διαφθοράς, τις προώθησε στην Αρχή.
5. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τις περιπτώσεις 3 φυσικών προσώπων τα οποία αντιμετώπιζαν ποινικές υποθέσεις για τις οποίες ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, κ. Σάββας Αγγελίδης, καταχώρισε αναστολή ποινικής δίωξης.
6. Οι ισχυρισμοί οι οποίοι εμπεριέχονται στις εν λόγω Καταγγελίες είναι ότι ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας συνδεόταν φιλικά και επαγγελματικά με τους εν λόγω Κατηγορουμένους, σε χρόνο πριν το διορισμό του ως Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας και λόγω ασυμβίβαστου θα έπρεπε να είχε εξαιρεθεί από την εξέταση και λήψη απόφασης για τις υποθέσεις τους, εάν υπήρχαν αλλότρια κίνητρα για τη λήψη των συγκεκριμένων αποφάσεων για αναστολή ποινικής δίωξης. Οι δε ενέργειες του αυτές δυνατόν να αποτελούν κατάχρηση εξουσίας, αδίκημα το οποίο αποτελεί αδίκημα διαφθοράς.
Προκαταρκτική Εξέταση
7. Η Αρχή, προβαίνοντας σε Προκαταρκτική Εξέταση των πιο πάνω ισχυρισμών ως προνοείται από την κείμενη νομοθεσία και Κανονισμούς έλαβε υπ’ όψιν, αφενός τη νομολογία για ύπαρξη ανέλεγκτου στις εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέως (στην παρούσα περίπτωση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως) για αναστολή ποινικών διώξεων και αφετέρου τους ισχυρισμούς που εμπεριέχονται στις Καταγγελίες.
8. Η Αρχή, αξιολογώντας όλα τα δεδομένα, αποφάσισε να προχωρήσει στη διεξαγωγή Έρευνας για τις πιο πάνω Καταγγελίες και διόρισε ως Λειτουργούς Επιθεώρησης τους:
- George Kampanella, Solicitor από το Λονδίνο,
- Tanveer Qureshi, Barrister από το Λονδίνο,
- Γιώργο Λιασίδη, Δικηγόρο από τη Λευκωσί
Η Έρευνα
9. Οι εν λόγω Λειτουργοί Επιθεώρησης διεξήγαγαν Έρευνα στη βάση των Όρων Εντολής που τους είχαν δοθεί από την Αρχή και προς τον σκοπόν αυτόν, κάλεσαν μάρτυρες για κατάθεση.
10. Όλοι οι μάρτυρες που κλήθηκαν, προσήλθαν ενώπιόν τους και απάντησαν σε όλες τις ερωτήσεις που τους τέθηκαν, πλην ενός για τον οποίο θα γίνει ρητή αναφορά πιο κάτω.
Οι Εκθέσεις των Λειτουργών Επιθεώρησης
11. Με τη συμπλήρωση της Έρευνας και τη μελέτη όλης της μαρτυρίας και δεδομένων, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης προέβησαν στη σύνταξη 3 Εκθέσεων (πορισμάτων) τα οποία υπέβαλαν στην Αρχή προς έγκριση.
12. Στις πρώτες δύο Καταγγελίες, στις οποίες Καταγγελλόμενος είναι ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας κ. Σάββας Αγγελίδης, δεν διαπιστώνεται η ύπαρξη οποιουδήποτε αδικήματος διαφθοράς, ήτοι κατάχρησης εξουσίας. Από τη μαρτυρία δεν διαπιστώθηκε η οποιαδήποτε γνωριμία, είτε προσωπική, είτε επαγγελματική μεταξύ του Καταγγελλομένου και των Κατηγορουμένων για τους οποίους είχε ανασταλεί η ποινική δίωξη.
13.Η Τρίτη Καταγγελία: Στην εν λόγω Καταγγελία, εκτός από το Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, Καταγγελλόμενος ήταν και Ανώτερος Αξιωματικός της Αστυνομίας.
14. Ο εν λόγω Αξιωματικός καταγγέλθηκε ότι, μεσολάβησε εκτός των πλαισίων των καθηκόντων του προς το Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, για να δοθεί αναστολή ποινικής δίωξης στον Κατηγορούμενο.
15. Προσερχόμενος για κατάθεση ο Αξιωματικός, παρουσίασε προς τους Λειτουργούς Επιθεώρησης δύο έγγραφα, αλλά αρνήθηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις που του υπεβλήθησαν, επικαλούμενος ότι τα έγγραφα αφορούσαν σε “ευαίσθητα θέματα” (sensitive matters).
16. Στην Έκθεση αναφέρεται ότι ο Αξιωματικός με την άρνησή του δημιούργησε κωλυσιεργία στην Έρευνα (was being obstructive) και ότι δεν υπήρχε εύλογη αιτία (legitimate reason) για την άρνησή του αυτή.
17. Η Έκθεση καταλήγει ότι τέτοια συμπεριφορά ενδεχομένως να αποτελεί αδίκημα δυνάμει του Άρθρου 8 (β), του Ν.19(I)/2022.
18. Αναφορικά με τα γεγονότα της τρίτης Καταγγελίας, είναι παραδεκτό ότι ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας είχε λάβει και υπογράψει την απόφαση για αναστολή ποινικής δίωξης του Κατηγορουμένου, τον οποίο είχε εκπροσωπήσει σε προγενέστερο χρόνο ως δικηγόρος σε άλλη ποινική υπόθεση. Επί τούτου, η θέση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως ήταν ότι, επειδή η εισήγηση για αναστολή ποινικής δίωξης είχε γίνει από συγκεκριμένο Τμήμα της Αστυνομίας, δεν συνέδεσε το εν λόγω πρόσωπο και όνομα με αυτό του πρώην πελάτη του.
19. Στην Έκθεση για την τρίτη Καταγγελία, επί των πιο πάνω σημείων, καταγράφεται η ανησυχία (concern) των Λειτουργών Επιθεώρησης για τη μη ύπαρξη θεσμοθετημένης διαδικασίας για διαπίστωση περιπτώσεων σύγκρουσης συμφέροντος. Με το υπάρχον σύστημα, τέτοια θέματα επαφίενται αποκλειστικά στην ικανότητα μνήμης των αξιωματούχων κάτι το οποίο δεν είναι ικανοποιητικό.
20. Παρά τις πιο πάνω θέσεις, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει επαρκής μαρτυρία για την ύπαρξη αδικημάτων διαφθοράς αναφορικά με την τρίτη Καταγγελία.
Ύπαρξη Καλής Πίστης από πλευράς Γενικού Ελεγκτή
21. Επειδή κατά τη διάρκεια των διαδικασιών Έρευνας, υπήρξε αμφισβήτηση των προθέσεων του Γενικού Ελεγκτή αναφορικά με την προώθηση καταγγελιών τις οποίες λαμβάνει η Υπηρεσία του προς την Αρχή, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης υπέβαλαν προς τους μάρτυρες σχετικές ερωτήσεις.
22. Σε όλες τις Καταγγελίες, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης αποφαίνονται ότι έμειναν ικανοποιημένοι ότι η προώθηση Καταγγελιών προς την Αρχή, από το Γενικό Ελεγκτή, έγιναν με καλή πίστη.
Νομική Γνωμάτευση για το θέμα της Κατάχρησης Εξουσίας
23. Ζητήθηκε από τους Λειτουργούς Επιθεώρησης, εφόσον οι Καταγγελίες αφορούσαν σε κατάχρηση εξουσίας, να γνωματεύσουν αναφορικά με την ερμηνεία του όρου ” κατάχρηση εξουσίας “.
24. Το Άρθρο 105, του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, καθιστά την κατάχρηση εξουσίας ως ποινικό αδίκημα και τη διαχωρίζει σε περιπτώσεις που αυτή γίνεται χωρίς ίδιον όφελος, που είναι πλημμέλημα (φυλάκιση μέχρι 2 έτη) και σε περιπτώσεις που υπάρχει ίδιον όφελος που αποτελεί κακούργημα (φυλάκιση μέχρι 7 έτη).
25. Η Αρχή είχε, εξαρχής, την άποψη ότι, οποιαδήποτε εκδήλωση κατάχρησης εξουσίας αποτελεί αδίκημα διαφθοράς, ως αυτό καθορίζεται από το Ν.19(I)/2022.
26. Με δεδομένο ότι σχεδόν όλες οι Καταγγελίες που έχει ενώπιόν της η Αρχή, καταλήγουν σε κατάχρηση εξουσίας χωρίς ίδιον όφελος, οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία θα οδηγούσε σε απόρριψή τους λόγω έλλειψης αρμοδιότητας.
27. Την άποψη αυτή εξέφρασαν και οι Λειτουργοί Επιθεώρησης στη Γνωμάτευσή τους με αναφορά σε Κυπριακή νομολογία και αποφάσεις, σε Αγγλική νομολογία και νομολογία άλλων χωρών και σε Συνθήκες και Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
28. Παραθέτουμε αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:
“24. To this extent, we disagree with any suggestion that an abuse can only arise if and when one profits from an act. That in our view, would make a mockery of what the European law on corruption intended.”
Εξέταση από την Αρχή των 3 Εκθέσεων των Λειτουργών Επιθεώρησης
29. Η Αρχή σε Συνεδρία της ημερ. 28 Δεκεμβρίου, 2023, υιοθέτησε και ενέκρινε στην ολότητά τους και τις 3 πιο πάνω Εκθέσεις.
30. Κατά συνέπεια, δεν διαπιστώνεται το ενδεχόμενο ύπαρξης αδικήματος διαφθοράς σε οποιαδήποτε από αυτές, ούτε αναφορικά με τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, ούτε με τον Αξιωματικό της Αστυνομίας.
31. Παρά ταύτα, η Αρχή θεωρεί ότι ενδεχομένως ο Αξιωματικός της Αστυνομίας να έχει διαπράξει αδίκημα κατά παράβαση του Άρθρου 8 (β), του Ν.19(I)/2022, με την άρνησή του να απαντήσει στις ερωτήσεις που του υπεβλήθησαν.
32. Ως εκ τούτου, η Αρχή, θα προωθήσει όλα τα σχετικά έγγραφα προς τον Γενικό Εισαγγελέα με την εισήγηση για ποινική δίωξη του εν λόγω Αξιωματικού.