Ποιος υπερέβη «τα έσχατα όρια» των καθηκόντων του;

Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για παύση του Γενικού Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη, έφερε στο προσκήνιο ένα θέμα για το οποίο επιμένουμε για χρόνια χωρίς αντίλογο: την  ελλιπή απονομή της δικαιοσύνης στην Κύπρο. 

Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο αίτημα του Γεν. Εισαγγελέα για παύση του Οδυσσέα Μιχαηλίδη λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς που τον καθιστά ανίκανο για Γενικό Ελεγκτή, δεν είναι υπεράνω κριτικής, ούτε φυσικά το λαϊκό αισθητήριο αποτελεί κριτήριο εκδίκασης. Αντί όμως μιας νηφάλιας και συνολικής αξιολόγησης της συμπεριφοράς του, περιλαμβανομένης της επίδοσης στα καθήκοντά του, είχαμε μια εν πολλοίς συναισθηματική αξιολόγηση «του τρόπου και του ύφους» έκφρασής του, που συμπεριελάμβανε μέχρι και τον περίγυρο του (οικογενειακό, φιλικό κ.ά.).

Άμεμπτος δεν υπήρξε, όπως κανένας μας, αλλά τα όσα ατοπήματα διαπιστώθηκαν αρκούν για να διαγράψουν τον έντιμο βίο, την προσήλωση στο καθήκον και την πρωτοφανή για την Κύπρο επίδοσή του; Επιπλέον, του καταλογίστηκαν βαριοί χαρακτηρισμοί, όπως «βάναυσο και ακραίο λεκτικό», συμπεριφορά που παραβίασε τα «έσχατα όρια», «πολύ κατώτερη του αναμενόμενου επιπέδου»… και άνθρωπος που παρασυρόταν «από τις Σειρήνες της δημοφιλίας και των δημοσκοπήσεων». Αυτά κι άλλα υποδηλώνουν προσωπική έχθρα, που υπερβαίνει τα όρια ενός Δικαστηρίου. Έτσι, εκείνος που ξεχώρισε για την άκαμπτη στάση του κατά της διαφθοράς, κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ως παντελώς ανίκανος να εκτελεί τα καθήκοντα του Γενικού Ελεγκτή, χωρίς ποτέ να εξεταστεί το γιατί η σχέση του με τον προηγούμενο Γεν. Εισαγγελέα ήταν τόσο άψογη που έφερε κοσμογονικά αποτελέσματα κατά της διαφθοράς στην Κύπρο! Πάντως, η απόφαση του Ανωτάτου δεν διέλυσε την  δυσπιστία των πολιτών αλλά έχει δημιουργήσει ευθεία αμφισβήτηση του κορυφαίου θεσμού απονομής δικαιοσύνης στο κυπριακό κράτος. Συμπερασματικά, η έλλειψη ευθυκρισίας είναι ευδιάκριτη στην απόφαση του Ανωτάτου και αυτό έχει συμβάλει καθοριστικά στην οργή της κοινωνίας.

Τελικά, ποιος υπερέβη «τα έσχατα όρια» των καθηκόντων του; Τα πιο πάνω συνέβησαν καθώς παράλληλα υπάρχει δεσμευτικότητα του δικαίου της ΕΕ για τις καταχρηστικές πρακτικές/όρους σε συμβάσεις των κυπριακών τραπεζών από το 1996! Η παράνομη/καταχρηστική δράση τους έχει διαπιστωθεί από την Ευρ. Επιτροπή  και το Ευρωκοινοβούλιο και μετά από αλλεπάλληλες διαδικασίες επί παραβάσει κατά της Κύπρου, υποδεικνύουν ξανά (2/9/2024) ότι: «αποτελεί ευθύνη των εθνικών αρχών και δικαστηρίων να διασφαλίζουν τα δικαιώματα των καταναλωτών σε ατομικές συμβάσεις.»

Παρά την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις καθοδηγητικές  αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ σε σχέση με τέτοιες παράνομες πρακτικές και όρους,  στην Κύπρο επικρατεί για δεκαετίες ένα τεράστιο κενό στην απονομή της δικαιοσύνης. Από το χείριστο παράδειγμα τραπεζικών καταχρηστικών όρων/πρακτικών που αποτελεί η Κύπρος, δεν έχει παραπεμφθεί στο Δικαστήριο της ΕΕ ένα έστω προδικαστικό ερώτημα από Κυπριακό Δικαστήριο. Κι όταν ο παραπονούμενος το ζήτησε, το Δικαστήριο το απέρριψε, ενώ οι προδικαστικές παραπομπές από άλλα κράτη-μέλη ξεπερνούν τις 600 τον χρόνο! Σε ένα κράτος με συστημική παρανομία δεκαετιών εις βάρος των αδυνάτων και είκοσι χρόνια από την ένταξή μας, το ευρωπαϊκό δίκαιο δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί αποτελεσματικά.

Κώστας Μαυρίδης,

Ευρωβουλευτής, ΔΗΚΟ – S&D