Οι ορμόνες του φύλου όπως ονομάζονται, είναι οι ορμόνες που θερούνται κρίσιμες για την σεξουαλική αναπαραγωγή και την ανάπτυξη.
Είναι αυτές που επηρεάζουν τη φυσική έκφραση των αρσενικών και θηλυκών χαρακτηριστικών.
Σ’ αυτές συμπεριλαμβάνεται η ανάπτυξη των μαστών στις γυναίκες και η αύξηση της τριχοφυΐας στους άνδρες.
Μπορούν, επίσης, να βοηθήσουν στον έλεγχο της αναπαραγωγικής διαδικασίας, όπως στην ωορρηξία και στην παραγωγή σπέρματος. Το ανθρώπινο σώμα παράγει φυσικά ορμόνες του σεξ, ωστόσο οι γιατροί συχνά συνταγογραφούν και συνθετικές και φυσικές μορφές αυτών των ορμονών σε ιατρικές θεραπείες.
Για παράδειγμα, οι γιατροί συχνά συνταγογραφούν ορμόνες όπως τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη για τον έλεγχο των γεννήσεων ή για τη θεραπεία των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης.
Οι σεξουαλικές ορμόνες έχουν μια σημαντική επίδραση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή και την ανάπτυξη των χαρακτηριστικών, που χαρακτηρίζουν κάθε φύλο. Ετσι, όταν μια γυναίκα αρχίζει να αναπτύσσει στήθη, αυτό είναι αποτέλεσμα της επιρροής της σεξουαλικής ορμόνης. Το ίδιο ισχύει και για όταν η φωνή ενός άνδρα που βαθαίνει και ο ίδιος αντιλαμβάνεται περισσότερο την ανάπτυξη της τριχοφυΐας στο πρόσωπό του.
Τα οιστρογόνα, η προγεστερόνη και η τεστοστερόνη, είναι οι πιο γνωστές ορμόνες και αυτές που επηρεάζουν την αναπαραγωγή και την ανάπτυξη. Τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη σχετίζονται πιο συχνά με τις γυναίκες, ενώ η τεστοστερόνη με τους άνδρες. Αυτές είναι οι πρωτογενείς ορμόνες φύλου και είναι παρούσες, τόσο στα αρσενικά, όσο και στα θηλυκά. Τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη απλά βρίσκονται σε υψηλότερα επίπεδα στο γυναικείο σώμα, ενώ η τεστοστερόνη είναι η κυρίαρχη ορμόνη στους άνδρες.
Ενώ το έργο των ορμονών του φύλου γίνεται πιο εμφανές όταν ένα άτομο φτάνει στην εφηβεία, στην πραγματικότητα είναι παρούσες ήδη από τη γέννηση. Τα επίπεδα αυτών των ορμονών, ωστόσο, αλλάζουν στο σώμα ενός ανθρώπου στα διάφορα στάδια της ζωής του.
Για παράδειγμα, τα επίπεδα πολλών τύπων ορμονών του φύλου κατά την εφηβεία αυξάνονται και παραμείνουν αυξημένα κατά τη διάρκεια των αναπαραγωγικών ετών. Γύρω στη μέση ηλικία, πολλοί άνθρωποι αρχίζουν να βιώνουν μια μείωση στα επίπεδα ορισμένων ορμονών, πολλές από τις οποίες μειώνονται σταδιακά με τη συνεχή γήρανση.
Οι ενδοκρινείς αδένες έχουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την παραγωγή και την απελευθέρωση ορμονών του φύλου στο σώμα.
Στις γυναίκες, αυτοί οι αδένες αναφέρονται ως «ωοθήκες» και παράγουν όχι μόνο ορμόνες, αλλά και τα ωάρια που απελευθερώνονται κατά τη διάρκεια της ωορρηξίας. Στους άνδρες, οι ενδοκρινείς αδένες αναφέρονται ως «όρχεις» και έχουν την ευθύνη για την παραγωγή των ορμονών και του σπέρματος. Οταν οι ενδοκρινείς αδένες ενός ατόμου δεν λειτουργούν όπως πρέπει, ή αδυνατούν να παράγουν τα σωστά επίπεδα των ορμονών, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι στειρότητα ή υπο-γονιμότητα, επαναλαμβανόμενες αποβολές, σεξουαλική δυσλειτουργία, καθώς και μια σειρά δυσάρεστων σωματικών συμπτωμάτων.