Στην περίπτωση κατά την οποία εις εκ των γονέων, παράνομα και αυθαίρετα κατακρατεί το παιδί, στέλνοντας το σε άλλη Χώρα, χωρίς ο άλλος γονέας να έχει συγκατατεθεί προς τούτο και/ή συναινέσει προς τούτο, τότε, βρισκόμαστε προ του ζητήματος της Διεθνούς Απαγωγής τέκνου. Η Κύπρος, με νόμο έχει κυρώσει την Διεθνή Σύμβαση της Χάγης, που διέπει και ρυθμίζει το εν λόγω ζήτημα και το Διεθνές αυτό Κείμενο απολάβει άμεσης ισχύος εντός των εσωτερικών μας εννόμων καταστάσεων. Σημαντικό είναι δε, την ίδια Σύμβαση να έχει κυρώσει και επικυρώσει και η Χώρα στην οποία έγινε η παράνομη μεταφορά του τέκνου, προκειμένου η Σύμβαση να είναι εις θέση να ενεργοποιηθεί.
ΟΙ ΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ: Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 1 της Σύμβασης: «Οι σκοποί της παρούσας Σύμβασης είναι: α. να διασφαλίσει την άμεση επιστροφή των παιδιών που παράνομα μετακινήθηκαν ή κατακρατήθηκαν σε οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Κράτη• και β. να εξασφαλίσει ότι τα δικαιώματα φύλαξης και επικοινωνίας βάσει της νομοθεσίας ενός Συμβαλλόμενου Κράτους γίνονται σεβαστά, κατά τρόπο αποτελεσματικό, στα άλλα Συμβαλλόμενα Κράτη.»
Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Σάββα ν. Υπουργού Δικαιοσ. και Δημ. Τάξης (Αρ. 2) (2002) 1 (Β) 1228, 1245 από το Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Κραμβή: «Ο σκοπός της Σύμβασης είναι η διασφάλιση της άμεσης επιστροφής των παιδιών στη χώρα της συνήθους διαμονής τους. Για την επίτευξη του σκοπού χρησιμοποιούνται σύντομες και απλές διαδικασίες.»
Ακόμα ένας σκοπός της Σύμβασης είναι να αποτρέψει τις απαγωγές παιδιών
ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΚΑΤΑΚΡΑΤΗΣΗ: Σύμφωνα με το άρθρο 12 της Σύμβασης, σε περίπτωση όπου παιδί έχει μετακινηθεί ή κατακρατηθεί παράνομα και κατά την ημερομηνία έναρξης της δικαστικής διαδικασίας έχει παρέλθει περίοδος μικρότερη από το ένα έτος από την ημερομηνία της παράνομης μετακίνησης ή κατακράτησης, το Δικαστήριο διατάζει την άμεση επιστροφή του, εκτός αν διαπιστωθεί ότι συντρέχει οποιαδήποτε από τις εξαιρέσεις που η Σύμβαση προνοεί.
Το άρθρο 3 της Σύμβασης αναφέρει: «Η μετακίνηση ή κατακράτηση παιδιού θεωρείται παράνομη εφόσον- α. γίνεται κατά παράβαση των δικαιωμάτων φύλαξης που απονέμονται σε φυσικό πρόσωπο, ίδρυμα ή οποιαδήποτε άλλη οργάνωση, είτε από κοινού είτε αποκλειστικά, δυνάμει του δικαίου του Κράτους στο οποίο το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από τη μετακίνηση ή κατακράτηση• και β. κατά το χρόνο της μετακίνησης ή κατακράτησης τα δικαιώματα αυτά ασκούνταν, στην πραγματικότητα, είτε από κοινού είτε αποκλειστικά ή θα είχαν ασκηθεί με τον τρόπο αυτό, αν δεν είχε συμβεί η μετακίνηση ή κατακράτηση.
Το Άρθρο 2 (11) του Κανονισμού προνοεί ότι ο όρος «παράνομη μετακίνηση ή κατακράτηση» σημαίνει μετακίνηση ή κατακράτηση παιδιού κατά παράβαση δικαιώματος επιμέλειας το οποίο προκύπτει από δικαστική απόφαση, ή από το νόμο ή από συμφωνία που ισχύει σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από τη μετακίνηση ή την κατακράτησή του. Ο Κανονισμός αναφέρει ότι η επιμέλεια θεωρείται ότι ασκείται από κοινού όταν ο ένας από τους δικαιούχους της γονικής μέριμνας δεν μπορεί, σύμφωνα με απόφαση ή απευθείας από το νόμο, να αποφασίζει για τον τόπο διαμονής του παιδιού χωρίς τη συγκατάθεση άλλου δικαιούχου της γονικής μέριμνας.
ΘΕΟΧΑΡΙΔΟΥ Κ. ΚΑΛΥΨΩ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ – ΝΟΜΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ