Με τίτλο «Κύπρος: όχι άμεμπτη, αλλά παρεξηγημένη» ο κ. Δημητριάδης, στο άρθρο του που φιλοξενείται στους Financial Times, αναφέρεται στην αναγκαία οικονομική βοήθεια, για τη στήριξη των κυβερνητικών χρηματοδοτικών αναγκών και την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα, που αποτελεί τμήμα του προγράμματος μεταρρύθμισης και αναδιάρθρωσης της Κεντρικής Τράπεζας.
Εστιάζει στις «εσφαλμένες αντιλήψεις» περί ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Από τη στιγμή που η Κύπρος έγινε «onshore» και εντάχθηκε στην ΕΕ το 2004 έχει αυστηροποιήσει τη νομοθεσία για το βρώμικο χρήμα, η οποία συνάδει με τους κανόνες και τις διαδικασίες της ΕΕ. «Η διαφάνεια και η ανταλλαγή δεδομένων συνάδουν με τις προδιαγραφές του ΟΟΣΑ και η Κύπρος συγκαταλέγεται στη ‘λευκή λίστα’ του οργανισμού», σημειώνει ο Πανίκος Δημητριάδης. Προσθέτει ότι η ειδική υπηρεσία του Συμβουλίου της Ευρώπης, Moneyval, έχει αξιολογήσει την Κύπρο σε υψηλό επίπεδο και πάνω από αρκετά άλλα κράτη-μέλη της ευρωζώνης.
Για το θέμα της φορολογίας, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας εξηγεί ότι η Κύπρος έχει μεν ένα από τα πιο ανταγωνιστικά φορολογικά καθεστώτα για επιχειρήσεις στην Ευρώπη, αλλά ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ φορολογικών παραδείσων και χωρών με χαμηλούς φόρους, όπως η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο και η Κύπρος. «Οι πρώτοι συχνά έχουν μηδενικό φόρο, χαλαρές διαδικασίες εγγραφής εταιρειών και αποφεύγουν την υπογραφή συνθηκών διπλής φορολόγησης που απαιτεί ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ φορολογικών αρχών. Τίποτα από αυτά δεν διακρίνει την Κύπρο», τονίζει.
Σχολιάζει και τη σχέση της Κύπρου με τη Ρωσία, κάνοντας λόγο για ισχυρούς ιστορικούς, πολιτιστικούς και θρησκευτικούς δεσμούς. Προσθέτει ότι ως μικρό νησί, με λίγη κατασκευαστική παραγωγή και εξαγωγές, η Κύπρος βασίζεται στις υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται από ξένες επιχειρήσεις που αξιοποιούν τη χώρα ως βάση για τις διεθνείς τους δραστηριότητες. Αυτές οι επιχειρήσεις δεν κυριαρχούνται από Ρώσους. Υπάρχουν εταιρείες από κορυφαίες χώρες-μέλη της ΕΕ και τις ΗΠΑ. Ως παράδειγμα δίνονται οι περίπου 80 εταιρείες που συνδέονται με τη ναυτιλία και έχουν έδρα κυρίως τη Λεμεσό. Τριάντα έξι από αυτές είναι γερμανικές και μόλις τρεις ρωσικές.