Οι Αλκυονίδες μέρες του Ιανουαρίου

“Αλκυονίδες” μέρες ονομαζονται οι μέρες του χειμώνα κατά τις οποίες επικρατεί καλός καιρός με έντονη ηλιοφάνεια, χωρίς σύννεφα και ανέμους και κάποιες φορές με υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες.

Η ονομασία τους έχει αρχαιοελληνική προέλευση και αποδίδεται στον Αριστοτέλη.

Οι μέρες αυτές πήραν το όνομά τους (“αλκυόνιαι”) από το μύθο της ελληνικής μυθολογίας τον σχετικό με το θαλάσσιο πτηνό Αλκυόνη, που αποτελεί την αλληγορική σημασία του ομώνυμου αστέρα Αλκυόνη των Πλειάδων που φέρεται με το όνομα του πτηνού.

Ο αστέρας Αλκυόνη κατά την εποχή αυτή μεσουρανεί κατά τις απογευματινές ώρες και επομένως κατά τις ανέφελες νύκτες του Ιανουαρίου είναι ορατός στο σύμπλεγμα των Πλειάδων, ως κορωνίδα της Πούλιας, κατά τη δημώδη έκφραση, που σημαίνεται ως προς το ζενίθ, στην ψηλότερη περιοχή του ουράνιου θόλου.

Από αυτό το απλό  φυσικό γεγονός όλες οι συνεχόμενες μέρες που είναι ορατός ο αστέρας Αλκυών ήταν πολύ φυσικό να ονομασθούν Αλκυονίδες.

Από καθαρά μετεωρολογική άποψη, οι αλκυονίδες ημέρες ως ημέρες καλοκαιρίας εξηγούνται από το γεγονός ότι στο γεωγραφικό πλάτος που βρίσκεται η Ελλάδα μέχρι το γεωγραφικό πλάτος κυρίως της βορειοανατολικής Ευρώπης, κατά την περίοδο του χειμώνα παρατηρείται η αυτή βαρομετρική πίεση (εξίσωση πίεσης) με συνέπεια αφενός να μη δημιουργούνται άνεμοι και αφετέρου ο καιρός να είναι μεν ψυχρός, αλλά και ηλιόλουστος, λόγω της αντικυκλωνικής κατάστασης.

Αυτό όμως δεν σημαίνει πως κάθε χρόνο υπάρχουν Aλκυονίδες ημέρες. Υπάρχουν και χρόνια που έλειψαν τελείως, όπως το 1947, αλλά και οι ημερομηνίες έναρξης και λήξης και διάρκεια των ημερών αυτών  δεν είναι σταθερές.

Συνηθέστερα όμως καλύπτουν σχεδόν το δεύτερο μισό του Ιανουαρίου. Παρόλα αυτά, άλλοι επιμένουν να αποδίδουν τη διάρκειά τους σε διάστημα 14 αίθριων ημερών, από τις 15 Δεκεμβρίου έως 15 Φεβρουαρίου στην Ελλάδα, στην καρδιά του χειμώνα.

Οι σχετικοί μύθοι είναι πολλοί και σε όλες τις εκδοχές τους μιλούν για τους θεούς, που προσέφεραν τις μέρες αυτές στο πουλί Αλκυόνη, στο οποίο μεταμόρφωσε ο Δίας την Αλκυόνη, κόρη του θεού των ανέμων Aιόλου μετά το θάνατό της, ώστε να μπορεί να γεννά τα αυγά του στα βράχια των Αλκυονίδων νήσων χειμώνα κι όχι άνοιξη.