Ο ΓΓ του Κινήματος Οικολόγων Περιβαλλοντιστών Γιώργος Περδίκης, δήλωσε ότι ο προϋπολογισμός του 2014, με την περαιτέρω μείωση των κοινωνικών δαπανών, την άνιση περικοπή της αποζημίωσης για υπερωρίες και εργασία τις αργίες για χιλιάδες εργαζόμενους σε ουσιώδεις υπηρεσίες του δημοσίου, την απόλυση σημαντικού αριθμού εποχιακού προσωπικού, οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη μονόπλευρη λιτότητα και αύξηση της ανεργίας, προσθέτοντας πως αυτός ο προϋπολογισμός θα επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση της οικονομίας και θα μεγαλώσει την ήδη μεγάλη ψαλίδα μεταξύ φτωχών και πλουσίων.
Σε ομιλία του, κατά τη συζήτηση του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2014 στην Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο κ. Περδίκης είπε πως οι Οικολόγοι θεωρούν ιδιαίτερα επικίνδυνο για το φυσικό περιβάλλον και την ποιότητα ζωής των ανθρώπων, το ψαλίδισμα των αμοιβών των νοσηλευτών, των αστυνομικών και των πυροσβεστών, τον περιορισμό του αριθμού των αγροπυροσβεστών και των δασικών εργατών, τον περαιτέρω περιορισμό του συνολικού προϋπολογισμού των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, τον περιορισμό των κονδυλίων για τη διαχείριση των στερεών και υγρών αποβλήτων, την κατάργηση της κρατικής στήριξης των περιβαλλοντικών και φιλοζωικών οργανώσεων, το ψαλίδισμα των έργων αποκατάστασης του περιβάλλοντος σε λατομεία και μεταλλεία.
« Όλες αυτές και άλλες περικοπές στον ήδη περιορισμένο από την προηγούμενη Κυβέρνηση προϋπολογισμό του 2013, μετατρέπουν τον προϋπολογισμό του 2014, σε ένα προϋπολογισμό λαιμητόμο για την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή. Αξίζει πάντως να υπενθυμίσω ότι από το 2012 ο προϋπολογισμός της ΚΔ, φέρει τα τραύματα της ύφεσης, της ισοπεδωτικής λιτότητας και του περιορισμού των κοινωνικών παροχών», είπε.
Όπως πρόσθεσε, «είναι πλέον σχεδόν από όλους αποδεκτό ότι αυτή η μερική και αποσπασματική εφαρμογή των Τροϊκανών πολιτικών, επί των ημερών της προηγούμενης Κυβέρνησης, είχε μόνο αρνητικές συνέπειες, αφού παρά τις θυσίες τις οποίες υπέστηκαν καταρχήν οι ευάλωτες ομάδες, η οικογένεια και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αργότερα και οι εργαζόμενοι, τελικά η χώρα δεν απέφυγε την οικονομική καταστροφή», αναφέροντας ότι «αυτό συνέβηκε γιατί συνεχίζονταν ταυτόχρονα οι σπατάλες, η κακοδιοίκηση, η κομματοκρατία, ο αλόγιστος κρατικός δανεισμός, η διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, οι πολυτέλειες, η ασυδοσία των τραπεζών και η παροχή εγγυήσεων στις τράπεζες με υποθήκευση της κυπριακής οικονομίας».
Επίσης, είπε πως το Κίνημα Οικολόγων αναγνωρίζει τις δυσκολίες, ωστόσο, «άλλο πράγμα είναι η οικονομική περισυλλογή και άλλο η μονόπλευρη και ισοπεδωτική λιτότητα, άλλο κούρεμα και άλλο αποκεφαλισμός».
Δυστυχώς, ανέφερε ο κ. Περδίκης, «ο προϋπολογισμός που κατέθεσε η κυβέρνηση είναι προϋπολογισμός ύφεσης, που αντικατοπτρίζει την έλλειψη μιας αποτελεσματικής στρατηγικής και ενός ρεαλιστικού οράματος εξόδου από την κρίση. Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει μέτρα κοινωνικής οπισθοδρόμησης, αναπτυξιακής υποβάθμισης και εργασιακής υποχώρησης. Είναι ένας προϋπολογισμός χωρίς τα τρία ‘Α’, δηλαδή Ανάπτυξη, Ανταγωνιστικότητα και Αειφορία».
Εξάλλου, διερωτήθηκε γιατί δεν υιοθετείται η πρόταση νόμου των Οικολόγων για ανώτερο όριο αμοιβής στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και γιατί δεν καταργούνται τα “προκλητικά προνόμια” των λιμουζίνων για τους αξιωματούχους της κατά τα άλλα δυσπραγούσας κυπριακής πολιτείας, για να προσθέσει πως ένα ολόκληρο χρόνο, από τη ψήφιση του προϋπολογισμού του 2013, όταν οι Οικολόγοι έθεταν το θέμα, συζητείται σε διάφορα επίπεδα χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Συνέχισε λέγοντας ότι «είναι επιτέλους αναγκαίο να κατανοήσουν οι κυβερνώντες ότι δεν μπορεί αυτός ο λαός – ο κουρεμένος, ο τσακισμένος και απογοητευμένος – ‘να σηκώσει το βλέμμα, το απ’ τα κλάματα θολό’ και να ατενίσει το μέλλον με αισιοδοξία, αν δεν αποκτήσει την εμπιστοσύνη του πρωτίστως στον εαυτό του και επαγωγικά στην πολιτική και οικονομική του ηγεσία».
Ανέφερε πως «ουσιώδης προϋπόθεση για την ανάκαμψη του αυτοσεβασμού και της εμπιστοσύνης του λαού μας, είναι η απόδοση δικαιοσύνης και η επίρριψη των ευθυνών σε όλους τους υπεύθυνους της τραγωδίας και σε αυτήν την περίπτωση, δεν χωρεί κλάδος ελαίας».
Κυπριακό
Αναφερόμενος στο Κυπριακό, ο ΓΓ του Κινήματος Οικολόγων είπε πως «είναι ολοφάνερο ότι διαρκούσης της οικονομικής κατάπτωσης της χώρας, η διεκδίκηση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού γίνεται δυσκολότερη», συμπληρώνοντας ότι είχαν υποδείξει στον Πρόεδρο Αναστασιάδη ότι το εγχείρημα της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων υπό συνθήκες μνημονίου και χρεοκρατίας εμπεριέχει κινδύνους.
«Είχαμε προβλέψει ότι οι Τούρκοι και ο διεθνής παράγοντας θα προβάλουν το δέλεαρ της οικονομίας επιζητώντας ανταλλάγματα και υποχωρήσεις. Αναμενόταν (και έτσι έγινε) ότι οι Τούρκοι θα παρουσίαζαν σκληρότερες θέσεις στο Κυπριακό. Ξέρουμε ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης και η ομάδα του επέδειξε μεγάλη διπλωματική ευελιξία στην προσπάθεια επίτευξης συμφωνίας σε ένα κοινό ανακοινωθέν. Φαίνεται ότι η τουρκική αδιαλλαξία οδήγησε την προσπάθεια αυτή σε μια πορεία γεμάτη υποχωρήσεις», είπε.
Είπε ακόμα ότι «σχεδόν όλες οι προσπάθειες του Προέδρου Αναστασιάδη έχουν προσκρούσει στην τουρκική αδιαλλαξία και επιμονή, η οποία τροφοδοτείται πρώτον, από την οικονομική αδυναμία και την εξάρτηση της Κύπρου και της Ελλάδας από την Τρόικα και δεύτερον, από την ακόρεστη δίψα της Τουρκίας να ελέγξει την πλούσια σε κοιτάσματα υδρογονανθράκων κυπριακή ΑΟΖ».
Κατέληξε λέγοντας πως «είναι καιρός ο Πρόεδρος Αναστασιάδης και το Εθνικό Συμβούλιο να δουν κατάματα την αλήθεια και να σταματήσουν να προσπαθούν να διακοσμήσουν το τέρας της τουρκικής βουλιμίας, επιθετικότητας και αδιαλλαξίας», για να προσθέσει ότι «αντί να προσπαθούν με διπλωματικούς ελιγμούς και συνεχείς υποχωρήσεις να συναντήσουν τις ολοένα και πιο επιθετικές θέσεις των Τούρκων, καλύτερα είναι να ασχοληθούν σοβαρά με την ουσία, που είναι η αλλαγή των γεωπολιτικών δεδομένων και των συσχετισμών δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου».