Ο Πάπας Φραγκίσκος ζήτησε συγχώρεση από τα θύματα σεξουαλικών κακοποιήσεων από ιερείς, καταγγέλλοντας την «ανεξήγητη συνενοχή» ενός μέρους του κλήρου.
Ο Πάπας, ο οποίος συναντήθηκε με θύματα, είπε ότι οι ιερείς της Καθολικής Εκκλησίας θα έπρεπε «να κλάψουν και να ζητήσουν συγγνώμη» για εγκλήματα που -όπως είπε- έχουν λάβει διαστάσεις ενός «ιερόσυλου είδους λατρείας».
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι δεν θα ανεχθεί κανένα κακό με θύματα ανηλίκους.
Στη διάρκεια μιας λειτουργίας στην οικία του στην Αγία Μάρθα, παρουσία έξι θυμάτων κακοποιήσεων από ιερείς -τριών ανδρών και τριών γυναικών (δύο Γερμανοί, δύο Βρετανοί και δύο Ιρλανδοί)- ο Πάπας Φραγκίσκος σημείωσε ότι ο πόνος των θυμάτων και οι αυτοκτονίες «βαρύνουν τη συνείδηση της Εκκλησίας».
«Ενώπιον του Θεού και του λαού του εκφράζω τη θλίψη μου για τις αμαρτίες και τα σοβαρά εγκλήματα της σεξουαλικής κακοποίησης από κληρικούς που διαπράχθηκαν εις βάρος σας και ζητώ ταπεινά συγγνώμη» είπε ο Πάπας.
«Εκλιπαρώ τη συγχώρεσή σας και για την αμαρτία της παράλειψης από ένα μέρος των επικεφαλής της Εκκλησίας που δεν απάντησαν επαρκώς στις αναφορές κακοποίησης που υπέβαλαν μέλη των οικογενειών καθώς και τα ίδια τα θύματα της κακοποίησης», πρόσθεσε ο ποντίφικας.
«Εδώ και κάποιο καιρό ένιωθα στην καρδιά μου μια βαθιά θλίψη και πόνο» για τις κακοποιήσεις αυτές «που τόσο καιρό αποκρύπτονταν, συγκαλύπτονταν με μια ανεξήγητη συνενοχή», σημείωσε ο Πάπας Φραγκίσκος.
«Πρόκειται για περισσότερο από επονείδιστες πράξεις. Είναι σαν ένα ιερόσυλο δόγμα. Αυτοί οι άνθρωποι θυσίασαν αυτά τα κορίτσια και τα αγόρια στον βωμό της σεξουαλικής τους επιθυμίας», κατήγγειλε ο ίδιος αναφερόμενος σε μια «βεβήλωση της εικόνας που δημιούργησε ο Θεός καθ’ ομοίωσή του».
«Γνωρίζω ότι αυτά τα βάσανα είναι η πηγή για βαθύ συναισθηματικό πόνο, ο οποίος συχνά δεν σταματά. Πολλοί από αυτούς που υπέφεραν με αυτό τον τρόπο βρήκαν καταφύγιο στον δρόμο του εθισμού. Άλλοι αντιμετώπισαν δυσκολίες στις σχέσεις τους με τους γονείς τους, τους συζύγους τους και τα παιδιά τους» συνέχισε ο Πάπας.
«Κάποιοι αντιμετώπισαν την φοβερή τραγωδία του θανάτου από αυτοκτονία ενός αγαπημένου τους προσώπου. Οι θάνατοι αυτών των παιδιών που τόσο αγαπά ο Θεός βαρύνουν την καρδιά μου και τη συνείδησή μου και αυτή ολόκληρης της Εκκλησίας» υπογράμμισε ο Πάπας Φραγκίσκος.
«Δεν υπάρχει θέση στην Εκκλησία για όσους διαπράττουν τέτοιες κακοποιήσεις, δεσμεύομαι να μην ανεχθώ τη διάπραξη οποιουδήποτε κακού εναντίον ανηλίκων από ένα πρόσωπο, είτε ανήκει στην Εκκλησία είτε όχι», σημείωσε ο πάπας.
Και κατέληξε λέγοντας ότι οι επίσκοποι πρέπει να δράσουν «με τη μεγαλύτερη φροντίδα» για την προστασία των ανηλίκων και «πρέπει να ενημερώνουν» σε περίπτωση που διαπράττονται τέτοιου είδους κακοποιήσεις στις επισκοπές τους.
Όπως ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος της Αγίας Έδρας πατέρας Λομπάρντι, ο Πάπας συναντήθηκε με κάθε ένα από τα έξι θύματα ξεχωριστά για περισσότερο από μισή ώρα.
Ο Λομπάρντι εκτίμησε ότι αυτή η συνάντηση αναμένεται να «ανοίξει έναν εποικοδομητικό δρόμο» στην Εκκλησία προκειμένου «να γιατρευτούν οι πληγές» όλων των θυμάτων.
Τα έξι θύματα σεξουαλικής κακοποίησης είχαν φτάσει την Κυριακή στην οικία του Πάπα στην Αγία Μάρθα, όπου πέρασαν τη νύχτα. Την Κυριακή είχαν μια σύντομη συνάντηση μαζί του.
Αυτή η προσωπική συνάντηση με τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, την οποία είχε ανακοινώσει ο Πάπας στα τέλη Μαΐου, ήταν πολυαναμενόμενη κυρίως από τις οργανώσεις των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης, που είχαν εκφράσει την έκπληξή τους που αυτή δεν είχε πραγματοποιηθεί νωρίτερα και εκτιμώντας ότι το Βατικανό δεν κάνει αρκετά για να αντιμετωπίσει τα εγκλήματα παιδεραστίας στους κόλπους της Εκκλησίας.
Πάντως ο Πάπας Φραγκίσκος έχει ανακοινώσει επανειλημμένα την πολιτική του «μηδενικής ανοχής», υπογραμμίζοντας ότι επιθυμεί να επιβάλει «πολύ αυστηρές κυρώσεις» εναντίον όσων ευθύνονται για τη σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων.
Το σκάνδαλο σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων από ιερείς είχε αποκαλυφθεί τη δεκαετία του 2000 και αφορούσε δεκάδες χιλιάδες παιδιά σε πολλές χώρες, από την Ιρλανδία ως τις ΗΠΑ. Οι κακοποιήσεις έλαβαν χώρα κυρίως τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Η Καθολική Εκκλησία κατηγορήθηκε ότι συχνά ανέχθηκε και κάποιες φορές προστάτευσε τους δράστες, χωρίς να ακούσει τις καταγγελίες των θυμάτων.