Μιλώντας κατά την τελετή διαβεβαίωσης του νέου Πρόεδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Μύρωνα Νικολάτου και του νέου μέλους του Ανωτάτου Δικαστηρίου Τεύκρου Οικονόμου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης δήλωσε ότι η Κυβέρνηση με έργα αποδίδει στη Δικαιοσύνη της σημασία που της αξίζει.
Τη διαβεβαίωση ότι η πορεία του θα οδηγείται από τις αρχές του κράτους δικαίου όπως η ισότητα όλων ενώπιον του νόμου και ότι ουδείς είναι υπεράνω του νόμου, καθώς και η αρχή της κατίσχυσης της ισχύος του δικαίου περί του δικαίου της ισχύος, έδωσε ο νέος Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Μύρωνας Νικολάτος.
Για την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης, αλλά και η δικαιοσύνη να παραμείνει απερίσπαστη και αλώβητη μέσα από το όλο κλίμα που η κρίση δημιουργεί, μίλησε ο νέος Δικαστής του Ανωτάτου Τεύκρος Οικονόμου.
Πρόεδρος της Δημοκρατίας, νέος Πρόεδρος του Ανωτάτου και το νέο Μέλος του Ανωτάτου εξήραν παράλληλα το έργο και την προσφορά του αφυπηρετούντα Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Δημήτρη Χατζηχαμπή.
«Η κυβέρνηση προχωρεί σταθερά σε τομές και μεταρρυθμίσεις με σκοπό τη γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη απόδοση της Δικαιοσύνης», ανέφερε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης. Επιδιώξαμε, νωρίς, πρόσθεσε, «τη συνεργασία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αφού συζητήσαμε τα προβλήματα, ιεραρχήσαμε μαζί τις προτεραιότητες».
Στη βάση αυτής της συνεννόησης, συνέχισε, «προχωρήσαμε στην προώθηση του νομοσχεδίου για τη δημιουργία του Διοικητικού Δικαστηρίου, το οποίο θα έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα της εκδίκασης όλων των διοικητικών διαφορών». Το νομοσχέδιο όπως είπε βρίσκεται ήδη ενώπιον της Βουλής, εκφράζοντας την ελπίδα ότι «δεν θα υπάρξει περαιτέρω καθυστέρηση, γιατί η ανάγκη να αποφορτισθεί το Ανώτατο Δικαστήριο, για να είναι σε θέση να εκπληρώσει με ταχύτητα και αποτελεσματικά τα καθήκοντα του ως δευτεροβάθμιο δικαστικό σώμα, είναι πολύ επείγουσα».
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αναφέρθηκε στην ηλεκτρονική δικαιοσύνη λέγοντας ότι «πρόκειται για μια πραγματικά καινοτόμο μεταρρύθμιση που θα μας βοηθήσει να καταπολεμήσουμε τη γραφειοκρατία και να απελευθερώσουμε ανθρώπινο δυναμικό το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί σε άλλες δραστηριότητες». Το Υπουργικό Συμβούλιο, είπε, «ενέκρινε ήδη την πρόταση που ετοίμασε το Υπουργείο Δικαιοσύνης και το θέμα βρίσκεται στο στάδιο της προκήρυξης προσφορών».
Συνέχισε λέγοντας επίσης ότι η Κυβέρνηση προχώρησε «στην ενίσχυση του τμήματος της στενοτύπισης και στην αύξηση του αριθμού των επαρχιακών δικαστών, παρότι κατανοούμε την ανάγκη παγώματος στην πλήρωση κενών θέσεων στο δημόσιο τομέα». Όμως, υπογράμμισε, «η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να περιμένει».
Κάλεσε το δικαστικό σώμα «να προχωρήσει τάχιστα στη συμπλήρωση των θέσεων που το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε ήδη, αλλά ακόμα παραμένουν κενές». Όπως καλά γνωρίζετε, πρόσθεσε, «στις έξι από αυτές θα ανατεθούν καθήκοντα για να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα των κατόχων αξιογράφων».
Ειδική αναφορά έκανε στην συνεργασία μεταξύ Υπουργείου Δικαιοσύνης, Ανωτάτου, Νομικής Υπηρεσίας και Δικηγορικού Συλλόγου, εκφράζοντας τη χαρά του.
«Σκοπός της διαρκούς αυτής συνεργασίας, είναι η συνεχής παρακολούθηση και ο εντοπισμός των προβλημάτων στη διαδικασία της απονομής της δικαιοσύνης και η ανάληψη δράσης για την επίλυσή τους», είπε.
Διαβεβαίωσε τον Πρόεδρο και τους Δικαστές του Ανωτάτου ότι «η Κυβέρνηση με έργα αποδίδει στη Δικαιοσύνη της σημασία που της αξίζει». Συνεργαζόμενοι, πρόσθεσε, «όλοι οι φορείς θα πάρουμε όσα μέτρα χρειάζεται για να καταστεί η διαδικασία απονομής της Δικαιοσύνης πιο αποτελεσματική».
Από την πλευρά του ο νέος Πρόεδρος του Ανωτάτου διαβεβαίωσε «ότι θα αναλώσω όλες μου τις δυνάμεις με σκοπό την καλύτερη και ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης». Η ποιότητα, αλλά και η ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης, πρόσθεσε ο νέος Πρόεδρος του Ανωτάτου «είναι παράγοντες μεγάλης σημασίας για την ομαλή λειτουργία του κράτους δικαίου, του δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά και της εθνικής οικονομίας».
«Οι παράγοντες αυτοί εξαρτώνται από την ποιότητα των δικαστών, τον αριθμό τους, τη στελέχωση των δικαστηρίων, τον εκσυγχρονισμό των θεσμών πολιτικής δικονομίας αλλά και τα εφόδια που παρέχονται στους δικαστές για τη διεκπεραίωση του έργου τους», ανέφερε ο κ. Νικολάτος.
Ως Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου συνέχισε απευθυνόμενος στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας «δεν θα διστάσω να ζητήσω από εσάς ως αρχηγό του κράτους, αλλά και από τις άλλες δύο εξουσίες, την εκτελεστική και την νομοθετική να παράσχουν στη δικαστική εξουσία όλα όσα είναι απαραίτητα για την απρόσκοπτη και αποτελεσματική διεκπεραίωση του έργου της, που είναι η ορθή και ταχεία απονομή της δικαιοσύνης σε όλους σύμφωνα με τον νόμο».
Η δημιουργία πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου, είπε, «η βελτίωση και επέκταση των κτιρίων των δικαστηρίων, η αύξηση του αριθμού των δικαστών ώστε να συμβαδίζει με την αύξηση του αριθμού των υποθέσεων, η αύξηση του προσωπικού των δικαστηρίων και ο εκσυγχρονισμός θα πρέπει να είναι μέσα στους άμεσους στόχους και τις επιδιώξεις μας».
Υψίστης σύμφωνα με τον κ. Νικολάτο σημασίας για την ομαλή λειτουργία της δικαστικής εξουσίας είναι η διατήρηση της ανεξαρτησίας της στο υψηλό επίπεδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα. Μόνο μια καθόλα ανεξάρτητη δικαστική εξουσία μπορεί να επιτελέσει ορθά το έργο της. Αυτό, πρόσθεσε, ισχύει ιδιαίτερα σήμερα που η χώρα μας αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, τα οποία κατ` επέκταση δημιουργούν και σοβαρά συνταγματικά και νομικά προβλήματα.
«Τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε μαζί με τη συνεχιζόμενη ανοιχτή πληγή της κατοχής μεγάλου μέρους της πατρίδας μας για σαράντα χρόνια απαιτούν την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών και πρωταρχικά του θεσμού της απονομής της δικαιοσύνης», είπε.
Καταλήγοντας ο κ. Νικολάτος ανέφερε ότι η πορεία του θα οδηγείται από τις αρχές του κράτους δικαίου όπως η ισότητα όλων ενώπιον του νόμου και ότι ουδείς είναι υπεράνω του νόμου, καθώς και η αρχή της κατίσχυσης της ισχύος του δικαίου περί του δικαίου της ισχύος.
«Η αξία του έργου των δικαστών έγκειται στην ίδια την ιδέα που υπηρετούμε την δικαιοσύνη και όχι στους εφήμερους διάκονούς της», είπε στη δική του αντιφώνηση ο κ. Οικονόμου.
Μίλησε για την «ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι καθυστερήσεις, οι οποίες ιδιαίτερα στις αστικές δικαιοδοσίες έχουν καταστεί οξύτατο πρόβλημα και θέτουν σε κίνδυνο το όλο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης».
Χρειάζονται, είπε, «μεταρρυθμίσεις και πρώτα απ` όλα αλλαγή της διαδεδομένης ή και προσφιλούς του τόπου μας νοοτροπίας, της αναβλητικότητας».
Παράλληλα, έκανε λόγο για «την ανάγκη η δικαιοσύνη να παραμείνει απερίσπαστη και αλώβητη μέσα από το όλο κλίμα που η κρίση δημιουργεί».
«Σ` αυτούς τους χαλεπούς καιρούς αποκτά ιδιαίτερη σημασία η αρχή της νομιμότητας η οποία βρίσκεται στον αντίποδα ακριβώς του λαϊκισμού», είπε ο κ. Οικονόμου.
Συνέχισε εξηγώντας ότι «ο δικαστικός όρκος δεσμεύει τους δικαστές να απονείμουν δικαιοσύνη σύμφωνα με τους νόμους και όχι σύμφωνα με τις επιφανειακές καθ` ημέραν αντιλήψεις περί του τι είναι δίκαιο». Ασφαλώς, είπε, «αυτό δεν σημαίνει ότι οι δικαστές είναι έξω από την κοινωνία και μακριά από τα προβλήματα των ανθρώπων αν όμως ερμηνεύει ο κάθε ένας μας το τι είναι δίκαιο με βάση την αντίληψή του για την κοινή γνώμη θα επακολουθήσει το χάος και οι συνέπειες θα είναι πολύ σοβαρότερες της οικονομικής κρίσης».
Στην τελετή διαβεβαίωσης παρευρέθηκαν ο Γενικός Εισαγγελέας Πέτρος Κληρίδης, ο Υπουργός Δικαιοσύνης Ιωνάς Νικολάου, ο αφυπηρετούντας Πρόεδρος του Ανωτάτου Δημήτρης Χατζηχαμπής, καθώς και Δικαστές του Ανωτάτου, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας Ρίκκος Ερωτοκρίτου, ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Δώρος Ιωαννίδης και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών Αλέξανδρος Ζήνων.