Τον Σεπτέμβρη του 2018 γράφαμε: Καθώς η τουρκική οικονομία βυθίζεται, η συνταγή του Ερντογάν θα είναι όπως σε κάθε φασιστικό καθεστώς, προσαρμοσμένη στις εμμονές του: άκρατη ισλαμοποίηση με πολιτική προπαγάνδα και εντονότερη καταπίεση. Έτσι, οι οίκοι αξιολόγησης της οικονομίας χαρακτηρίζονται «αγύρτες και εκβιαστές», οι Κούρδοι και αντιφρονούντες στιγματίζονται τρομοκράτες και προδότες και οι «Μανάδες του Σαββάτου» που καρτερούν σιωπηλά τα παιδιά τους που το τουρκικό κράτος εξαφάνισε, θεωρούνται πράκτορες του εχθρού.
Ταυτοχρόνως, ο Ερντογάν χτίζει μεγαλοπρεπή παλάτια καθώς ονειρεύεται «ένδοξες νίκες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας» και μετατρέπει την τουρκική οικονομία σε οικονομία πολέμου που στηρίζεται στην βιομηχανική παραγωγή και αμείωτους εξοπλισμούς. Χωρίς απαραίτητους αυξανόμενους οικονομικούς πόρους, η τουρκική κοινωνία οδηγείται στην αφαίμαξη και συντριβή.
Σήμερα, η κατάρρευση της τουρκικής λίρας προκαλεί ένα αλυσιδωτό οικονομικό «ναρκοπέδιο» π.χ. στους επόμενους μήνες επιβάλλεται αποπληρωμή τουρκικού εξωτερικού χρέους €10 δις, οι τιμές φυσικού αερίου (που εισάγεται) εκτοξεύτηκαν κ.ά. Έτσι, η τουρκική καθημερινότητα συνοψίζεται στο εξής. Με 15% ανεργία (ανεπίσημα πολύ ψηλότερη) και δραματική συρρίκνωση μισθών, η έκρηξη τιμών στα βασικά είδη ανάγκης οδηγεί στην φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού στην Τουρκία με σημαντικές πολιτικές και κοινωνικές μετατοπίσεις. Στην πράξη, αποδεικνύονται όσα για χρόνια επιχειρηματολογούσαμε στην ΕΕ:
α) Η αποδυνάμωση της τουρκικής οικονομίας αποδυναμώνει το καθεστώς επειδή τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα που αποτελούσαν την βάση στήριξης του Ερντογάν, αντιδρούν πλέον έντονα στην καταπίεση και κυρίως στην οικονομική φτωχοποίηση και αφαίμαξη τους.
β) Μια έγκαιρη επιβολή εμπορικών κυρώσεων από την ΕΕ στο τουρκικό καθεστώς θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην καθημερινότητα της τουρκικής κοινωνίας με πολιτικές προεκτάσεις, δεδομένης της εξάρτησης των τουρκικών εξαγωγών προς την ΕΕ. Στο ερώτημα λοιπόν αν οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, η απάντηση είναι ότι στην περίπτωση της Τουρκίας οι συνθήκες καθιστούν τις κυρώσεις ισχυρό όπλο. Φυσικά, η παρεμπόδιση επιβολής κυρώσεων από την Γερμανία και η αμφιταλαντευόμενη στάση Αθήνας και Λευκωσίας, έδωσαν «οξυγόνο» στο τουρκικό καθεστώς. Σήμερα, χωρίς καν κυρώσεις της ΕΕ, οι δυνάμεις της αγοράς προκαλούν αυτόβουλα τεράστιο κόστος στην Τουρκία με πολιτικές μετατοπίσεις κατά του καθεστώτος.
Παρεμπιπτόντως, η εν καιρώ πολέμου κατάρριψη ενός εχθρικού αεροπλάνου ή η καταστροφή ενός εχθρικού άρματος, θεωρούνται επιτυχίες. Η πολιτική που στερεί από το τουρκικό καθεστώς οικονομικούς πόρους και του περιορίζει τις δυνατότητες εξοπλισμών εν καιρώ ειρήνης, αποτελεί προληπτική επιτυχία με προσδοκία την ειρηνική διευθέτηση διαφορών. Συνεπώς, η αποδυνάμωση της τουρκικής οικονομίας αποτελεί αποδυνάμωση του τουρκικού θηρίου εφόσον του αφαιρεί οικονομικούς πόρους υποστήριξης των νεο-οθωμανικών του πολιτικών, αλλά δεν ανατρέπει τον εγγενή τουρκικό επεκτατισμό. Η ενδυνάμωση της δικής μας πολιτικής αποτροπής είναι το ζητούμενο στο πλαίσιο μιας ορθολογικής πολιτικής ισχύος απέναντι στον “Τούρκο Νέρωνα”, όπως τόλμησε να χαρακτηρίσει εύστοχα τον Ερντογάν μια τουρκική εφημερίδα.
Κώστας Μαυρίδης,
Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ (S&D),
Πρόεδρος Πολιτικής Επιτροπής για την Μεσόγειο