Λιγότεροι οι θάνατοι από AIDS, φυματίωση και ελονοσία τα τελευταία χρόνια

    Λιγότεροι άνθρωποι πεθαίνουν πλέον από AIDS, φυματίωση και ελονοσία, σύμφωνα με μια νέα διεθνή μεγάλη επιστημονική μελέτη, με συμμετοχή και ελλήνων επιστημόνων, που ανέλυσε στοιχεία από 188 χώρες.

    Η έρευνα δείχνει ότι οι νέες μολύνσεις από τον ιό HIV (AIDS) έχουν μειωθεί σχεδόν κατά το ένα τρίτο σε σχέση με το αποκορύφωμα της επιδημίας διεθνώς το 2005.

    Επίσης, οι θάνατοι παιδιών από ελονοσία στην υποσαχάρια Αφρική έχουν υποχωρήσει κατά 31,5% σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία, ενώ οι θάνατοι από φυματίωση εμφανίζουν πτώση 3,7% μεταξύ 2000 – 2013.

    Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Κρίστοφερ Μάρεϊ, διευθυντή του Ινστιτούτου Μέτρησης και Αξιολόγησης της Υγείας του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», δήλωσαν ότι αν και είναι ορατή η πρόοδος, πολλά ακόμη μένει να γίνουν, καθώς κάθε μία από τις τρεις νόσους (AIDS, φυματίωση, ελονοσία) προκαλεί περίπου 1 εκατ. θανάτους το χρόνο.

    Η μελέτη προειδοποιεί ότι, χωρίς περαιτέρω συντονισμένη διεθνή δράση, δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί η πιθανότητα ενός πισωγυρίσματος.

    Το AIDS, σύμφωνα με τους ερευνητές, χάρη στην ολοένα καλύτερη αντιμετώπισή του, τόσο με τις κατάλληλες προφυλάξεις, όσο και με το κατάλληλο «κοκτέιλ» αντιϊκών φαρμάκων, εξελίσσεται πλέον σε μια ασθένεια με την οποία, και όχι από την οποία, πεθαίνει κανείς.

    Το 2013 στον πλανήτη ζούσαν περίπου 30 εκατ. άνθρωποι με τη νόσο, ενώ σημειώθηκαν 1,8 εκατ. νέες μολύνσεις (έναντι 2,8 εκατ. νέων μολύνσεων στο αποκορύφωμα που είχαν φθάσει οι νέες μολύνσεις το 1997), καθώς και 1,3 εκατ. θάνατοι (έναντι 1,7 εκατ. θανάτων στο αποκορύφωμα που είχαν φθάσει οι θάνατοι το 2005).

    Η μέση ετήσια μείωση των νέων μολύνσεων του AIDS είναι της τάξης του 2,7% (2,4% στους ενήλικες και 7,2% στα παιδιά).

    Πέρυσι, ένας περίπου ίσος αριθμός ανδρών και γυναικών προσβλήθηκε από AIDS, ενώ γενικά περισσότεροι άνδρες (54%) από ό,τι γυναίκες πεθαίνουν από τη νόσο, ωστόσο υπάρχουν αρκετά περισσότερες νέες μολύνσεις σε γυναίκες ηλικίας 15 – 24 ετών από ό,τι σε συνομήλικους άνδρες.

    Εξάλλου, η μελέτη επισημαίνει ότι στην Ευρώπη υπάρχουν ορισμένες χώρες με σχετικά υψηλά ποσοστά κρουσμάτων (Πορτογαλία, Ισπανία, Ρωσία, Ουκρανία).

    Στο «μέτωπο» της φυματίωσης έχει επίσης σημειωθεί πρόοδος, καθώς μετά το 2000 επιταχύνεται σταδιακά η μείωση τόσο των νέων κρουσμάτων, όσο και των θανάτων.

    Παρόλο που μεταξύ 1990 – 2000 είχε καταγραφεί μέση ετήσια αύξηση περιστατικών κατά 0,4%, την επόμενη δεκαετία σημειώθηκε μείωση 1,3% κατ’ έτος, ενώ το 2013 υπήρξαν 7,5 εκατ. νέες μολύνσεις φυματίωσης και 1,4 εκατ. θάνατοι.

    Όσον αφορά την ελονοσία, ενώ μεταξύ 1990 – 2004 υπήρξε σημαντική αύξηση νέων περιστατικών και θανάτων παγκοσμίως, μετά το 2004 καταγράφεται μια μείωση θανάτων (π.χ. οι θάνατοι παιδιών στην υποσαχάρια Αφρική μειώθηκαν κατά 31,5%).

    Έτσι, το 2013 υπήρξαν διεθνώς περίπου 855.000 θάνατοι έναντι 1,2 εκατ. θανάτων στο αποκορύφωμα του 2004.

    Από ελληνικής πλευράς, στη μελέτη συμμετείχαν ο καθηγητής Μιλτιάδης Τσιλιμπάρης (Τμήμα Ιατρικής Πανεπιστημίου Κρήτης) και η Βασιλική Σταθοπούλου (ΚΕΕΛΠΝΟ και Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» Αθηνών).