Όταν στην Τουρκία αντιλήφθηκαν ότι η αυξανόμενη προσέγγισή τους με τη Ρωσία του Πούτιν δημιουργούσε αντιπαράθεση με τη Δύση και την Ευρ. Ένωση (ΕΕ), ενώ ταυτοχρόνως Ελλάδα και Κύπρος επωφελούνταν έμμεσα εντάσσοντας τις τουρκικές παρανομίες από το Αιγαίο ως την Κύπρο στο πλαίσιο των Ευρωτουρκικών σχέσεων, το καθεστώς Ερντογάν επεδίωξε μια κίνηση τακτικής, διατηρώντας όμως τις επεκτατικές διεκδικήσεις του. Έτσι, σε εκείνη την πλέον ευνοϊκή συγκυρία για τα εθνικά δίκαια, στην Αθήνα επικράτησε η πολιτική του κατευνασμού έναντι του τουρκικού επεκτατισμού, η οποία επισημοποιήθηκε με τη “Διακήρυξη της Αθήνας”, τέλη του 2023, ενώ η τουρκική απειλή για «αιτία πολέμου» στο Αιγαίο, το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο στην Αν. Μεσόγειο και η παράνομη κατοχή της Κύπρου συνεχίζονται ανενόχλητα…
Η πρώτη ανομολόγητη ζημιά στα εθνικά δίκαια υπήρξε ο παραγκωνισμός της Κύπρου, με την αναβάθμιση του τουρκικού επεκτατισμού για λύση «δύο κρατών», χωρίς την παραμικρή επίπτωση στα Ευρωτουρκικά. Αντιθέτως, το αντικείμενο στις Ευρωτουρκικές σχέσεις είναι η «θετική ατζέντα» με αναζήτηση «δώρων» ανταμοιβής προς την Τουρκία, ως να μην παραβιάζεται το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο στην Κύπρο, και με την παγίωση των τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων εις βάρος της Ελλάδας ως «διμερών διαφορών» και όχι ως παρανομιών.
Το τραγελαφικό είναι πως, όσο οι ζημιές αυξάνονται εις βάρος Ελλάδας-Κύπρου, άλλο τόσο οι εγχώριοι κατευναστές αρνούνται λεκτικά την πολιτική τους! Τις προάλλες, ο Υπ. Εξ. κ. Γ. Γεραπετρίτης, αρχιτέκτονας της πολιτικής του κατευνασμού της Αθήνας, δήλωνε γραπτώς ότι «δεν υπάρχει κανένα ζήτημα το οποίο να αναφέρεται σε θέματα κυριαρχίας της Ελλάδας υπό συζήτηση» με την Τουρκία, αλλά επιμελώς δεν αναφέρεται στα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα, τα οποία μέχρι πριν δύο χρόνια ήταν κι αυτά «παντελώς αδιαπραγμάτευτα» και που πλέον έχουν ντε φάκτο ακρωτηριαστεί. Άλλο δείγμα επικοινωνιακής άρνησης του κατευνασμού είναι σωρεία άρθρων από συνεργάτες του ΕΛΙΑΜΕΠ, όπως κι ο κ. Γ. Γεραπετρίτης, που όμως χρησιμοποιούν λεκτικό το οποίο παραπέμπει στην πολιτική της αποτροπής π.χ. «νέα αρχιτεκτονική ασφάλεια βασισμένη στην αποτροπή», «αντιμετώπιση της αναθεωρητικής Τουρκίας» κ.ά. Αυτή η ανάγκη των εγχώριων στρατευμένων να ευθυγραμμίσουν την πολιτική του κατευνασμού με την πολιτική της αποτροπής, καταδεικνύει μια πλάγια ομολογία που όμως δεν παραδέχονται ευθέως και δημόσια.
Όσοι εκτιμούσαμε ότι τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο με την επίσημη πλέον «Διακήρυξη της Αθήνας» για δήθεν φιλία μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας με τον τουρκικό επεκτατισμό αμετακίνητο, ήταν μια τακτική κίνηση του Ερντογάν, την οποία προώθησε ο απόλυτα έμπιστός του κι αδίσταχτος Χακάν Φιντάν, πρώην επικεφαλής των Τουρκικών Μυστικών Υπηρεσιών και τώρα Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, επιβεβαιωνόμαστε καθημερινώς από το αποτέλεσμα . Ήδη, το καθεστώς Ερντογάν προσμετρά κέρδη με τη «Διακήρυξη των Αθηνών», την οποία προβάλλει σαν διαπιστευτήρια για καλή συμπεριφορά, που πρέπει να ανταμείβεται εις βάρος των εθνικών δικαίων. Πάντως, όσο οι στρατευμένοι υποστηρικτές της πολιτικής του κατευνασμού αισθάνονται την υποχρέωση να απαρνούνται λεκτικά την πολιτική τους, άλλο τόσο οφείλουν οι πολίτες να απαιτήσουν επαναφορά του ορθολογισμού με την πολιτική της αποτροπής.
Κώστας Μαυρίδης,
Ευρωβουλευτής (ΔΗΚΟ – S&D),
Πρόεδρος της Πολιτικής Επιτροπής για την Μεσόγειο