Λιγότερο από ένα μήνα, μετά τη σφοδρότατη και πρωτοφανή στα διπλωματικά χρονικά προσωπική επίθεση του Αμερικανού προέδρου στον Ρώσο ομόλογό του, οι δύο ηγέτες επικοινώνησαν για πρώτη φορά. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, ο Τζο Μπάιντεν είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, με τους δύο να προτίθενται να συναντηθούν για μία Σύνοδο Κορυφής. Αυτή αναμένεται να συγκληθεί «σε μια τρίτη χώρα τους επόμενους μήνες».
Η επικοινωνία αυτή έρχεται λίγες εβδομάδες μετά τις βαριές κατηγορίες που εξαπέλυσε ο Αμερικανός πρόεδρος ενάντια στον Ρώσο ομόλογό του σε τηλεοπτική συνέντευξή του. Υπενθυμίζουμε ότι τον χαρακτήρισε “δολοφόνο”, απαντώντας σε ερώτηση που του έκανε ο Τζορτζ Στεφανόπουλος του ABC, ενώ προειδοποίησε ότι η Ρωσία θα πληρώσει για την φερόμενη εμπλοκή της στις αμερικανικές εκλογές. Παρά το ψυχροπολεμικό κλίμα που επικρατεί έκτοτε, αποδεικνύεται ότι η πόρτα του διαλόγου δεν έχει κλεισει από κανέναν ερμητικά.
Το βήμα αυτό από πλευράς Ουάσινγκτον, έρχεται τη στιγμή που κλιμακώνεται η ουκρανική κρίση. H Ρωσία αναπτύσσει στρατεύματα κατά μήκος των συνόρων με την Ουκρανία, όπου οι κυβερνητικές δυνάμεις και οι αυτονομιστές που υποστηρίζονται από τη Ρωσία συγκρούονται από το 2014. Τότε, οι Ρώσοι είχαν μονομερώς προσαρτήσει την Κριμαία και με το Ντονμπάς, την ανατολική πλευρά της χώρας που ελέγχεται από Ρώσους αυτονομιστές. Η ένταση αναζοπυρώθηκε και οι μάχες εντάθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες. Αμφότερες οι δύο πλευρές κατηγορούν η μία την άλλη για παραβίαση της εκεχειρίας. Η Μόσχα προειδοποίησε το Κίεβο να μην επιχειρήσει να ανακτήσει την περιοχή που ελέγχουν οι αυτονομιστές. Η ουκρανική κυβέρνηση αρνήθηκε ότι ετοιμάζεται να πράξει κάτι τέτοιο. Το Κρεμλίνο προειδοποίησε και τις ΗΠΑ να μείνουν μακριά από τη Ρωσία και την Κριμαία, υποστηρίζοντας ότι «ο κίνδυνος ενός συμβάντος είναι πολύ μεγάλος».
Κατά τη διάρκεια του επίμαχου τηλεφωνήματος Μπάιντεν-Πούτιν, ο πρώτος εξέφρασε την υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ουκρανία, επισημαίνοντας τις αμερικανικές «ανησυχίες για την συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων» στα σύνορα με την Κριμαία. Κάλεσε την Ρωσία να αποκλιμακώσει την ένταση. Αναφέρθηκε και τις κυβερνητικές επιθέσεις. Ξεκαθάρισε ότι θα «δράσουν με αποφασιστικότητα για την υπεράσπιση των εθνικών τους συμφερόντων» όσον αφορά τις ρωσικές κυβερνοεπιθέσεις και τις παρεμβάσεις σε εκλογικές διαδικασίες, όπως ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος. Είναι μία κατηγορία που το Κρεμλίνο αρνείται.
Δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι υπάρχουν και ζητήματα στα οποία οι δύο ηγέτες συμφωνούν. Ο έλεγχος των πυρηνικών όπλων είναι ένα τέτοιο. Το Κρεμλίνο είχε χαιρετίσει μία από τις πρώτες αποφάσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν, που ήταν η επέκταση της Νέας Συνθήκης START, την συνθήκης ελέγχου των πυρηνικών όπλων. Το ίδιο ισχύει και για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Προς το παρόν, όμως, προέχει η Ουκρανία. Στο ΝΑΤΟ κυριαρχεί ιδιαίτερη ανησυχία. Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ομάδας των Επτά G7 καταδίκασαν την αύξηση του αριθμού των ρωσικών στρατευμάτων. «Αυτές οι μεγάλης κλίμακας μετακινήσεις στρατευμάτων, χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, αποτελούν απειλητικές και αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες», ανέφερε το κοινό ανακοινωθέν. «Η Ρωσία πρέπει να τερματίσει αυτή τη στρατιωτική συσσώρευση μέσα και γύρω από την Ουκρανία, να σταματήσει τις προκλήσεις της και να προχωρήσει αμέσως σε αποκλιμάκωση», ανακοίνωσε με τη σειρά του και ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ.
«Η αλεπού στην ανεμοζάλη χαίρεται», λέει η λαϊκή παροιμία. Αυτό φαίνεται να ισχύει και για τον Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος εμπλέκεται στην ουκρανική κρίση. Παρά τη λυκοφιλία του με τον Πούτιν, ο Ερντογάν στέκεται στο πλευρό της Ουκρανίας. Καλωσόρισε, μάλιστα, και τον Ουκρανό ομόλογό του Βόλοντιρ Ζελένσκι για δεύτερη φορά σε σύντομο χρονικό διάστημα στην Άγκυρα. Δεν είναι, άλλωστε, μυστικό ότι Άγκυρα και Κίεβο συνεργάζονται στενά και στον τομέα της πολεμικής βιομηχανίας. Η Ουκρανία συμφώνησε να αγοράσει τέσσερις τουρκικές κορβέτες κλάσης MILGEM Ada, ραντάρ, πυραύλους και drones.