Η επιστροφή της Αμμοχώστου είναι ένα ζήτημα περίπλοκο και φορτισμένο, το οποίο μέσα στα χρόνια έχει γίνει αντικείμενο πολιτικών διαπραγματεύσεων, τακτικών διπλωματίας, προεκλογικών αντιπαραθέσεων και άλλων πολλών.
Η πραγματικότητα είναι, όμως, μία: Εδώ και 40 χρόνια οι κάτοικοι της Αμμοχώστου στερούνται το δικαίωμα της επιστροφής στα σπίτια τους και η πόλη παραμένει ένας τόπος άδειος και σιωπηλός, παραδομένος στη φθορά που προκαλούν, φυσιολογικά, ο χρόνος και τα στοιχεία της φύσης.
Η επιστροφή της Αμμοχώστου επανήλθε τις τελευταίες εβδομάδες στην ατζέντα των ψυχρών πολιτικών συζητήσεων, οι οποίες αγνοούν τη νοσταλγία και την ψυχολογική φόρτιση που προκαλούν σ’ αυτούς που ζουν με την ελπίδα να επιστρέψουν.
Και όμως, αν αυτή η ελπίδα, η ευχή, η προσευχή, γίνονταν σήμερα πραγματικότητα, πόσο εφικτή θα ήταν η δυνατότητα στον εκτοπισμένο Αμμοχωστιανό να μπει στο αυτοκίνητό του και να πάει να ζήσει στον τόπο που γεννήθηκε;
Εδώ είναι που κλείνει ο κύκλος των πολιτικών και τη θέση τους παίρνουν οι Αρχιτέκτονες και οι Μηχανικοί. Είναι προφανές πως θα υπάρχει δικαιολογημένη έντονη επιθυμία για επανεγκατάσταση, όμως αυτό δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να μας οδηγήσει σε βεβιασμένες κινήσεις.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως η πολύχρονη έλλειψη συντήρησης, ιδιαίτερα σε μια περιοχή που γειτνιάζει με τη θάλασσα, αναπόφευκτα θα έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα φθοράς που πρέπει να εκτιμηθούν και να αντιμετωπιστούν.
Κρίσιμες αποφάσεις πρέπει να ληφθούν για τη δυνατότητα συντήρησης και επιδιόρθωσης σε αντιπαραβολή με την πιθανότητα κατεδάφισης και επανοικοδόμησης, στις οποίες η συμμετοχή των κατοίκων θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος και να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως ο σχεδιασμός της αποκατάστασης δεν είναι απλή διαδικασία. Αφού καθοριστεί η γενική πολεοδομική πολιτική, θα πρέπει να οργανωθεί η επέμβαση στην πόλη με τρόπο που να μην δημιουργηθούν προβληματικές καταστάσεις. Η αποκατάσταση πρέπει να γίνει συντονισμένα και σε στάδια.
Η πρώτη παρέμβαση, πέρα από τα θέματα που αφορούν ναρκοπέδια και άλλα παρόμοια, είναι η δημιουργία της βασικής υποδομής.
Δεν είναι απαραίτητο να περιμένουμε την πλήρη αποκατάσταση όλων των δικτύων της πόλης πριν επέμβουμε στα ίδια τα κτίρια αλλά δεν μπορεί η πόλη να λειτουργήσει αν δεν υπάρχουν τουλάχιστον οι βασικές υπηρεσίες (δρόμοι, ηλεκτρισμός, τηλέφωνα, νερό, αποχετεύσεις). Τα δημόσια κτίρια είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της πόλης.
Τα σχολεία, το δημαρχείο, η αστυνομία, η πυροσβεστική, το κτηματολόγιο και άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες πρέπει να οργανωθούν για να μπορούν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των κατοίκων. Η επιδιόρθωση των ιδιωτικών κτιρίων πρέπει να γίνει μέσα από καθαρούς κανόνες και την εφαρμογή συγκεκριμένης πολιτικής.
Ο βαθμός συνεισφοράς του κράτους πρέπει να αποφασιστεί έγκαιρα ώστε να αποφευχθεί η σύγχυση και η αναστάτωση των πολιτών. Οι διαδικασίες προσφοροδότησης και ανάθεσης των εργασιών πρέπει να θεσμοθετηθούν με τρόπο που να μην κολλήσουν στις συνηθισμένες χρονοβόρες διαδικασίες αλλά να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις συνθήκες που θα υπάρχουν.
Το Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου, λαμβάνοντας υπόψη του όλα τα παραπάνω, πριν μια δεκαετία, με δική του πρόταση στο Υπουργικό Συμβούλιο, συνέβαλε αποφασιστικά στη δημιουργία του Συμβουλίου Ανοικοδόμησης και Επανεγκατάστασης, του οποίου ευθύνη είναι ακριβώς ο σχεδιασμός και προγραμματισμός της ανοικοδόμησης και επανεγκατάστασης και η ανάπτυξη μεθοδολογιών ταχείας ανταπόκρισης σε περίπτωση λύσης.
Με βάση το σχέδιο επιστροφής του Συμβουλίου για την περίπτωση της Αμμοχώστου, θα χρειαστούν πέντε χρόνια και τρία δισεκατομμύρια ευρώ για την αποκατάσταση της λειτουργίας της πόλης σε ένα λογικό βαθμό, ενώ το Επιμελητήριο σε αυτή τη διαδικασία θα έχει συντονιστικό ρόλο.
Το Επιμελητήριο διαθέτει την εμπειρία και την τεχνογνωσία για να αναλάβει ενεργό ρόλο στην οργάνωση της ανοικοδόμησης, προτείνοντας το πρόγραμμα και τις δομές που θα χρειαστούν και διατηρώντας τον έλεγχο και την παρακολούθηση των εργασιών.
Παράλληλα, εάν αυτό του ζητηθεί από την Πολιτεία, το ΕΤΕΚ θα μπορούσε άμεσα με τις σημερινές συνθήκες να προχωρήσει σε προκαταρκτικές δραστηριότητες που να βοηθήσουν στη σωστή εκτίμηση της κατάστασης και να δώσουν πληροφορίες και δεδομένα που είναι απαραίτητα σε κάθε συζήτηση του θέματος.
Ο σχεδιασμός για την Αμμόχωστο δεν θα πρέπει να στοχεύει, σε καμιά περίπτωση, να αρκεστεί στην πόλη που αφήσαμε πίσω μας το 1974, προσφέροντας μία πρόσκαιρη λύση στο θέμα της επανεγκατάστασης, διατηρώντας με κάθε θυσία σε θέματα ποιότητας μία γερασμένη πόλη με μικρό ορίζοντα ζωής.
Το Επιμελητήριο πιστεύει ακράδαντα πως μπροστά μας ανοίγεται μία ευκαιρία για να επιστρέψουμε δημιουργώντας μία σύγχρονη πόλη, με σεβασμό στην ταυτότητά της και τις μνήμες των κατοίκων της, αλλά και με όραμα για την ποιοτική οργάνωση και αναδόμησή της με βάση τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης για μια πόλη στολίδι στον 21ο αιώνα.
“Στέλιος Αχνιώτης Πολιτικός Μηχανικός Πρόεδρος ΕΤΕΚ”