Σε σχέση με σημερινά δημοσιεύματα της εφημερίδας Πολίτης, που για ακόμη μια φορά στρέφονται προσωπικά κατά του Γενικού Ελεγκτή, η Ελεγκτική Υπηρεσία ανακοινώνει τα ακόλουθα:
1. Όπως έχουμε ενημερωθεί από τη Νομική Υπηρεσία, υπάρχει πρόθεση να καταχωρισθεί έφεση για την απόφαση του Κακουργιοδικείου Λεμεσού στην υπόθεση του ΤΕΠΑΚ.
2. Όσον αφορά στα ερωτήματα της εφημερίδας ως προς τις ενέργειες του Γενικού Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη υπό την προηγούμενη ιδιότητα του ως Διευθυντή Ελέγχου του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, παρατίθεται πιο κάτω απόσπασμα από πρόσφατη επιστολή της Υπηρεσίας μας στην οποία φαίνονται, μεταξύ άλλων, και οι ενέργειες της Διεύθυνσης Ελέγχου.
«(α) Οι πρώτες απεργίες άρχισαν τον Ιανουάριο του 2012 και συνεχίστηκαν με διακοπές μέχρι τον Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου, όταν οι ανάδοχοι διαπίστωσαν, κατά τον έλεγχο των λογαριασμών του 2010, ότι υιοθετείτο η θέση της Διεύθυνσης Ελέγχου του Υπουργείου σας πως τα υφιστάμενα πεπαλαιωμένα λεωφορεία τους δεν θα μπορούσαν να αποζημιώνονται για απόσβεση με ποσά της τάξης των €100 ημερησίως (δηλαδή €40.000(!) ετησίως), όπως ανεχόταν να αποζημιώνονται ο Διευθυντής του Τμήματος Οδικών Μεταφορών (ως η τότε αναθέτουσα αρχή), και ότι δεν θα μπορούσαν να λαμβάνουν εύλογο κέρδος (6% έως 10%) επί δανείων κεφαλαίων για τα οποία αποζημιώνονταν όλα τα χρηματοδοτικά έξοδα.
Οι απεργίες έληξαν όταν το Υπουργείο τήρησε σθεναρή στάση και οι ανάδοχοι αναγκάστηκαν να αποδεχθούν, σε συνάντηση που έγινε την Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012 υπό την προεδρία του τότε Υπουργού Ευθύμιου Φλουρέντζου, σχεδόν πλήρως τις θέσεις του Υπουργείου ως προς την απόσβεση των υφιστάμενων λεωφορείων τους. Υπενθυμίζω ότι τότε το Υπουργείο είχε λάβει γνωμάτευση από την Νομική Υπηρεσία και είχε καταστρώσει σχέδιο για ανάθεση της μεταφοράς μαθητών με ξεχωριστές προσφορές, ώστε να μην είναι όμηρος των αναδόχων.
(β) Στις 7 Δεκεμβρίου 2012, εν μέσω απεργιών μετά από αποκοπές στις πληρωμές των αναδόχων που είχε εισηγηθεί η Διεύθυνση Ελέγχου, αποφασίστηκε σε σύσκεψη υπό την Προεδρία του τότε Υπουργού Ευθύμιου Φλουρέντζου, και στην παρουσία και του τότε Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών και των αναδόχων, αυξημένο προκαταρκτικό κόστος ανά χιλιόμετρο (ΚΑΧ) για τα έτη 2010 έως 2013, με παράλληλη δέσμευση των αναδόχων για υποβολή όλων των αναγκαίων τιμολογίων και παραστατικών, τα οποία θα έπρεπε να είχαν υποβάλει μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2013.
(γ) Οι ανάδοχοι δεν τίμησαν τις δεσμεύσεις τους με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος των πληρωμών. Ορισμένοι μέχρι τον Νοέμβριο του 2013 δεν είχαν καν υποβάλει ελεγμένους λογαριασμούς για το 2011. Τότε η Διεύθυνση Ελέγχου εισηγήθηκε ξανά αποκοπές στις πληρωμές των αναδόχων και έγιναν νέες εκβιαστικές απεργίες. Για ακόμη μια φορά έγιναν υποχωρήσεις και προωθήθηκαν πληρωμές στη βάση υποσχέσεων ότι οι ανάδοχοι θα συμμορφώνονταν με τις συμβατικές τους υποχρεώσεις και θα προσκόμιζαν όλα τα αναγκαία τιμολόγια και παραστατικά.
(δ) Στις 9 Απριλίου 2014, δηλαδή λίγες ημέρες μετά που ο νυν Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων είχε αναλάβει τα καθήκοντά του, απέστειλε αυστηρές επιστολές σε όλους τους αναδόχους, στη βάση σχετικής εισήγησης της Διεύθυνσης Ελέγχου. Καταγράφω σχετικό χαρακτηριστικό απόσπασμα από την επιστολή προς τον ΟΣΕΛ:
“Απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος των λογαριασμών της εταιρείας σας για το 2010 αλλά αρνείστε να προσκομίσετε τα σχετικά τιμολόγια εξόδων για τα έτη 2011 και 2012, για τα οποία μάλιστα δεν έχετε ακόμη υποβάλει ελεγμένους λογαριασμούς, ενώ οφείλατε να πράξετε τούτου από τον Ιούνιο του 2012 και 2013 αντίστοιχα. Αυτό είναι παντελώς απαράδεκτο, ειδικά αφού στις αρχές Φεβρουαρίου 2014 δεσμευθήκατε εκ νέου στον προκάτοχο μου μακ. Τάσο Μητσόπουλο ότι θα τα υποβάλλατε το αργότερο εντός διμήνου. Δεν προτίθεμαι να επανέλθω στο θέμα αυτό, για το οποίο θεωρώ ότι είσαστε απόλυτα εκτεθειμένοι. Η διενέργεια πληρωμών χωρίς την υποβολή τιμολογίων και λογαριασμών δεν πρόκειται να συνεχιστεί, και ελπίζω αυτό να το αντιλαμβάνεστε”.
(ε) Ο εμπαιγμός εκ μέρους των αναδόχων συνεχίστηκε, και η υποβολή των στοιχείων που θα επέτρεπε τον ουσιαστικό έλεγχο των δαπανών τους, ώστε να καθοριστεί η Κυβερνητική Συνεισφορά, συνέχισε να γίνεται με εξαιρετικά μεγάλες καθυστερήσεις. Πολλοί ακόμη δεν έχουν υποβάλει οικονομικές καταστάσεις για το έτος 2015 και το 2016, ενώ σε 2 αναδόχους εκκρεμεί η υποβολή ακόμη και για το 2014».