Η αυστριακή εφημερίδα Der Standard στη χριστουγεννιάτικη έκδοσή της, με αφορμή την επικείμενη κατάθεση της σχετικής εμπιστευτικής έκθεσης, από την ειδική ομάδα εργασίας στον υπουργό Οικονομικών κάνει αναφορά στις οφειλές της Γερμανίας προς την Ελλάδα, κυρίως από το αναγκαστικό δάνειο αλλά και από τις πολεμικές αποζημιώσεις για την επί 3,5 χρόνια ναζιστική κατοχή.
«Οι Γερμανοί στρατιώτες ήταν στην Ελλάδα από τον Απρίλιο του 1941 έως το Σεπτέμβριο του 1944 και πίσω τους δεν άφησαν τίποτε άλλο παρά καμένη γη και τη μνήμη για την πείνα, τις σαδιστικές σφαγές και εκτοπίσεις. Η προγιαγιά του σημερινού πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, η συγγραφέας Πηνελόπη Δέλτα, αυτοκτόνησε την ημέρα κατά την οποία εισέβαλε στην Αθήνα η Βέρμαχτ» σημειώνεται στο δημοσίευμα, με τίτλο: «Η οργή της Αθήνας για το αναγκαστικό δάνειο με τα δεκαπέντε μηδενικά», στο οποίο φιλοξενείται συνομιλία με τον επικεφαλής της ομάδας εργασίας, Παναγιώτη Καρακούση.
Ο ίδιος, που, όπως σημειώνει η εφημερίδα «με την ομάδα εργασίας επί δύο χρόνια ερεύνησαν και υπολόγισαν τί οφείλει η Γερμανία στους Ελληνες μέχρι σήμερα», εκφράζει θλίψη βλέποντας, όπως λέει, μερικούς στη Γερμανία και αλλού να αμφισβητούν το προφανές, δηλαδή τις ζημίες που υπέστη η Ελλάδα, καθώς αρκεί και μόνον να αναλογιστεί κανείς ότι η Ελλάδα είχε τις μεγαλύτερες απώλειες, με το 19% του πληθυσμού της εκείνη την εποχή, δηλαδή 1,4 εκατομμύρια Ελληνες, να έχουν πεθάνει ή τραυματιστεί.
Πρόκειται για ομάδα τεχνοκρατών εξηγεί και σημειώνει ότι έχει παραμερίσει την οργή του και προσπάθησε να υπολογίσει τα πάντα αντικειμενικά, χωρίς οι έρευνες της ομάδας να έχουν κανένα πολιτικό στόχο και να σχετίζονται με τη δανειακή βοήθεια προς την Ελλάδα.
Η εφημερίδα παρατηρεί ότι τα δέκα δισεκατομμύρια ευρώ είναι το πολλαπλάσιο εκείνου που κατέβαλε το 1960 η Δυτική Γερμανία στους Ελληνες ως «αποζημίωση» για τα θύματα του ναζισμού στα τριάμισι χρόνια κατοχής, όταν η Βέρμαχτ είχε μεταφέρει στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης 70.000 Εβραίους από την Ελλάδα από τους οποίους δεν επέστρεψε σχεδόν κανείς και όταν είχε εκτελέσει 130.000 άμαχους στη χώρα.
Συμπληρώνει δε, ότι η επιχειρηματολογία των γερμανικών κυβερνήσεων είναι κατά κάποιον τρόπο ανέντιμη, όπως επισημαίνουν επανειλημμένα Γερμανοί ιστορικοί όπως οι Χάγκεν Φλάισερ και Αλμπρεχτ Ριτσλ, διότι μετά το 1945 η Βόννη «παρηγορούσε» τους Ελληνες πως όταν η Γερμανία θα έχει επανενωθεί θα μπορούσε να λυθεί οριστικά το ζήτημα των αποζημιώσεων.
Ωστόσο όταν έγινε πραγματικά η επανένωση ήταν ήδη αργά, καθώς οι Γερμανοί στην «Συνθήκη των δύο συν τέσσερις» του 1990 περιέλαβαν προληπτικές διατάξεις για να αποτρέψουν περαιτέρω αξιώσεις για αποζημιώσεις.
Στη συνέχεια σημειώνεται πως κατά την επίσκεψη του Γερμανού προέδρου Γιόαχιμ Γκάουκ την περασμένη άνοιξη στην Ελλάδα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας είχε ζητήσει να αρχίσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα η αποπληρωμή των αποζημιώσεων από τη Γερμανία, κάτι στο οποίο ο Γιόαχιμ Γάουκ είχε αντιτάξει χαρακτηριστικά: «Ξέρετε τι πρέπει να απαντήσω: η νομική οδός για αυτό έχει κλείσει».
Η αυστριακή εφημερίδα αναφέρει πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει για τους υπαλλήλους στο υπουργείο Οικονομικών στην Αθήνα και για τον Παναγιώτη Καρακούση που για πρώτη φορά συγκέντρωσε τα διασκορπισμένα αρχεία και ο οποίος στο σημειωματάριο του σημειώνει έναν δεκαπενταψήφιο αριθμό, δηλαδή 1,5 τρισεκατομμύρια δραχμές που αφαιρέθηκαν και είναι καταγεγραμμένα στην Τράπεζα της Ελλάδας, ως καταναγκαστικό δάνειο, το οποίο απέσπασαν το Μάρτιο του 1942 από τους Ελληνες, το γερμανικό Ράιχ και η Ιταλία.
Σημειώνει επιπλέον πως οι υπάλληλοι σε αυτούς τους υπολογισμούς τους δεν συμπεριέλαβαν καν τα δισεκατομμύρια δραχμών που ήταν τα μηνιαία έξοδα των κατοχικών δυνάμεων, ενώ, όπως παρατηρεί, το δάνειο παραμένει ανοικτό και υπάρχουν οι υπογραφές των κατακτητών που μάλιστα λίγο πριν από το τέλος του Πολέμου είχαν πληρώσει δύο δόσεις του, κάτι που αποδεικνύει πως επρόκειτο για ένα δάνειο.