Ο Φεβρουάριος έχει τόσο λίγες ημέρες, είναι επειδή είναι ο τελευταίος μήνας του χρόνου !!
Κι έτσι πολύ απλά, σε αυτόν είναι οι υπόλοιπες ημέρες που περισσεύουν από τις 365 ημέρες του χρόνου!
Εμείς βέβαια, μετράμε ως τελευταίο μήνα τον Δεκέμβριο, για άλλους πρακτικούς λόγους. Όμως, στην πραγματικότητα αυτό που είχε συμβεί παλιά, ήταν το εξής:
Ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος δεν υπήρχαν παλιά. Ο πρώτος μήνας που ξεκινούσε το έτος ήταν ο Μάρτιος και ο τελευταίος ήταν ο Δεκέμβριος.
Ήταν οι 10 παραγωγικοί μήνες, αλλά από κει και πέρα, περίσσευαν άγριες χειμερινές ημέρες τις οποίες δεν τις εντάσσανε σε κάποιους μήνες, μιας και ήταν ημέρες μη παραγωγικές.
Μετά το Δεκέμβριο περίσσευαν οι άγριες χειμερινές ημέρες τις οποίες όμως δεν εντάσσανε σε κάποιους μήνες, καθώς ήταν ημέρες μη παραγωγικές για τη ζωή του ανθρώπου.
Διαπιστωνόταν όμως έτσι μια χρονική ανακολουθία αναφορικά με την έναρξη και λήξη του έτους καθώς, ανάλογα με τη χρονιά, έμεναν λιγότερες ή περισσότερες ημέρες αδιάθετες.
Στην προσπάθεια ομαλότερης κατανομής οι άνθρωποι δημιούργησαν τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο προκειμένου να κατατάξουν σ’ αυτούς τις ημέρες που περίσσευαν.
Η κατανομή λοιπόν ξεκίνησε από τον Ιανουάριο ο οποίος πήρε 31 ημέρες, ενώ οι υπόλοιπες αδιάθετες ημέρες δόθηκαν στο Φεβρουάριο, ο οποίος έλαβε τις εναπομείνασες 29 ημέρες.
Όταν αργότερα το 44 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας ζήτησε τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη προκειμένου να αλλάξει το ρωμαϊκό ημερολόγιο, ο τελευταίος βασιζόμενος στους υπολογισμούς του πατέρα της αστρονομίας Ιππάρχου, ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό ή τροπικό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες, θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθεταν ακόμη μία ημέρα, μετά την «έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου», που ονομαζόταν «bis sextus».
Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δύο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο». Το «περίσσευμα» της ημέρας αυτής κάθε τέσσερα έτη αποφασίστηκε να δοθεί στον ελλιπή μήνα Φεβρουάριο και αντί των 29 ημερών να έχει τη συγκεκριμένη δίσεκτη χρονιά 30 ημέρες.
Το 4 π.Χ. όμως ο αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος αφαίρεσε μία ημέρα απ’ το Φεβρουάριο, την οποία πρόσθεσε στο μήνα Αύγουστο που έφερε το όνομά του, προκειμένου να μην υπολείπεται σε τίποτε από το μήνα που έφερε το όνομα του Ιουλίου Καίσαρα, τον Ιούλιο, ο οποίος είχε 31 ημέρες.
Συνεπώς ο Φεβρουάριος παρέμεινε με 28 ημέρες τα απλά έτη και 29 τα δίσεκτα.
Ο λαός μας όμως τα δίσεκτα έτη τα θεωρεί γρουσούζικα. Η παρανόηση του λαού αυτή πιθανά οφείλεται στη λανθασμένη αντίληψη της ετυμολογίας και ορθογραφίας του πρώτου συνθετικού της λέξης «δίσεκτο».
Δηλαδή αντί του σωστού «δις» (που σημαίνει δύο φορές) να εννοείται λανθασμένα το αχώριστο προθεματικό μόριο «δυς» που έχει την έννοια της δυστυχίας, «της δυσκολίας, της κακής καταστάσεως ή του απευκταίου αποτελέσματος».
!