Η ψυχολόγος και συγγραφέας δρ Εύα Στάμου περιγράφει από τη Βοστόνη το κλίμα στις αμερικανικές εκλογές, σχολιάζει την έκβασή τους και εξηγεί τη νίκη που χάρισε στον Μπαράκ Ομπάμα τη δεύτερη προεδρική θητεία του. “Γιατί κάποιες φορές, ακόμη και στις εκλογές, οι άνθρωποι μπορεί να μετρούν περισσότερο από τους αριθμούς.”Μασσαχουσέτη, ώρα 23.15: τα περισσότερα κανάλια δίνουν την οριστική τους πρόβλεψη για το τελικό αποτέλεσμα των εκλογών σ’ ένα κοινό που παρακολουθεί την εκλογική αναμέτρηση με κομμένη την ανάσα: ο Μπαράκ Ομπάμα κερδίζει τη δεύτερη προεδρική θητεία του.
Το πρωί της Τρίτης οι περισσότερες – αντικρουόμενες – αναλύσεις των τηλεπαρουσιαστών για το εκλογικό αποτέλεσμα επέτειναν την αγωνία των ψηφοφόρων για μια αναμέτρηση που είχε ανακηρυχτεί εδώ και έναν τουλάχιστον μήνα ως η “πιο αμφίρροπη όλων των εποχών”.
Το ζήτημα δεν είναι κατά πόσο οι δημοσκόποι των καναλιών έκαναν ή όχι καλά την δουλειά τους, αλλά ότι όποιος παρακολούθησε κάποιες από τις αμέτρητες τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές αναλύσεις των τελευταίων εβδομάδων, θα διαπίστωσε μια κοινή προσέγγιση των περισσότερων αναλυτών – προσέγγιση που πιστεύω ότι αναπαρήγαγε δύο λάθη.
Το πρώτο λάθος ήταν πως η ψήφος των Αμερικάνων θα είναι απλά αρνητική: με άλλα λόγια, οι ψηφοφόροι δεν θα προσέρχονταν στις κάλπες για να “βγάλουν πρόεδρο” αλλά για να αποκλείσουν τον αντίπαλό του. Το μήνυμα που ήθελαν να περάσουν τα ΜΜΕ ήταν ότι ακόμη κι αν ο κόσμος ψήφιζε τους Δημοκρατικούς δεν θα το έκανε επειδή πίστευε στον Ομπάμα αλλά επειδή δεν άντεχε άλλο να ακούει τις οπισθοδρομικές απόψεις του Ρόμνι – ή ότι αν ψήφιζε Ρεπουμπλικάνους θα το έκανε για να μην βλέπει άλλο, έναν μαύρο με κομψό ντύσιμο και περίπλοκο λεξιλόγιο στην εξουσία, κι όχι επειδή θεωρεί τον Ρόμνι ικανό να ανατρέψει την παρούσα οικονομική κρίση που ταλανίζει την χώρα.
Το δεύτερο λάθος που έκαναν τα κανάλια και οι περισσότερες εφημερίδες ήταν να βομβαρδίζουν το κοινό τους με στοιχεία υπέρ ή κατά του οικονομικού προγράμματος του κάθε υποψηφίου, τονίζοντας διαρκώς πως αυτό είναι το κύριο (ίσως και το μόνο) θέμα που πρέπει ν’ απασχολεί τον ψηφοφόρο μπροστά στην κάλπη. Όμως η προσέγγιση των σχεδιαστών της προεκλογικής εκστρατείας τόσο των Δημοκρατικών όσο και των Ρεπουμπλικάνων απέδειξε ότι τα άγχη και οι έγνοιες των ψηφοφόρων δεν εξαντλούνται στην οικονομία. Και οι δύο υποψήφιοι στις συγκεντρώσεις τους έδωσαν έμφαση στις διαφορές τους για το πώς αντιλαμβάνονται το εκπαιδευτικό σύστημα, τη σημασία των θρησκευτικών πεποιθήσεων, το ρόλο της γυναίκας στον οικογενειακό προγραμματισμό και στην αγορά εργασίας, τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων και την δυνατότητα ή όχι αρμονικής συμβίωσης διαφορετικών εθνικών ομάδων. Προέβαλαν δηλαδή αμφότεροι ένα πολιτιστικό πρότυπο σύμφωνα με το οποίο υπέθεσαν ότι οι ψηφοφόροι τους θα ήθελαν να εξελιχθεί η ζωή στην Αμερική.
Η αρχή των ίσων αποδοχών για ίση εργασία ανεξαρτήτως φύλου, το δικαίωμα στην ιατρικά παρακολουθούμενη άμβλωση, οι καινοτομίες στη νομοθεσία περί της χρήσης μαριχουάνας για θεραπευτικούς λόγους (υπερψηφίστηκε στη Μασσαχουσέτη με 63%), ή το δικαίωμα του τερματισμού της ζωής με αξιοπρέπεια ατόμων που πάσχουν από ανίατες, μη αναστρέψιμες ασθένειες (καταψηφίστηκε οριακά με 51%), είναι μερικά από τα προεκλογικά ζητήματα που δεν εξαντλούνται στην οικονομική τους κοστολόγηση.
Η κύρια θέση που συγκράτησαν τα εκατομμύρια τηλεθεατών της τελευταίας συνέντευξης του Ομπάμα στον Τζέι Λίνο ήταν πως “Η άμβλωση είναι κάτι σοβαρό που συζητάς με τον σύντροφό σου και τον γιατρό σου – όχι με τον γερουσιαστή σου”. Ένα άλλο ζήτημα που δεν προβλήθηκε από τα δελτία ειδήσεων – αλλά παρουσιάστηκε από ορισμένες εφημερίδες και συζητήθηκε ευρέως στα μπλογκς – είναι οι προσπάθειες του Ομπάμα να σταματήσει το φρικτό φαινόμενο των βιασμών κρατουμένων στις γυναικείες φυλακές. Αυτά είναι δύο μόνο από τα κοινωνικά ζητήματα που επηρέασαν πλήθος ψηφοφόρων. Γιατί κάποιες φορές, ακόμη και στις εκλογές, οι άνθρωποι μπορεί να μετρούν περισσότερο από τους αριθμούς.