Στην κρισιμότητα των στιγμών που διέρχεται η Κύπρος αναφέρθηκε σήμερα ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Γιαννάκης Ομήρου, χαιρετίζοντας την έναρξη των εργασιών των Συνεδρίων των Αποδήμων Κυπρίων στη Λευκωσία και επισημαίνοντας πως “οι κίνδυνοι οφθαλμοφανείς”.
“Χρειάζεται συστράτευση δυνάμεων, συλλογικότητα και συντονισμός ενεργειών και δράσης. Ο αγώνας μας είναι αγώνας ζωής, είναι αγώνας Δικαίου και σε τέτοιους αγώνες δεν επιτρέπεται αποτυχία“, δήλωσε ο κ. Ομήρου κατά την εναρκτήρια τελετή του 17ου Παγκόσμιου Συνεδρίου Αποδήμων Κυπρίων (ΠΟΜΑΚ και ΠΣΕΚΑ) και της Συνόδου του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Νεολαίας της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Αποδήμων Κυπρίων (ΝΕΠΟΜΑΚ), στο Συνεδριακό Κέντρο “Φιλοξενία”.
“Χρέος μας”, είπε ο Πρόεδρος της Βουλής, “η διεκδίκηση των στοιχειωδών δικαιωμάτων του λαού μας, η ανάδειξη της πραγματικής φύσης της κυπριακής κρίσης και η απαίτηση για εφαρμογή των αρχών του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου”.
Μαζί με εκτενείς αναφορές στο Κυπριακό και στις προσπάθειες επανέναρξης διαπραγματεύσεων προς επίλυση του προβλήματος, ο κ. Ομήρου αναφέρθηκε και στην οικονομική κρίση, δηλώνοντας ότι, “για τη σημερινή κατάσταση της κυπριακής οικονομίας, ιδιαίτερα στον τραπεζικό τομέα, υπάρχουν τεράστιες ευθύνες και ασφαλώς επιβάλλεται ο καταλογισμός ευθυνών και η προσαγωγή των υπαιτίων ενώπιον της Δικαιοσύνης”.
“Ο λαός μας”, είπε ο Πρόεδρος της Βουλής, “δεν θα ανεχθεί καμμιά συγκάλυψη των εγκλημάτων που οδήγησαν στη σημερινή οικονομική τραγωδία” και “θα επιμείνει μέχρι τέλους στην κάθαρση και την τιμωρία”.
Όπως ανέφερε ο Πρόεδρος της Βουλής, “ο λαός θα διατηρήσει την αυτοπεποίθηση και το αγωνιστικό του πνεύμα, τις αστείρευτες δυνάμεις και δυνατότητές του και την πίστη του στο παρόν και το μέλλον της πατρίδας μας” και, “όπως και μετά την τραγωδία του 1974, που μέσα από τις στάχτες της προδοσίας και του εγκλήματος μπόρεσε να ανορθώσει την κυπριακή οικονομία, έτσι και σήμερα θα επιτύχουμε την ανάκαμψη και ξαναζωντάνεμα της κυπριακής οικονομίας, που είναι άλλωστε αναγκαίο να υπάρξει για μιαν αποτελεσματική στρατηγική διεκδίκησης των εθνικών μας δικαίων”.
“Χρέος μας να απορρίψουμε πιέσεις και εκβιασμούς, να αποκαταστήσουμε την οικονομική ισχύ ως βασική παράμετρο της εθνικής μας στρατηγικής. Και η απλή διακήρυξη και εμμονή, χωρίς ταλαντεύσεις, ότι το Κυπριακό είναι θέμα εισβολής και κατοχής ενός ανεξάρτητου κράτους από την Τουρκία”, δήλωσε ο κ. Ομήρου, καλωσορίζοντας τους Συνέδρους στην Κύπρο και ευχόμενος κάθε επιτυχία στο Συνέδριό τους.
“Απευθύνω προς το εφετινό σας Συνέδριο θερμό χαιρετισμό αγάπης, τιμής και εκτίμησης. Στο πρόσωπό σας”, “, είπε ο Πρόεδρος της Βουλής, “χαιρετίζουμε ολόκληρο τον απόδημο κυπριακό Ελληνισμό”.
“Εδώ και 39 έτη, σαν ζωντανό, πολύτιμο και αναπόσπαστο κομμάτι του λαού μας, βρίσκεστε στην πρώτη γραμμή του αγώνα για ελευθερία και δικαίωση”, δήλωσε ο κ. Ομήρου απευθυνόμενος στους συνέδρους.
“Με τη δράση και τις πρωτοβουλίες σας”, πρόσθεσε, “έχετε καταστεί πρωταγωνιστές και σημαιοφόροι για τον τερματισμό του μιάσματος της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής και την αποκατάσταση των καταπατουμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών του λαού μας”.
“Το εφετινό σας Συνέδριο”, συνέχισε ο Πρόεδρος της Βουλής, “βρίσκει το λαό μας να συνεχίζει να ζει κάτω από το βάρος της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής. Τριάντα εννέα έτη μετά την προδοσία και το έγκλημα ενάντια στην πατρίδα μας, το Κυπριακό εξακολουθεί να βρίσκεται σε αδιέξοδο ενώ οι κίνδυνοι μεγεθύνονται και ο λαός μας, για τριάντα εννέα ολόκληρα έτη, σηκώνει ένα αβάσταχτο σταυρό μαρτυρίου”.
Όπως ανέφερε ο κ. Ομήρου, “η Τουρκία εξακολουθεί να επιμένει στην αναχρονιστική στρατιωτική κατοχή μιας ευρωπαϊκής χώρας όπως είναι η Κύπρος και να περιφρονεί σκαιότατα αρχές, ψηφίσματα και αποφάσεις της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινότητας”.
“Οι απευθείας διαπραγματεύσεις των τελευταίων ετών”, είπε ο κ. Ομήρου, “όχι μόνον δεν έχουν οδηγήσει σε λύση, αλλά αντίθετα οδήγησαν για μίαν ακόμα φορά σε αδιέξοδο και τέλμα”.
“Η τουρκική κακοπιστία και αδιαλλαξία κορυφώθηκαν και η Τουρκία παρουσιάζεται ως ο ουδέτερος τρίτος, ως η `αθώα περιστερά`, η οποία μάλιστα επείγεται για λύση και, την ίδια στιγμή, απειλεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ και περιφρονεί βάναυσα και προκλητικά τους ευρωπαϊκούς κανόνες αρνούμενη να εκπληρώσει τις κυπρογενείς της υποχρεώσεις”, είπε ο Πρόεδρος της Βουλής.
“Ταυτόχρονα, είναι μη αποκρυβόμενη η μεθόδευση για επιβολή λύσης στο Κυπριακό, με αξιοποίηση της οικονομικής κατάστασης στην Κύπρο”, δήλωσε ο κ. Ομήρου.
“Τα δημοσιεύματα στο διεθνή Τύπο, δηλώσεις και αρθρογραφίες, σε συνδυασμό με τις χαιρέκακες και αρπακτικές αναφορές Τούρκων επισήμων”, πρόσθεσε ο Πρόεδρος της Βουλής, “οδηγούν στο αβίαστο συμπέρασμα ότι θα βρεθούμε προ πιέσεων και εκβιασμών, που θα έχουν ως σημείο αναφοράς τη δεινή οικονομική κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει”.
“Θα υπάρξουν ακόμα”, είπε, “υποδείξεις για συνεκμετάλλευση του φυσικού αερίου με την τουρκική πλευρά και για διέλευση του αγωγού μεταφοράς μέσω Τουρκίας”.
“Η εκφρασθείσα συγκατάθεση της Γενικής Γραμματείας για αναβολή επανεκκίνησης της διαδικασίας των συνομιλιών λόγω της οικονομικής κρίσης”, συνέχισε ο κ. Ομήρου, “δεν πρέπει να οδηγεί σε επανάπαυση και εφησυχασμό”.
“Τα ερωτήματα”, είπε ο Πρόεδρος της Βουλής, “είναι: Θα συνεχισθεί η διαδικασία ως να μη συνέβη τίποτα; Θα διατηρηθεί η ανεπαρκής διαπραγματευτική βάση; Θα εξακολουθεί να ισχύει το ανακοινωθέν της 23ης Μαΐου 2008 περί `ισότιμου συνεταιρισμού`; Θα θεωρηθούν ως ισχύουσες προτάσεις που κατατέθηκαν στις απευθείας διαπραγματεύσεις; Θα γίνει αποδεκτό το έγγραφο των λεγομένων συγκλίσεων ως διαπραγματευτική βάση ή ως ενδιάμεση συμφωνία;”
“Η θέση μας πρέπει να είναι ότι αυτό το έγγραφο δεν μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο υλικό σε οποιαδήποτε διαπραγματευτική διαδικασία”, δήλωσε ο κ. Ομήρου, προσθέτοντας ότι “ο χρόνος, που παρέχεται από την αναβολή οποιωνδήποτε εξελίξεων, δίδει τη δυνατότητα να προταχθεί και να αποφασιστεί η αλλαγή τακτικής στις διαπραγματεύσεις και στρατηγικής στη συνολική διαχείριση του Κυπριακού, με διαμόρφωση περιγράμματος λύσης του Κυπριακού, με βάση το κοινό ανακοινωθέν του Εθνικού Συμβουλίου του Σεπτεμβρίου του 2009 και με επίσημη κατάθεση του ενώπιον της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινότητας. Με απόσυρση προτάσεων που φαλκιδεύουν δημοκρατικές αρχές, που εισάγουν τη διαρχία στη διακυβέρνηση και θέτουν σε κίνδυνο την φυσική και εθνική επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού.
Με σαφή τη θέση μας ότι η ελληνική κυπριακή πλευρά δεν αποδέχεται το έγγραφο των συγκλίσεων ως ενδιάμεση η οποιασδήποτε μορφής συμφωνία για συνέχιση των συνομιλιών. Με αποσύνδεση της εσωτερικής από τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού”.
“Η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, η απομάκρυνση των εποίκων και η κατάργηση των αναχρονιστικών εγγυήσεων του 1960”, συνέχισε ο κ. Ομήρου, “θα πρέπει να τεθούν ενώπιον της Τουρκίας, για να τοποθετηθεί ενώπιον των ευθυνών της. Με ενεργό επικουρική εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις προσπάθειες για λύση”.
Όπως είπε ο Πρόεδρος της Βουλής, “η συνεχής διαβούλευση με την Ελλάδα για διαμόρφωση μιας ενιαίας εθνικής στρατηγικής, ύστερα και από μελέτη και εκτίμηση των γεωπολιτικών ανακατατάξεων στην περιοχή, είναι απολύτως αναγκαία, έτσι ώστε να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά οι αναμενόμενες πιέσεις, αλλά και για να δοθεί το μήνυμα, σε όσους καιροφυλακτούν να αξιοποιήσουν τη δεινή οικονομική κατάσταση σε Κύπρο και Ελλάδα, ότι δεν θα πρέπει να διανοηθούν ότι θα καμφθούμε υπό το βάρος τη κρίσης”.
“Η εφετινή σας συνάντηση”, είπε στους Αποδήμους Κυπρίους ο κ. Ομήρου, “πραγματοποιείται στη σκιά της δεινής κατάστασης της κυπριακής οικονομίας”.
“Αναμέναμε από τους εταίρους μας”, πρόσθεσε, “κατανόηση και αλληλέγγυα συμπεριφορά” και, “αντί τούτου, βρεθήκαμε ενώπιον ενός ωμού και κλιμακούμενου εκβιασμού και η Κύπρος κλήθηκε να διαλύσει το χρηματοπιστωτικό της σύστημα με την πρωτοφανή απόφαση απομείωσης των καταθέσεων”.
“Η Συμφωνία της 25ης Μαρτίου”, δήλωσε ο Πρόεδρος της Βουλής, “υπήρξε εξοντωτική, αφού επέβαλε την ουσιαστική εξουθένωση των δύο `πνευμόνων`, με τους οποίους ανέπνεε το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κύπρου, τις δύο μεγαλύτερες κυπριακές τράπεζες” και, “σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα μέτρα που επέβαλε η Τρόικα, η κυπριακή οικονομία αντιμετωπίζει τις συνθήκες της ύφεσης, της ανεργίας και της υπονόμευσης της κοινωνικής συνοχής”.
“Παρ` όλα αυτά”, συνέχισε, “η θέση μας υπήρξε και παραμένει σταθερά ευρωπαϊκή και σε αυτήν τη θέση παραμένουμε αμετακίνητοι, επιμένοντας όμως σε μιαν Ευρώπη των λαών, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής συνοχής. Αγωνιζόμενοι με τους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς για να αλλάξει κατεύθυνση η Ευρώπη, με πολιτικές απόρριψης της μονόπλευρης λιτότητας και της σιδηράς δημοσιονομικής πειθαρχίας, με πολιτικές για την ανάπτυξη, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την κοινωνική συνοχή”.