Η Ελεγκτική Υπηρεσία έτυχε συμβουλής από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για το ότι η καταχώρηση προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο δεν θα ήταν επιτυχής
Γραπτή δήλωση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για τα περί «άγνοιας» του εκπροσώπου Τύπου της Ελεγκτικής Υπηρεσίας
Με αφορμή την εκφρασθείσα άγνοια του εκπροσώπου Τύπου της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για το αν ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας είχε τύχει συμβουλής από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, που, ειρήσθω εν παρόδω, αποτελεί τον νομικό του σύμβουλο, για την προσφυγή του στο Ανώτατο Δικαστήριο εναντίον του Υπουργείου Οικονομικών, επιθυμώ να αναφερθώ στην πιο κάτω αλληλογραφία, ώστε να μπορεί να διαμορφωθεί γνώμη επί του θέματος:
Σε επιστολή, με ημερομηνία 6 Μαΐου 2022, που ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας απέστειλε προς το Γραφείο μου, κοινοποίησε την πρόθεσή του να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με το Άρθρο 139 του Συντάγματος, εναντίον του Υπουργείου Οικονομικών, αμφισβητώντας την εγκύκλιο που το Υπουργείο εξέδωσε με τίτλο «Τίτλοι Αξιωματούχων που προβλέπονται από το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας», ημερομηνίας 19 Απριλίου 2022. Στην ίδια επιστολή, ομοίως, κοινοποίησε και την πρόθεσή του ότι, η εκπροσώπηση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου θα γίνει από ιδιώτες δικηγόρους.
Επί των θεμάτων που ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας ήγειρε, απάντησα με επιστολή στις 10 Μάϊου 2022, όπου, μεταξύ άλλων, σημειώθηκαν τα εξής:
«[…] η θέση μου είναι ότι το Άρθρο 139 του Συντάγματος δεν αποτελεί κατάλληλη νομική βάση για την καταχώρηση προσφυγής.
Σύμφωνα με το Άρθρο 139.1 ‘Tο Aνώτατον Συνταγματικόν Δικαστήριον κέκτηται αρμοδιότητα να αποφασίζη οριστικώς και αμετακλήτως επί πάσης προσφυγής αφορώσης σύγκρουσιν ή αμφισβήτησιν εξουσίας ή αρμοδιότητος εγειρομένης μεταξύ της Βουλής των Αντιπροσώπων και των Κοινοτικών Συνελεύσεων ή εκατέρας αυτών, ως και μεταξύ οιωνδήποτε οργάνων ή αρχών της Δημοκρατίας. […].’.
Σε κάθε περίπτωση, η Εγκύκλιος του Υπουργείου Οικονομικών με την οποία δίνονται οδηγίες για την εφαρμογή της γνωμάτευσής μου σε σχέση με την ορθή απόδοση των τίτλων του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή και του Βοηθού Γενικού Λογιστή δεν αφορά ούτε καθ’ οιονδήποτε τρόπο επηρεάζει τον τίτλο, τις ‘εξουσίες’ ή τις ‘αρμοδιότητες’ του Γενικού Ελεγκτή ούτε τις ‘εξουσίες’ ή ‘αρμοδιότητες’ του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή οι οποίες καθορίζονται ρητά στα Άρθρα 115, 116 και 117 του Συντάγματος.
Ως εκ των άνω, φρονώ ότι δεν έχετε το αναγκαίο ‘ενδιαφέρον’ (έννομο συμφέρον- locus standi) στην προσφυγή που καταχωρήσατε βάσει του Άρθρου 139 του Συντάγματος, κάτι που θα κριθεί βεβαίως από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Ενόψει των ανωτέρω, εκτιμώ ότι η από πλευράς σας καταχωρηθείσα προσφυγή είναι δικονομικώς απαράδεκτη και ουσιωδώς αβάσιμη διότι, μεταξύ άλλων, το Άρθρο 139 του Συντάγματος σκοπεί στη δημιουργία αποτελεσματικού μηχανισμού για την επίλυση διαφορών μεταξύ αρχών της Δημοκρατίας, αναφορικά με τις εξουσίες και αρμοδιότητές τους. […]
Καταληκτικά, είναι η θέση μου ότι η διαδικασία που ακολουθήσατε για καταχώριση της προσφυγής δεν είναι συμβατή με την υποχρέωσή σας για τήρηση και εφαρμογή τόσο της νομοθεσίας, όσο και των Αρχών της χρηστής διοίκησης, της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και της καλύτερης διαχείρισης των πόρων του δημοσίου, αρχές που και εσείς συνεχώς επικαλείστε στις εκθέσεις σας. Περαιτέρω, εκτιμώ ότι η διαδικασία θα καταλήξει και σε κατασπατάληση πολύτιμου δικαστικού χρόνου καθώς και οικονομικών πόρων της Δημοκρατίας, αφού δεν έχει βάσιμες πιθανότητες επιτυχίας.»
Της επιστολής μου προς Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας, ακολούθησε επιστολή του Γενικού Ελεγκτή, με ημερομηνία 11 Μαΐου 2022, στην οποία, μεταξύ άλλων, ενημέρωσε ότι εναντίον του Υπουργείου Οικονομικών «η προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με το Άρθρο 139 του Συντάγματος καταχωρήθηκε στις 9 Μαΐου 2022 και έχει τον αριθμό 1/2022».
Σημειώνεται ότι η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποδέχθηκε τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ότι δεν υπάρχει σύγκρουση ή αμφισβήτηση εξουσίας ή αρμοδιότητας που να ενεργοποιεί τις διατάξεις του Άρθρου 139 του Συντάγματος.
Στη δημοσιότητα δίδεται αυτούσια η επιστολή μου προς τον Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 10 Μαΐου 2022.
Δείτε αυτούσια την επιστολή: