Εκείνος που αγαπά τον φίλο του μ’ αυτό τον τρόπο, αγαπά επίσης οτιδήποτε είναι γι’ αυτόν αγαθό, σε τρόπο ώστε αγαπούν κι οι δυο το δικό τους αγαθό και ανταποδίδουν τα ίσα με καλή θέληση και χαρά.
Επειδή τα είδη της φιλίας είναι διαφορετικά κατά το είδος, κι οι συμπάθειες κι οι φιλίες μας επίσης είναι διαφορετικές. Υπάρχουν τρία είδη φιλίας ισάριθμα με τις ιδιότητες των πραγμάτων που είναι αξιαγάπητα. Στο καθένα απ’ αυτά υπάρχει αμοιβαιότητα, που δεν διαφεύγει την προσοχή μας. Όσοι, λοιπόν, αγαπούν ο ένας τον άλλο ποθούν το αγαθό ο ένας για τον άλλο και σύμφωνα με την φύση των συναισθημάτων τους.
Έτσι αυτοί που αλληλοαγαπιούνται για ωφέλεια, που μπορούν να κερδίσουν από τη φιλία τους, δεν αγαπιούνται για τον εαυτό τους, αλλά επειδή ελπίζουν ν’ απολαύσουν κάποιο αγαθό ο ένας από τον άλλο. Το ίδιο ισχύει και για εκείνους που αγαπούν αυτούς που τους προκαλούν ευχαρίστηση. Γιατί αυτοί δεν αγαπούν τους πνευματώδεις σαν τέτοιους αλλά επειδή βρίσκουν ευχαρίστηση κοντά τους. Όσοι αγαπούν από συμφέρον, αγαπούν για χάρη του δικού τους εαυτού.
Αυτοί που αγαπούν για ευχαρίστησή τους, αγαπούν για εκείνο που είναι γι’ αυτούς ευχάριστο. Για να μιλήσουμε σύντομα δεν αγαπούν τον φίλο τους, επειδή είναι φίλος τους, αλλά σύμφωνα με το μέτρο, που ανάλογα τους είναι χρήσιμος σ’ αυτούς. Τέτοιες φιλίες είναι τυχαίες, γιατί σύμφωνα μ’ αυτές, εκείνοι που αγαπιούνται δεν αγαπιούνται για εκείνο που είναι αυτοί οι ίδιοι, αλλά εφόσον άλλοι προσφέρουν κάποιο αγαθό, κι οι άλλοι κάποια ευχαρίστηση. Οι τέτοιας λογής φιλίες διαλύονται εύκολα, αφού τα πρόσωπα που αγαπιούνται δεν είναι πια τα ίδια. Γιατί, όταν δεν είναι πια χρήσιμα ή ευχάριστα παύουν ν’ αγαπιούνται. Εκτός απ’ αυτό, και το ίδιο το χρήσιμο μεταβάλλεται, είναι δηλαδή κάθε φορά άλλο.
Ώστε, όταν εξαφανίζεται ο λόγος που συγκρατεί τον φιλικό δεσμό, εξαφανίζεται μαζί του κι η φιλία, γιατί καθορίζεται η φιλία από αυτόν το λόγο μονάχα. Τέτοιας λογής φιλία συναντούμε περισσότερο στους γέρους (επειδή σ’ αυτήν την ηλικία επιζητείται το ευχάριστο λιγότερο από το ωφέλιμο). Ακόμη την συναντούμε στους ώριμους ανθρώπους και στους νέους εκείνους που επιδιώκουν το συμφέρον τους. Οι τέτοιοι δεν επιδιώκουν να ζουν μαζί, και κάποιοι μάλιστα δεν είναι ευχάριστοι ο ένας στον άλλο, ούτε χρειάζονται φιλικές σχέσεις, αφού δεν προσπορίζονται απ’ αυτούς ωφέλεια και είναι τόσο ευχάριστοι μεταξύ τους, όσο τους κάμνουν να ελπίζουν ότι μπορούν ν’ απαιτήσουν κάποιο αγαθό οι πρώτοι από τους δεύτερους. Στο είδος αυτό της φιλίας ανήκει κι η φιλοξενία.
Η φιλία των νέων φαίνεται να βασίζεται στην ηδονή, αφού η ζωή τους εξουσιάζεται από το πάθος που ζουν για την απόλαυση και το παρόν.
Τέλεια είναι η φιλία των αγαθών και ως προς την αρετή όμοιων ανθρώπων, γιατί αυτοί επιθυμούν τα αγαθά οι μεν για τους δε, εφόσον είναι αγαθοί και αυτοί καθ’ εαυτούς τέτοιοι.
Φίλοι στην κυριολεκτική σημασία της λέξεως είναι όσοι επιθυμούν το αγαθό για τους φίλους των (γιατί τους διαπνέει το συναίσθημα της φιλίας αυτό καθ’ εαυτό και όχι ανάλογα με τα γεγονότα). Γι’ αυτό διατηρείται ανάμεσά τους η φιλία, εφ’ όσον είναι αγαθοί και η αρετή τους είναι μόνιμη.
Στις τέτοιες φιλικές σχέσεις ο καθένας από τους δυο φίλους είναι αγαθός και αυτός καθ’ εαυτόν και για το φίλο του. Γιατί οι ενάρετοι είναι απόλυτα αγαθοί και χρήσιμοι ο ένας για τον άλλο, και ομοίως και ευχάριστοι, αφού οι ηθικοί άνθρωποι αξίζουν να αρέσουν απολύτως και να είναι και μεταξύ τους ευχάριστοι. Γιατί ο καθένας απ’ αυτούς βρίσκει απόλαυση στις πράξεις του ή σε συγγενικές πράξεις, και οι πράξεις των ενάρετων ανθρώπων είναι οι ίδιες ή όμοιες μεταξύ τους. Η τέτοια φιλία είναι δικαιολογημένη και σταθερή, επειδή συγκεντρώνει όσα πρέπει να υπάρχουν ανάμεσα στους φίλους. Γιατί κάθε φιλία στηρίζεται σε κάποιο αγαθό ή σε κάποιαν απόλαυση, είτε απόλυτα είτε σχετικά με το αγαπημένο πρόσωπο και προϋποθέτει και κάποιαν ομοιότητα. Λοιπόν, σ’ αυτήν την φιλία υπεισέρχονται όλα τα στοιχεία, για τα οποία μιλήσαμε, αυτά καθ’ εαυτά (οι τέτοιοι φίλοι είναι όμοιοι σ’ αυτό το σημείο, καθώς ακριβώς και στα υπόλοιπα) ―κι ας προσθέσουμε και το ότι το απόλυτα αγαθό είναι και το απόλυτα ευχάριστο.
Αυτά είναι αξιαγάπητα παραπάνω από κάθε άλλο. Έτσι και η φιλία και η αγάπη πρέπει να βασίζονται σ’ αυτά. Φυσικά οι τέτοιες φιλίες είναι σπάνιες, γιατί οι τέτοιας λογής άνθρωποι είναι λίγοι. Εξ άλλου για την σύναψη τέτοιων φιλικών δεσμών χρειάζεται πολύς καιρός και συνήθεια συμβίωσης, γιατί, σύμφωνα με την παροιμία, είναι αδύνατο να γνωρισθούν των μεταξύ οι άνθρωποι, πριν να φάνε μαζί, όπως λένε, πολύ αλάτι, ούτε είναι δυνατό να γλεντάνε και να συνάπτουν φιλικές σχέσεις, πριν να φανεί ο ένας ευχάριστος στον άλλο και κερδίσει τη συμπάθειά του.Όσοι προθυμοποιούνται να συνάπτουν γρήγορα φιλικές σχέσεις, θέλουν να είναι φίλοι, αλλά δεν είναι τέτοιοι πραγματικά παρά μονάχα αν είναι συγχρόνως ο ένας για τον άλλο αξιαγάπητοι και το ξερουν. Γιατί μονάχα η θέληση για την φιλία γεννιέται γρήγορα, αλλά όχι η φιλία.
Τέτοια είναι η αληθινή φιλία και σχετικά με τη διάρκεια και σχετικά με τα άλλα, και σύμφωνα μ’ αυτήν τη φιλία ο ένας δίνει στον άλλο, ως προς όλα τα αυτά και τα όμοια, όπως πρέπει να γίνεται μεταξύ φίλων. Η φιλία η βασιζόμενη πάνω στην ευχαρίστηση είναι όμοια μ’ εκείνην που αναφέραμε (γιατί και οι ενάρετοι είναι ευχάριστοι μεταξύ τους).
Το ίδιο ισχύει και για τη φιλία που αποβλέπει στο χρήσιμο (αφού και οι ενάρετοι είναι χρήσιμοι ο ένας στον άλλο). Αλλά η φιλία είναι σταθερή κι ανάμεσα στους ανθρώπους εκείνους, που οι φιλικοί δεσμοί τους στηρίζονται στην ευχαρίστηση ή το συμφέρον, κι αυτό εφόσον ο ένας δίνει στον άλλο το ίδιο πράγμα, λ.χ. απόλαυση. Η απόλαυση όμως αυτή πρέπει να είναι της ίδιας φύσης, καθώς συμβαίνει ανάμεσα στους πνευματικούς κι ευφυολόγους ανθρώπους και όχι μεταξύ ερωμένου και εραστή. Γιατί αυτοί δεν βρίσκουν στα ίδια πράγματα απόλαυση, αλλά ο ένας όταν βλέπει τον ερωμένο του, κι ο άλλος για τις περιποιήσεις του εραστή.
Αλλά όταν περάσει η γοητεία της νιότης περνά και η φιλία (γιατί το πρόσωπο του ερωμένου δεν θέλει πια τον εραστή, κι αυτός παύει να περιποιείται τον ερωμένο). Πολλές φορές πάλι διατηρείται η φιλία τους σε περίπτωση που η μακροχρόνια αναστροφή επιφέρει εναρμόνιση των χαρακτήρων τους γιατί μοιάζουν σιγά–σιγά οι συνήθειές τους. Εκείνοι που δεν ανταλλάσσουν στις ερωτικές τους σχέσεις ηδονή αντί ηδονής, αλλά ωφέλεια αντί ωφέλειας, είναι λιγότερο φίλοι και διατηρούν λιγότερο καιρό τη φιλία τους. Εκείνοι που για τη χρησιμότητα είναι φίλοι παύουν να είναι, μόλις πάψει να υφίσταται η αμοιβαιότητα του συμφέροντος επειδή δεν είναι φίλοι ο ένας του άλλου, αλλά φίλοι εκείνου που τους παρέχει ωφέλεια.
Επομένως, για χάρη της ηδονής και του συμφέροντος είναι ενδεχόμενο να είναι φίλοι κακοί με ενάρετους ή ενάρετοι με ανήθικους ή με ανθρώπους που δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο και είναι φανερό, ότι μονάχα οι ενάρετοι άνθρωποι αγαπιούνται για τη δική τους ηθική υπόσταση, γιατί οι κακοί δεν βρίσκουν απόλαυση να συναναστρέφονται ο ένας τον άλλο, εκτός αν σπρώχνονται σ’ αυτό από το συμφέρον.Και μονάχα η φιλία των εναρέτων είναι αδιάβλητη. Γιατί δεν πιστεύει εύκολα κανείς τις συκοφαντίες εναντίον ενός ανθρώπου, που δοκιμάστηκε πολύν καιρό απ’ αυτούς. Στην τέτοια φιλία κυριαρχεί κι η πίστη κι η βεβαιότητα ότι ο φίλος δεν θ’ αδικήσει τον φίλο του και κάθε τι που απαιτεί η αληθινή φιλία. Αντίθετα, στ’ άλλα της φιλίας τίποτε δεν εμποδίζει να γίνονται τέτοια.
Επειδή οι άνθρωποι ονομάζουν φίλους κι αυτούς με τους οποίους συνδέονται με αμοιβαία ωφέλεια, όπως ακριβώς οι πόλεις (γιατί οι συμμαχίες συνάπτονται φανερά από συμφέρον) όπως κι εκείνους που αγαπιούνται για την απόλαυση, όπως κάμνουν τα παιδιά, ίσως θα πρέπει να ονομάσουμε κι εμείς φίλους τους τέτοιους ανθρώπους.
Αντίθετα θα παρουσιάσουμε πολλά είδη φιλίας, και πρώτα και κυρίως την φιλία που υπάρχει ανάμεσα σ’ ενάρετους ανθρώπους, εφόσον είναι ενάρετοι, και τα υπόλοιπα είδη της φιλίας, εφόσον είναι όμοια μ’ αυτή, γιατί είναι κανείς φίλος, εφόσον πρόκειται για απόκτηση κάποιου αγαθού ή όμοιου μ’ αυτό, αφού και το ηδονικό είναι κι αυτό αγαθό για όσους αγαπούν τα ηδονικά πράγματα. Όμως αυτές οι δυο φιλίες δεν συνδυάζονται, ούτε συνάπτουν τα ίδια πρόσωπα φιλικούς δεσμούς για χάρη συμφέροντος κι απολαύσεως συγχρόνως, αφού κάθε τι που συνδέεται γρήγορα, δεν παρουσιάζεται συχνά συνδυασμένο.
Επειδή η φιλία χωρίζεται σ’ αυτά τα είδη, οι χυδαίοι θα είναι φίλοι για χάρη της απόλαυσης και του συμφέροντος, επειδή είναι, σχετικά με την επιδίωξη αυτών των πραγμάτων όμοιοι, κι οι ενάρετοι για χάρη αυτής της ίδιας της φιλίας, αφού αγαπιούνται σαν άνθρωποι αγαθοί. Ώστε οι αγαθοί είναι φίλοι με την κυριολεκτική σημασία της λέξεως, ενώ οι άλλοι είναι μόνο κατά τύχη και ανάλογα με τους πρώτους.
Κι όπως, σχετικά με την αρετή, οι πρώτοι ονομάζονται ενάρετοι καθ’ έξιν, και οι άλλοι κατά ενέργεια, έτσι συμβαίνει όσον αφορά τη φιλία. Γιατί όσοι συζούν απολαμβάνει ο ένας τον άλλον και δίνουν αγαθά μεταξύ τους, ενώ εκείνοι που κοιμούνται ή ζουν χωρισμένοι σε διαφορετικά μέρη ο καθένας δεν δείχνουν με πράξεις την φιλία τους, όμως είναι διατεθειμένοι να ενεργούν φιλικά. Γιατί ο τοπικός χωρισμός δεν διαλύει ολοκληρωτικά τη φιλία, αλλά μονάχα τις εκδηλώσεις της. Αν είναι όμως μακροχρόνιος, ξεχνιέται, όπως φαίνεται, και η φιλία. Απ’ εδώ προήλθε κι η παροιμία:
«Πολλές φιλίες χάλασε ο χωρισμός των φίλων».
Ακόμη φαίνεται, ότι ούτε οι γέροι ούτε οι στριφνοί άνθρωποι είναι προσιτοί στη φιλία, γιατί η απόλαυση που προσφέρουν είναι περιορισμένη, και κανείς δεν μπορεί να συναναστρέφεται πολύν καιρό θλιβερούς ή όχι ευχάριστους ανθρώπους. Γιατί η φύση φαίνεται ότι αποφεύγει πάρα πολύ το θλιβερό και κυνηγά το ευχάριστο, κι όσοι διάκεινται φιλικά μεταξύ τους, αλλά δεν συζούν, μοιάζουν περισσότερο με ανθρώπους που παρέχουν την εύνοιά τους παρά με φίλους. Γιατί τίποτε δεν χαρακτηρίζει τη φιλία περισσότερο παρά το να συζεί κάποιος με τους φίλους του. Επειδή αν οι φτωχοί έχουν ανάγκη από βοήθεια, κι οι ίδιοι ακόμη οι ευνοούμενοι από την τύχη επιθυμούν τη συμβίωση, γιατί πολύ λίγο τους συμφέρει να ζουν σε απομόνωση. Όμως η συμβίωση είναι δυνατή μονάχα ανάμεσα σε πρόσωπα, που είναι μεταξύ τους ευχάριστα και βρίσκουν στα ίδια πράγματα ψυχαγωγία, όπως αποδείχνει αυτό η ανάμεσα «εταίρων» φιλία.
Η πιο τέλεια φιλία είναι η φιλία ανάμεσα σε ηθικούς ανθρώπους όπως ήδη είπαμε πολλές φορές, γιατί φαίνεται ότι το αξιαγάπητο και περιπόθητο θεωρείται σαν απόλυτα αγαθό ή ευχάριστο, αλλά το άτομο νομίζει σαν τέτοιο ό,τι είναι ευχάριστο σ’ αυτό, κι ο ενάρετος είναι τέτοιος για τον ενάρετο και για τους δυο λόγους.
Η αγάπη (φίλησις) μοιάζει μ’ ένα αισθησιακό συναίσθημα, η φιλία με μια έξη. Γιατί η αγάπη απευθύνεται και σε άψυχα αντικείμενα, ενώ η αμοιβαία αγάπη (αντιφίλησις) που προϋποθέτει ελεύθερη εκλογή προέρχεται από μια έξη. Εκτός απ’ αυτά, επιθυμεί κάποιος τα αγαθά για τον αγαπημένο για χάρη του ίδιου, παρακινημένος σ’ αυτό όχι από αισθησιακό συναίσθημα, αλλά από έξη. Εκείνος που αγαπά τον φίλο του μ’ αυτό τον τρόπο, αγαπά επίσης οτιδήποτε είναι γι’ αυτόν αγαθό, σε τρόπο ώστε αγαπούν κι οι δυο το δικό τους αγαθό και ανταποδίδουν τα ίσα με καλή θέληση και χαρά.
Γιατί η φιλία, όπως λένε, είναι ισότητα, κι αυτό ισχύει πάρα πολύ για τους φιλικούς δεσμούς ανάμεσα στους ενάρετους ανθρώπους.