Πόλεμος, ενεργειακή κρίση, επερχόμενη ύφεση και «γεράκια» στην κεντρική τράπεζα. Το πώς η Ευρώπη θα καταφέρει να ανέβει όλον αυτό τον «Γολγοθά» αποτελεί ένα από τα βασικότερα ερωτήματα αυτού του χειμώνα.
Όμως, οι επενδυτές δεν περιμένουν. Το αντίθετο. Τρέχουν να προλάβουν και να προεξοφλήσουν τις όποιες εξελίξεις, με αποτέλεσμα την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου να «σηκώσουν» περισσότερα από 3,4 δισ. ευρώ από τις ευρωπαϊκές μετοχές, με τις συνολικές εκροές του τελευταίου 6μήνου να εκτινάσσονται -σύμφωνα με την Deutsche Bank- στα 83 δισ. ευρώ. Ανάμεσα σ’ αυτούς που πήραν τα… πράγματά τους και έφυγαν είναι τόσο η BlackRock, όσο και η Amundi.
Οι ανησυχίες για την Ευρώπη έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, καθώς η ήπειρος βρίσκεται στο χείλος της ύφεσης για μια σειρά λόγων. Η κεντρική τράπεζα προχωρά σε επιθετική αύξηση των επιτοκίων, με στόχο να αντιμετωπίσει τον επίμονα υψηλό πληθωρισμό. Την ίδια στιγμή, η Ρωσία εργαλειοποιεί τις προμήθειες αερίου, προκειμένου η Ευρώπη να άρει τις κυρώσεις για την εισβολή στην Ουκρανία.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, το ευρώ κατρακυλάει στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο δεκαετιών, παλεύοντας να «κρατήσει» την ισοτιμία στο 1 προς 1. Συγχρόνως, οι κρατικές κυβερνήσεις «βουτούν» ολοένα και πιο βαθιά στο χρέος, κάτι που αυξάνει τα κόστη δανεισμού (η Ελλάδα φλερτάρει με το 4,3% και η Ιταλία με το 4%).
«Δεδομένης της ενεργειακής κρίσης, περιμένουμε μια ύφεση στην Ευρώπη για μήνες. Αλλά δεν νομίζω ότι οι αγορές έχουν πλήρως αποτιμήσει αυτό το σενάριο» τονίζει ο Γουέι Λι, αναλυτής της BlackRock.
Ο κύριος ευρωπαϊκός δείκτης Stοxx 600 χάνει μόλις 14% μέσα στο 2022, καθώς οι μετοχές δείχνουν να ωφελούνται εν μέρει από το αδύναμο νόμισμα, το οποίο καθιστά πιο ανταγωνιστικές τις εξαγωγές, αλλά και τα ανθεκτικά εταιρικά αποτελέσματα του α’ εξαμήνου.
Όμως, η Γηραιά Ήπειρος καλείται να αντιμετωπίσει αυτό, το οποίο εύστοχα η Φινλανδία περιέγραψε ως μια «Lehman Brothers» στον ενεργειακό κλάδο, προειδοποιώντας ότι ένα ολικό κλείσιμο των ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία θα βυθίσει την οικονομία στην ύφεση.
Οι εκτιμήσεις των οικονομολόγων του Bloomberg για το σενάριο της ύφεσης το επόμενο έτος, σημειώνουν σταθερή άνοδο κάθε μήνα, και πλέον διαμορφώνονται στο 60%.
Η Citigroup προβλέπει μια σειρά υποβαθμίσεων στις αξιολογήσεις των ευρωπαϊκών εταιρειών, ενώ η Morgan Stanley προειδοποιεί ότι τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων θα υποστούν τη μεγαλύτερη κάμψη της τελευταίας δεκαετίας -ίσως και περισσότερο.
Μια επιβράδυνση της οικονομίας είναι βέβαια ότι θα πλήξει δυσανάλογα τις ευρωπαϊκές μετοχές. Ο γερμανικός δείκτης DAX αποτελεί αυτή τη στιγμή τον καλύτερο στόχο των «σορτάκηδων», οι οποίοι αναγνωρίζουν ότι το Βερολίνο έχει την υψηλότερη έκθεση στον κίνδυνο ενεργειακών ελλείψεων.
Όμως, το πρόβλημα δεν είναι μόνο στις μετοχές. Η απόφαση της κεντρικής τράπεζας να προχωρήσει σε αύξηση – ρεκόρ του επιτοκίων (κατά 75 μονάδες, στο 1,25%), με στόχο την ανάσχεση του πληθωρισμού, έχει οδηγήσει τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων σε αισθητή άνοδο.
Η κατάσταση, επομένως, στα ευρωπαϊκά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (assets) είναι εμφανώς χειρότερη σε σχέση με τις υπόλοιπες αγορές του πλανήτη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι εκροές από τα ευρωπαϊκά αμοιβαία κεφάλαια (ETF) είναι οι μεγαλύτερες της τελευταίας 15ετίας.
Την ίδια στιγμή, η αποχώρηση μεγάλων και έμπιστων επενδυτών, όπως της Amundi, η οποία διαχειρίζεται assets αξίας 2 τρισ. ευρώ, αποτελεί ακόμη ένα πλήγμα, οδηγώντας ολοένα και περισσότερα funds στην υιοθέτηση αμυντικών θέσεων.
«Υπάρχουν περισσότερες αγοραστικές ευκαιρίες στις ΗΠΑ σε σχέση με την Ευρώπη, η οποία είναι πιο εκτεθειμένη στο σοκ του στασιμοπληθωρισμού (υψηλός πληθωρισμός, στάσιμο ΑΕΠ)» τονίζει ο οικονομικός διευθυντής της Amundi, Matteo Germano. «Οι γεωπολιτικές εντάσεις και η εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια μεγεθύνουν το πρόβλημα» καταλήγει με έμφαση.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Goldman Sachs. «Παρά τις ανησυχίες για τις αμερικανικές μετοχές, πιστεύουμε ότι προσφέρουν μεγαλύτερες και λιγότερο ριψοκίνδυνες δυνητικές επιστροφές σε σχέση με τις ευρωπαϊκές μετοχές, οι οποίες έχουν βουλιάξει στην ύφεση» αναφέρει, σε σημείωμά της.
Ως εκ τούτου, η ανάλυση της επενδυτικής τράπεζας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το στοίχημα σε μια αμερικανική μετοχή είναι πολύ πιο ασφαλές σε σχέση με το στοίχημα σε μια ευρωπαϊκή μετοχή, η οποία είναι έκθετη σε σαφώς περισσότερους καθοδικούς κινδύνους. «Ενώ το μονοπάτι της αμερικανικής ανάπτυξης είναι αβέβαιο, η οικονομική κατάσταση στην Ευρώπη είναι φρικτή» προσθέτει.