Ο αναπληρωτής Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Βίκτωρας Παπαδόπουλος δήλωσε σήμερα ότι η κατάληξη των Κυπριακών Αερογραμμών είναι μια ιστορία που μας θλίβει ιδιαιτέρως και η Κυβέρνηση εκφράζει τη συμπαράσταση της προς τους εργαζομένους που έχασαν τη δουλειά τους, αλλά δυστυχώς ήταν μια αναπόφευκτη εξέλιξη.
Ο κ. Παπαδόπουλος είπε πως το κλείσιμο των ΚΑ ήταν αναπόφευκτο “μετά τα όσα έγιναν και διαχρονικά από μέρους Κυβερνήσεων, διοικήσεων αλλά και εργαζομένων”, προσθέτοντας παράλληλα ότι “κυριότερα όμως και πάνω από όλα ήταν γιατί κάποιοι άλλοι, το 2012, χωρίς έγκριση από την αρμόδια Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, έδωσαν παράνομα δεκάδες εκατομμύρια επιχορήγηση στις ΚΑ, λεφτά τα οποία τώρα η ΕΕ απαιτεί από την εταιρεία να τα επιστρέψει πίσω στο κράτος”.
Δεδομένων των συνθηκών και των οικονομικών καταστάσεων της εταιρείας, υπέδειξε, αυτό ήταν αδύνατο να γίνει και γι αυτό ήταν μοιραίο να καταλήξει στο κλείσιμο η εταιρεία, ενώ την ίδια ώρα διαμήνυσε πως η Κυβέρνηση Αναστασιάδη, από την ανάληψη των καθηκόντων της, κατέβαλε κάθε προσπάθεια ώστε να αποφευχθεί αυτή η εξέλιξη.
Δυστυχώς, πρόσθεσε, αυτό δεν κατέστη δυνατόν, “όμως έχει γίνει σχεδιασμός έτσι ώστε κανένας εργαζόμενος να μην χάσει όσα δικαιούται από τα ταμεία προνοίας και τα συνταξιοδοτικά ταμεία και να αποζημιωθεί με τους ανάλογους μισθούς που προνοεί η νομοθεσία, η Κύπρος να μην μείνει χωρίς πτητικό πρόγραμμα στους προορισμούς που πετούσαν οι ΚΑ, αλλά και να διασφαλιστεί το επιβατικό κοινό το οποίο είτε βρίσκεται στο εξωτερικό, είτε έχει εισιτήρια για να πετάξει με τις ΚΑ”.
Επανέλαβε δε την αναφορά των δυο αρμόδιων Υπουργών πως θα καταβληθεί προσπάθεια να ξαναδημιουργηθεί μια νέα κυπριακή εταιρεία, ιδιωτικών συμφερόντων, με το όνομα και το λογότυπο των Κυπριακών Αερογραμμών “τα οποία η Κυβέρνηση μερίμνησε να κατοχυρώσει, ώστε να ξαναδούμε και το σήμα αλλά και το όνομα στους αιθέρες, υπό διαφορετικές συνθήκες”.
Απαντώντας στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης για το χειρισμό του θέματος, ο αναπληρωτής Κυβερνητικός Εκπρόσωπος δήλωσε πως “πολλά έγιναν στο παρελθόν που δεν έπρεπε να γίνουν και αυτό έπρεπε να μας παραδειγματίσει”.
“Οι ΚΑ είναι ένα κλασικό παράδειγμα διαχείρισης πραγμάτων διαχρονικά, που οδήγησαν την Κυπριακή Δημοκρατία στο χείλος της χρεοκοπίας, άρα θα πρέπει όλοι να αντιληφθούμε ότι θα πρέπει να έχουμε την αποφασιστικότητα, το σθένος, να σταματήσουμε, να τερματίσουμε αυτές τις παθογένειες του παρελθόντος, έτσι ώστε να ξανά-οικοδομήσουμε το κράτος μας σε υγιείς βάσεις, όχι με τις πρακτικές που ακολουθούσαμε στο παρελθόν, αλλά με τις πρακτικές που θα ωφελήσουν στο μέλλον, στις επόμενες δεκαετίες, τις επόμενες γενεές”.
Με πόνο ψυχής όλοι μας είδαμε το κλείσιμο των ΚΑ, πρόσθεσε, γιατί “όλοι μας ήμασταν συναισθηματικά συνδεδεμένοι μαζί τους, όλοι μας έχουμε ταξιδέψει, όλοι μας τις προτιμούσαμε και γνωρίζουμε τον πόνο των εργαζομένων, αλλά η κατάσταση που είχαμε να αντιμετωπίσουμε – ειδικότερα με αυτή την παράνομη επιχορήγηση που έγινε στα τέλη του 2012, χωρίς σχέδιο, χωρίς οργάνωση, χωρίς εκ των προτέρων έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή – μας οδήγησε σε αυτό το σημείο που βρεθήκαμε χθες βράδυ”.
Σχολιάζοντας εξάλλου τη γραπτή δήλωση του Προέδρου Αναστασιάδη της περασμένης Δευτέρας και την αναμενόμενη κάθοδο του Ειδικού Συμβούλου του ΓΓ του ΟΗΕ Έσπεν Μπαρθ `Ειντε, ο Βίκτωρας Παπαδόπουλος είπε πως “ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανέλαβε μια πρωτοβουλία, έκανε μια ενέργεια η οποία θα πρέπει να αναγνωριστεί από τους πάντες” και κάλεσε όλους να στραφούν τώρα προς την πλευρά της Τουρκίας.
“Εμείς ως Κυβέρνηση θεωρούμε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με τη δήλωση του έδωσε διέξοδο αν υπήρχε καλή θέληση και από την άλλη πλευρά και τώρα θα πρέπει και οι τρίτοι, οι μεσολαβητές και όλοι, να αναγνωρίσουν αυτήν την ενέργεια του ΠτΔ και να στραφούν προς την τουρκική πλευρά, προς την τ/κ πλευρά, ώστε να τερματιστεί η παρανομία, να τερματιστούν οι εκβιασμοί, να τερματιστεί η NAVTEX, να τερματιστούν οι απειλές κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας και οι απειλές κατά της άσκησης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων ή οι παρενοχλήσεις στην άσκηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, έτσι ώστε να επαναρχίσει ο διάλογος και να επαναρχίσουν οι συνομιλίες για την επίλυση του Κυπριακού, γεγονός που κανένας άλλος δεν το επιθυμεί περισσότερο από εμάς”, συμπλήρωσε.