Το ζήτημα του Interconnector είναι άλλη μια ψηφίδα στο μωσαϊκό των τεράστιων και τραγικών αδιεξόδων που αντιμετωπίζει η χώρα στα ενεργειακά, τα οποία μεταφράζονται στο πανάκριβο ρεύμα που πληρώνουμε όλοι. Οι ευθύνες της κυβέρνησης του Συναγερμού είναι ασήκωτες, αλλά και οι ευθύνες της σημερινής κυβέρνησης αυξάνονται γεωμετρικά.
Ο τερματισμός της ηλεκτρικής απομόνωσης της Κύπρου είναι προφανώς και αυτονόητα ένας εθνικός στόχος. Αυτό όμως που θα κρίνει αν και πώς θα πρέπει να προχωρήσει το συγκεκριμένο έργο είναι οι όροι και το περιεχόμενό του. Το ΑΚΕΛ ήταν και είναι σαφές ότι μια ενδεχόμενη συμφωνία για το έργο πρέπει να διασφαλίζει συγκεκριμένα πράγματα:
- Να εγγυάται απτό όφελος για τον καταναλωτή με ουσιαστική μείωση του κόστους του ηλεκτρισμού. Αυτό μόνο μια αξιόπιστη μελέτη κόστους-οφέλους μπορεί να το καταδείξει και από την στιγμή που αυτή δεν υπάρχει, διερωτάται κανείς πώς μπορεί να αξιολογηθεί συνολικά το έργο. Όπως επίσης είναι άξιο απορίας πώς μπορεί να συζητείται το όφελος και η βιωσιμότητα, όταν δεν υπάρχει οριστική εκτίμηση για το συνολικό κόστος. Η εκτίμηση αρχικά ήταν στα 1,2 δις ευρώ, σήμερα είναι στο 1,9 δις ευρώ και διάφορες εκτιμήσεις το εκτοξεύουν μέχρι και στα 3 δις ευρώ
- Να μην οδηγεί σε ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από μία και μόνο οδό.
- Να μπορεί να περατωθεί το έργο και σε περίπτωση εμποδίων να μην φορτωθεί το κόστος εξ ολοκλήρου η Κύπρος και ο κυπριακός λαός.
- Να εντάσσεται το όλο έργο στο πλαίσιο μιας συνολικής ενεργειακής στρατηγικής, την οποία ακόμα δεν έχουμε δει.
Χωρίς να διασφαλίζονται αυτά -ρητά, πειστικά και ουσιαστικά- η χώρα κινδυνεύει να κάνει ένα μεγάλο άλμα του οποίου τις συνέπειες δεν μπορούμε να γνωρίζουμε.