Χέρι συνεργασίας προς τον ηγέτη της Αριστεράς έτεινε σήμερα ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου, εκφράζοντας ετοιμότητα για πραγματοποίηση το συντομότερο δυνατόν επαφών με στόχο να επιτευχθεί η πολυπόθητη ενότητα και συμφιλίωση.
Σε ομιλία του στην επετειακή συνεδρία της Ολομέλειας της Βουλής για τις μαύρες επετείους του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής, ο κ. Νεοφύτου ανέφερε πως πρέπει να μετατρέψουμε την επέτειο του 55-59 και τις μαύρες επετείους του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής σε χρονικό ορόσημο που να σφυρηλατεί την ενότητα και τον εθνικό προβληματισμό και όχι επετείους που θα βαθαίνουν τη διαίρεση του λαού μας.
Ο κ. Νεοφύτου, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, καταδίκασε «απερίφραστα το προδοτικό πραξικόπημα που προσέφερε στην Τουρκία την ευκαιρία που από χρόνια έψαχνε για να επιβάλλει τα διχοτομικά της σχέδια στο νησί. Καταδικάζουμε, και δεν ξεχνάμε, και δεν θα ξεχάσουμε ποτέ, την επεμβατική πολιτική της Άγκυρας στην Κύπρο και την κατοχή που συνεχίζεται μέχρι σήμερα» ανέφερε και σημείωσε πως «η σημερινή επετειακή σύνοδος της Βουλής πραγματοποιείται σε μια ιδιαίτερα δύσκολη και οδυνηρή στιγμή για την πατρίδα μας».
«Οι φετινές επέτειοι του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής βρίσκουν την πατρίδα μας σε μια ιδιαίτερα δύσκολη και οδυνηρή κατάσταση, που ενδεχομένως να ερμηνεύεται από κάποιους και ως ευκαιρία επιβολής λύσης στο Κυπριακό. Διανύουμε, χωρίς αμφιβολία, την πιο δύσκολη περίοδο μετά την εισβολή του 1974. Ποτέ προηγουμένως δεν είχαμε να αντιμετωπίσουμε τόσες συσσωρευμένες προκλήσεις και τόσα αδιέξοδα, τόσο σε εθνικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Ποτέ προηγουμένως δεν ήταν το αίσθημα της απογοήτευσης, της αβεβαιότητας, και της ανασφάλειας που βιώνουν οι πολίτες μας, πιο έντονα», σημείωσε.
Υπογράμμισε πως «παρά τις όποιες αντιξοότητες, οφείλουμε, και θα τα καταφέρουμε, να βρούμε τη δύναμη να σταθούμε όρθιοι. Οφείλουμε και θα συμπεριφερθούμε με τη μέγιστη σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Είμαστε πεπεισμένοι ότι θα καταφέρουμε να ορθοποδήσουμε, όπως ακριβώς τα καταφέραμε και το 1974, όταν ο Κυπριακός Ελληνισμός κατάφερε να επουλώσει τις πληγές του και να οδηγήσει την Κύπρο μετά από μερικά χρόνια σε ένα οικονομικό θαύμα».
Είπε πως «για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, αλλά και να αποδείξουμε στην πράξη ότι έχουμε διδαχθεί από τα τραγικά γεγονότα που 1974, οφείλουμε να πορευτούμε με πραγματική ενότητα ανάμεσα μας».
Τόνισε πως είναι πλέον καιρός, τιμώντας πραγματικά όλους αυτούς που θυσιάστηκαν και έφυγαν χωρίς ποτέ να μάθουν πόσο αδικήθηκαν, και αποδεικνύοντας ότι πραγματικά επιθυμούμε να ξημερώσουν καλύτερες μέρες σε αυτό τον πολυβασανισμένο τόπο, να παραμεριστούν διαφορές, και να πετύχουμε την πολυπόθητη συμφιλίωση, η οποία είναι αναγκαία για να επιτευχθεί η επανένωση του νησιού μας, προσθέτοντας πως «δεν υπάρχει άλλη επιλογή».
«Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας. Μόνο έτσι θα συστρατευτεί και ο λαός μας που δυστυχώς μέχρι και σήμερα τον κρατούμε διχασμένο: Από την μια η Αριστερά, το ένα τρίτο του λαού μας κουβαλά ακόμη το στίγμα της απουσίας από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ την περίοδο 1955-59, και από την άλλη, η Δεξιά, το άλλο ένα τρίτο του λαού να είναι ακόμη χρεωμένη με το πραξικόπημα της Χούντας των Συνταγματαρχών», ανέφερε.
Είπε πως «έγιναν στην πορεία αυτού του λαού σοβαρά ιστορικά λάθη. Αλλά όμως παρά το ότι η ιστορία δεν παραγράφεται, αυτά δεν μπορεί να συνεχίζουν να στιγματίζουν τη μεγάλη πλειοψηφία τούτου του τόπου, που έχει αγωνισθεί και συνεχίζει να αγωνίζεται για να ξεπεράσει κάθε δυσκολία. Και αυτό θα πρέπει να της αναγνωρισθεί μέσω της ενότητας και της συνοχής».
«Είναι καιρός πλέον, αν πραγματικά επιθυμούμε το καλό αυτού του τόπου, αν επιδιώκουμε να ξημερώσουν καλύτερες μέρες για την Κύπρο μας, να δώσουμε ένα τέρμα σε αυτούς τους διαχωρισμούς του λαού μας, κάνοντας πράξη την Εθνική συμφιλίωση και την κοινή συστράτευση και ενωμένοι να κοιτάξουμε μπροστά», υπογράμμισε.
Ο κ. Νεοφύτου σημείωσε πως τριάντα εννέα χρόνια μετά, σταθερά επιθυμούμε και επιδιώκουμε την επίλυση του Κυπριακού, την επανένωση της Κύπρου που παραμένει η ύψιστη προτεραιότητα μας. Και αυτή η επιθυμία και η επιδίωξη αντικατοπτρίζει τα αισθήματα ολόκληρου του Κυπριακού Ελληνισμού.
«Εμείς, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, επιθυμούμε το συντομότερο δυνατό την επίλυση του Κυπριακού, γιατί εμείς βιώνουμε το ξεριζωμό και την προσφυγιά. Εμείς βιώνουμε τις τραγικές συνέπειες του χρόνου, που βαθαίνει μέρα με την μέρα τις πληγές. Και παγιώνει τα τετελεσμένα», ανέφερε.
Υπογράμμισε ωστόσο πως η επιθυμία και ο πόθος μας για επίλυση του Κυπριακού δεν σημαίνει, και δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται από κανένα ως διάθεση για αποδοχή απαράδεκτης λύσης.
«Δεν έχουμε δικαίωμα να δεχθούμε μια διευθέτηση του κυπριακού που δεν θα προσφέρει αποτελεσματικές λύσεις στα σημερινά προβλήματα, εξ αιτίας της εισβολής, και θα θέτει σε κίνδυνο το μέλλον του κυπριακού ελληνισμού. Έχουμε καθήκον και υποχρέωση προς τα θύματα της τραγωδίας του 1974, να διασφαλίσουμε ότι η λύση του Κυπριακού θα είναι βασισμένη στο Διεθνές Δίκαιο, στις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, και θα αποκαθιστά στο νησί τα νόμιμα δικαιώματα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων», είπε καταλήγοντας στην ομιλία του.