Το πρωί της Δευτέρας, ο μεταβατικός πρωθυπουργός της Ουκρανίας ανακοίνωσε πως ο πρόεδρος της χώρας καταζητείται για μαζικές δολοφονίες διαδηλωτών κατά την τρίμηνη αιματηρή εξέγερση με επίκεντρο την πλατεία Ανεξαρτησίας, στο Κίεβο.
“Έχει ξεκινήσει επίσημη έρευνα για μαζικές δολοφονίες ειρηνικών πολιτών. Ο Γιανουκόβιτς και άλλα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα γι’ αυτό καταζητούνται”, σύμφωνα με τον μεταβατικό υπουργό Εσωτερικών, Αρσέν Αβάκοφ.
Ο Γιανουκόβιτς, σύμφωνα με video του ουκρανικού τηλεοπτικού δικτύου 5, φέρεται να εγκατέλειψε το Κίεβο το βράδυ της Παρασκεύης με προορισμό το Ντόνετσκ και στόχο να περάσει τα σύνορα με τη Ρωσία.
Όμως εκεί, τον σταμάτησαν συνοριοφύλακες, οι οποίοι, σύμφωνα με πληροφορίες, δε δέχτηκαν το… φιλοδώρημα που προσπάθησε να τους δώσει για να κάνουν τα στραβά μάτια και να διαφύγει στη Ρωσία.
Κατά άλλους, ο Γιανουκόβιτς, που στο μεταξύ καθαιρέθηκε από τη Βουλή και τη θέση του πήρε ο στενός συνεργάτης της “εχθρού” του, Γιούλια Τιμοσένκο, Αλεξάντρ Τουρτσίνοφ, εθεάθη στην Κριμαία.
Βρισκόταν μέχρι την Κυριακή το βράδυ στην αυτόνομη περιοχή της Κριμαίας και μετακινείτο με αυτοκίνητο, σύμφωνα με όσα έγραψε στο Facebook ο Αβάκοφ.
Έφυγε το βράδυ φορώντας κουκούλα (μπαλακλάβα) από ιδιωτική κατοικία στην Κριμαία μαζί με συνεργάτη του προς άγνωστη κατεύθυνση, πρόσθεσε.
Νωρίτερα, ο βουλευτής της αντιπολίτευσης, Βόλοντιμ Κουρένοϊ ανέφερε στη σελίδα του στο Facebook ότι ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Γιανουκόβιτς συνελήφθη στην Κριμαία, ενώ η ιστοσελίδα Liga.net μετέδωσε ότι κάτοικοι της Σεβαστούπολης είδαν τον Ουκρανό πρόεδρο μαζί με Ρώσους πεζοναύτες. Η πληροφορία όμως δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί από ανεξάρτητη πηγή.
Το ένταλμα σύλληψης κατά του Γιανουκόβιτς ακολούθησα εκείνα κατά του υπουργού Αλεξάντερ Κλιμένκο, ιδιαίτερα στενού συνεργάτη του Γιανουκόβιτς, και του αρχιεισαγγελέα Βίκτορ Ψόνκα. Ο τελευταίος είχε είχε ταυτιστεί με την δίωξη της Τιμοσένκο.
Οι Ψόνκα και Κλιμένκο είχαν συλληφθεί σε ένα αεροδρόμιο στο Ντόνετσκ αλλά απέδρασαν όταν ένοπλοι εισήλθαν στο χώρο και άρχισαν να πυροβολούν, σύμφωνα με τον Όλεγκ Μαχνίτσι, ο οποίος εκτελεί χρέη γενικού εισαγγελέα.