Δρ. Νίκος Παναγιωτίδης*
Οι τουρκικές ενέργειες και προκλήσεις της Άγκυρας με τη δέσμευση περιοχών στα τεμάχια 2, 3 και 9 εντός της κυπριακής ΑΟΖ για διεξαγωγή σεισμικών ερευνών δεν πρέπει να μας ξενίζουν, ούτε και να μας εκπλήσσουν. Αν διατρέξει κάποιος την ιστορία του κυπριακού και των ελληνοτουρικών σχέσεων εν γένει θα διαπιστώσει ότι είναι πάγια αρχή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής η χρήση του εκφοβισμού και η ενάσκηση εξαναγκαστικής διπλωματίας εις βάρος της Κύπρου και της Ελλάδας.
Αυτές οι δυο στρατηγικές που εκπορεύονται συνήθως από ισχυρά κράτη έχουν ως κύριο στόχο την μεταβολή της κρατικής συμπεριφοράς του κράτους- αποδέκτη του εκφοβισμού, εν προκειμένω της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Άγκυρα προέβη στη χρήση τέτοιων μεθόδων σε αρκετές περιπτώσεις την δεκαετία του 1960 όταν απείλησε με εισβολή στο νησί, ενώ το 1973 αμφισβήτησε την ελληνική υφαλοκρηπίδα με την παραχώρηση στην Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων 27 αδειών έρευνας για ανεύρεση υδρογονανθράκων σε περιοχές δυτικά νησιών του Αιγαίου και εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Επίσης, οι ελληνοτουρικές κρίσεις το 1976, το 1987 με το Σισμίκ, αλλά και η κρίση των Ιμιων τον Δεκέμβριο 1996 ήταν αποτέλεσμα της στρατηγικής της Άγκυρας με κύριο στόχο την αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Η χρονική συγκυρία που η Άγκυρα προβαίνει σε αυτές τις προκλήσεις εναντίον της Κύπρου είναι άκρως ευνοϊκη για την ίδια, αφού η δράση των τζιχαντιστών στο Ιράκ και τη Συρία με την οποία έχει σύνορα την θέτουν σε θέση ισχύος έναντι των συμμάχων της. Με άλλα λόγια, η Άγκυρα είναι σε θέση να εκβιάσει τους Νατοϊκους της συμμάχους και να εξαργυρώσει την γεωστρατηγική της θέση και τις επιχειρησιακές δυνατότες της στην περιοχή. Οπως παρατηρούμε παρά τις ανηλεείς σφαγές των Κούρδων στην πόλη Κομπανί στη Βόρεια Συρία, η Τουρκία παραμένει αμέτοχή και αξιώνει πεισματικά την αποδοχή των όρων της, δηλαδή την ανατροπή του Σύρου Προέδρου Μπασιάρ Αλ Ασαντ και την δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στη Βόρεια Συρία.
Συνεπώς, κατά την απόψη μας η Άγκυρα προβαίνει στις προκλήσεις αυτές αναμένοντας ότι δεν θα δεχτεί καμία πίεση από τις ΗΠΑ, αφού οι Αμερικανοί εξαρτούν την έκβαση των επιχειρήσεων εναντίον των Τζιχντιστών από την συνδρομή της Άγκυρας.
Στο όλο σκηνικό πρέπει να λάβει κάποιος υπόψη και την γεωπολιτική απομόνωση που βίωσε το προηγούμενο διάστημα η Τουρκία στην περιοχή με αποτέλεσμα στην παρούσα συγκυρία να επιχειρεί τον επαναπροσδιορισμό του “Δόγματος Νταβούτογλου”.
Η Αγκυρα φιλοδοξούσε με το δόγμα αυτό να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τους γειτόνες της, αλλά με όρους που η ίδια επιθυμούσε. Το δόγμα απέτυχε παταγωδώς, αφού οι σχέσεις της με το Ισραήλ είναι ψυχρές παρά την συμφωνία συμφιλίωσης μεταξύ των δυο πλευρών. Αλλά ουτε και με τις αραβικές χώρες (Αίγυπτο και Συρία, Ιορδανία) εχει καλές σχέσεις αφού στήριζε αντίπαλα στρατόπεδα στις ενδοαραβικές κρίσεις που ταλάνιζαν και ταλανιζουν τις χωρες αυτές. Για να μην αναφέρουμε την Αρμενία και το Ιράν.
Συνεπώς, η τουρκική διπλωματία επιχειρεί για ακόμη μια φορά να αποβεί ρυθμιστής των εξελίξεων στην περιοχή της ελέγχοντας προς όφελος τις τις τοπικές κρίσεις και καρπώνοντας τα όποια οφέλη προκύψουν από αυτές. Η κατάσταση είναι πολύ ανησυχητική. Τις επόμενες μέρες θα διαφανεί πως θα εξελιχτούν τα πράγματα.
* Επικεφαλής Γεωστρατηγικού Παρατηρητηρίου Μέσης Ανατολής- Ανατολικής Μεσογείου (ΓΕΩΠΑΜΕ)