Αμερικάνικες βάσεις με βούλα Χριστοδουλίδη!

Η επιλογή της χρονικής στιγμής της πρόσφατης συνέντευξης του Προέδρου Χριστοδουλίδη στο ΡΙΚ δεν ήταν τυχαία. Έγινε λίγες ώρες μετά την εκλογή Τραμπ και λίγες μέρες μετά που επισκέφτηκε τον τέως Πρόεδρο των ΗΠΑ, Τ. Μπάιντεν.

Ο Πρόεδρος πήγε για να εξαγγείλει μέσα από μια συνέντευξη την παραχώρηση βάσεων στους Αμερικανούς κατά πρώτο λόγο και μετά στους Γάλλους. Η αλλαγή της στάσης της Κύπρου έναντι των Αμερικανών είχε εξαγγελθεί προ πολλού από τον Νίκο Χριστοδουλίδη με τα επαναλαμβανόμενο σλόγκαν ότι «βρισκόμαστε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας».

Η παραχώρηση όμως στρατιωτικών βάσεων επί χερσαίου εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας αιφνιδίασε ευχάριστα ακόμα και τους πιο αισιόδοξους συμμάχους των Αμερικανών. Ούτε καν ο Αβέρωφ δεν θα τολμούσε γνωρίζοντας ότι οι ισορροπίες στην περιοχή μας αλλάζουν. Η κίνηση αυτή βρίσκεται ακόμα πιο μπροστά μετά την Ψήφιση του Νόμου Μενέντεζ- Ρούμπιο από την Γερουσία των ΗΠΑ για απαγόρευση διευκολύνσεων σε Ρώσους και Κινέζους από την Κυπριακή Δημοκρατία ως έναντι για την κατάργηση του εμπάργκο όπλων προς την Κύπρο.

Τι είναι όμως που έχει στα χέρια του ο Νίκος Χριστοδουλίδης έτσι ώστε ν’ αλλάξει τις ισορροπίες;

Η κίνηση του προφανώς θα έχει αντιδράσεις από διάφορες κατευθύνσεις τόσο από πλευράς Ρώσων αλλά και αραβικών κρατών. Το Κυπριακό είναι ένα ευαίσθητο πρόβλημα που χρειάζεται υψηλές διπλωματικές ικανότητες. Μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών είναι η Ρωσία και η Κίνα οι οποίες θεωρούνται εχθρικές προς τις ΗΠΑ και οι οποίες στήριζαν και στηρίζουν σε δύσκολες στιγμές την Κύπρο.

Είναι σειρά αραβικών κρατών που διατηρούν εξαιρετικές σχέσεις με την Τουρκία λόγω και των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Έχει προσμετρήσει ο Νίκος Χριστοδουλίδης ποιες θα είναι οι συνέπειες αυτών των ενεργειών; Η Στρατηγική Συμφωνία με τις ΗΠΑ δεν είναι ένα απλό μεμοράντουμ. Η αναβάθμιση της αεροπορικής βάσης «Ανδρέας Παπανδρέου», η ναυτική βάση στο Μαρί με πολλά εκατομμύρια δεν γίνεται απλά για την αναβάθμιση της άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Οι Αμερικανοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι χωρίς τους Ισραηλινούς στην περιοχή κινδυνεύουν να χάσουν την επιρροή τους στη Μέση Ανατολή. Η κατάσταση στο Ισραήλ δεν εξελίσσεται όπως οι ίδιοι οι Αμερικανοί θα επιθυμούσαν. Έστω και αν προεκλογικά για επικοινωνιακούς σκοπούς κράτησαν απόσταση από τον Νετανιάχου, με τον Τραμπ να δείχνει δυσαρέσκεια, δεν θα αφήσουν αβοήθητο το Ισραήλ έστω και αν σκοτώνει καθημερινά γυναίκες και παιδιά. Η δήθεν καταδίκη είναι μόνο για τα μάτια της αμερικάνικης κοινής γνώμης.

Οι ΗΠΑ ασφαλώς και θα επιθυμούσαν να μετατραπεί η Κύπρος σε μια δεύτερη στρατιωτική γραμμή στην περιοχή, όπου θα σταθμεύουν αντιπυραυλικά συστήματα και μαχητικά αεροσκάφη.

Ο Υπουργός Άμυνας της Κύπρου έσπευσε να πει ότι αν θέλουν οι ΗΠΑ να έχουν αεροπλανοφόρα θα μπορούσαν να τα έχουν μέσα στη θάλασσα, δε μας έχουν ανάγκη. Τα επιχειρήματα του προσομοιάζουν με αυτά του Προέδρου. Ότι τάχα οι Κύπριοι στρατιωτικοί μας έχουν να επωφεληθούν σε εμπειρίες από την παρουσία Αμερικανών στρατιωτικών. Η παρουσία των Αμερικανών στην Κύπρο δεν θα γίνει ούτε για παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας ούτε για να στέλνουν αλεύρι και κονσέρβες. Θα γίνει καθαρά για άμεση εμπλοκή σε μια θερμογενή και φλεγόμενη περιοχή όπου τα συμφέροντα τους τίθενται σε κίνδυνο.

Εκείνο όμως που δεν μπορεί ένας απλός άνθρωπος ν’ αντιληφθεί είναι ποιο είναι το όφελος για την Κύπρο; Τι κερδίζουμε; Έχει δεσμευτεί ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης για εμπλοκή και άσκηση της επιρροής των ΗΠΑ για λύση του Κυπριακού; Κάτι τέτοιο δεν φάνηκε στην πρόσφατη συνάντηση. Μάλλον το Κυπριακό είναι στα αζήτητα. Κέρδη για την οικονομία μήπως; Όπως γράφει ο δημοσιογράφος Χρ. Γεωργίου σε πρόσφατο σχετικό δημοσίευμα «όπως σημειώνουν οικονομικά στελέχη η Κύπρος αύξησε τις εισπράξεις από εταιρικούς φόρους κατά 2,5 δις ευρώ το 2023 επιτυγχάνοντας εισπράξεις που φτάνουν τα 6,5 δις ευρώ ως αποτέλεσμα δραστηριοποίησης πολλών ισραηλινών, ρωσικών και ουκρανικών εταιρειών που έχουν ενεργοποιηθεί στην Κύπρο και κυρίως στη Λεμεσό εξαιτίας κυρίως των δύο πολέμων στην περιοχή. Αυτό το πλεονέκτημα για την Κύπρο δεν έτυχε εκμετάλλευσης από κυπριακής πλευράς στις διαβουλεύσεις με τους Αμερικάνους».

Τα τελευταία χρόνια καλλιεργείται από διάφορους δημοσιογράφους και πολιτικούς κλίμα ανατροπής των αντιαμερικανικών αισθημάτων του κυπριακού λαού. Οι ιστορικές ευθύνες των ΗΠΑ για την Χούντα στην Ελλάδα, το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο δεν είναι της παρούσης.

Το ερώτημα είναι προς τη δική μας πολιτική ηγεσία. Που θα οδηγήσει η περαιτέρω στρατιωτικοποίηση του νησιού; Εξυπηρετεί την πατρίδα μας για χάριν των καλών σχέσεων με τους Αμερικανούς και τους Ισραηλινούς να υποθηκεύσουμε και άλλη γη από την πατρίδα μας; Η απάντηση είναι προφανώς όχι.

Νίκος Ιωάννου

Μέλος Πολιτικού Γραφείου ΑΚΕΛ