Ο σπουδαιότερος σε ιστορική αλλά κα καλλιτεχνική αξία πίνακας του Ουίνστον Τσώρτσιλ βγαίνει σε δημοπρασία από τον οίκο Christie’s την 1 Μαρτίου με τιμή που υπολογίζεται
μεταξύ 1,7 – 2,8 εκ ευρώ. Από το 2011 ανήκε στην μεγάλη συλλογή τέχνης του Μπραντ Πιτ και της Αντζελίνας Τζολί που πήραν διαζύγιο το 2016.
Σπάνια και συναρπαστική εξαιτίας της ιστορίας της, αυτή η εξαιρετικα σημαντική ελαιογραφία του Ουίνστον Τσώρτσιλ με τίτλο The Tower of Katoubia Mosque, ήταν δώρο από τον Τσώρτσιλ στον Αμερικανό πρόεδρο Φράνκλιν Ρούσβελτ ως ενθύμιο του ταξιδιού τους στο Μαρακές μετά τη Διάσκεψη της Καζαμπλάνκα. Είναι ο μοναδικός πίνακας που ζωγράφισε ο Τσώρτσιλ στην διάρκεια ολόκληρου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, γεγονός που αυξάνει την αξία του. Απεικονίζει με ακρίβεια την στιγμή που μοιράστηκαν οι δύο ηγέτες καθώς ατένιζαν το μαγευτικό τοπίο του Μαρακές με τον ήλιο να δυει πάνω από την οροσειρά του Ατλαντα.Η Διάσκεψη της Καζαμπλάνκα έλαβε χώρα στο Ξενοδοχείο Anfa, στην Καζαμπλάνκα του Μαρόκου, τότε γαλλικό προτεκτοράτο, από τις 14 έως τις 24 Ιανουαρίου του 1943 με στόχο να σχεδιάσει τη στρατηγική των Συμμάχων στο Ευρωπαικό μέτωπο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Τσώρτσιλ είχε ερωτευθεί το Μαρόκο και ιδιαίτερα την πόλη του Μαρακές στην διάρκεια μιας επίσκεψής του στην περιοχή το 1935.
Οταν τελείωσε η Διάσκεψη της Καζαμπλάνκα ο Τσώρτσιλ άδραξε την ευκαιρία να μοιραστεί το μαγευτικό τοπίο με τον ομόλογό του και στενό προσωπικό του φίλο πρόεδρο Ρούσβελτ. Χρειάστηκε να επιστρατεύσει όλη την πειθώ του μάλιστα και να επιμείνει, λέγοντας στον Ρούσβελτ πως «δεν είναι δυνατόν να έχεις κάνει όλο αυτό το ταξίδι ως εδώ από τη Βόρεια Αμερική και να φύγεις χωρίς να δεις το Μαρακές. Ελα να περάσουμε δύο μέρες εκεί. Θέλω να είμαι μαζί σου όταν θα δούμε τον ήλιο να δύει στην οροσειρά του Άτλαντα».
Οι δύο τους έκαναν παρέα τη διαδρομή των 150 μιλίων από την Καζαμπλάνκα στο Μαρακές και φιλοξενήθηκαν στη Βίλα Taylor της ευκατάστατης Αμερικανίδας κοσμικής κυρίας Μόουζις Τέιλορ. Καθώς έφτασαν αργά το απόγευμα, ο Τσώρτσιλ επέμενε ο Ρούσβελτ να τον ακολουθήσει στον βερβέρικο πύργο της Μαροκινής βίλας για να δούν το ηλιοβασίλεμα.
Οι βοηθοί του Ρούσβελτ τον κουβάλησαν στις σκάλες δημιουργώντας ένα κάθισμα με τα χέρια τους και εκεί οι δύο ηγέτες κάθισαν και είδαν τις χρυσές ακτίνες του ηλίου να γλιστρούν πάνω στις χιονισμένες κορυφές των βουνών του Ατλαντα. Λέγεται πως το τοπίο συνεπήρε τόσο πολύ τον Ρούσβελτ ώστε κάνοντας χιούμορ έτεινε το χέρι του προς τον αγαπημένο του φίλο και είπε πως «νιώθω σαν σουλτάνος, μπορείς να μου φιλήσεις το χέρι αγαπητέ μου!».
Ο Τσώρτσιλ σηκώθηκε το επόμενο πρωί με τις πιζάμες και το πούρο του (ποτέ δεν ήταν πολύ πρωινός τύπος) για να συνοδεύσει τον Ρούσβελτ στο αεροδρόμιο. Οι φωτογράφοι πήδηξαν από τη χαρά τους στην ιδέα ότι θα είχαν την ευκαιρία τη ζωής τους να φωτογραφίσουν τον πρωθυπουργό με αυτή την περιβολή αλλά εκείνος τους το ξέκοψε. Μετά τον αποχαιρετισμό, ο Τσώρτσιλ αρνήθηκε να μείνει για την απογείωση. Γύρισε στον αμερικανό πρόξενο Κένεθ Πένταρ και του είπε «δεν θέλω να τον δω να απογείωνεται, με αγχώνει. Αν συμβεί κάτι σε αυτόν τον άνθρωπο δεν θα το αντέξω. Είναι ο πιο αληθινός φιλος, με την πιο διορατική ματιά. Είναι ο σπουδαιότερος άνδρας που γνώρισα ποτέ».
Μόλις επέστρεψε στη βίλα, ο Τσώρτσιλ φώναξε τον βαλέ του και του είπε «Σόγιερς, τα είδη ζωγραφικής μου. Σε παρακαλώ πήγαινέ τα στον πύργο». Και ανέβηκε στον πύργο και μελέτησε τη θέα για ένα λεπτό, αναλογιζόμενος τις στιγμές που είχε περάσει με τον φίλο του και άρχισε να ζωγραφίζει τον μοναδικο πίνακα που θα έκανε όλα τα χρόνια του πολέμου. Η αγάπη του για τα ζωηρά χρώματα και η τολμηρή χρήση του πινέλου αποτύπωσαν τέλεια την αναζωογονητική ενέργεια που έβρισκε σε αυτό το μέρος το οποίο αποκαλούσε «Το Παρίσι της Σαχάρας».
Στον πίνακα ο θεατής γίνεται μάρτυρας της στιγμής που ο καλλιτέχνης απελευθερώνει όλη την δημιουργική ορμή που είχε μείνει καταπιεσμένη από τα ψυχικά και σωματικά βάρη του πολέμου. Μόλις ολοκλήρωσε το έργο, ο Τσώρτσιλ το έστειλε στον καρδιακό του φίλο ως ενθύμιο εκείνης της σύντομης ανάπαυλας από τα απαιτητικά τους ηγετικά καθήκοντα αλλά και ως σύμβολο της ενότητας και της ελευθερίας των λαών. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι επιπλέον ήταν και δώρο γενεθλίων καθώς τα γενέθλια του Ρούσβελτ ήταν στις 30 Ιανουαρίου. Ο πρόεδρος το κρέμασε περήφανα στο σπίτι του στο Hyde Park, στο Σπρίνγκφιντ της Νέας Υόρκης στη γενέτειρά του, όπου βρίσκεται και ο τάφος του. Οταν ο Πρόεδρος πέθανε, ο πίνακας πέρασε στον γιο του και μετά σε μια σειρά από συλλέκτες.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί ο Τσώρτσιλ διάλεξε εκείνη τη στιγμή για να ζωγραφίσει ξανά. Ο πρώτος λόγος είναι ότι αν και ο Ρούσβελτ ήταν νεότερος, ο Τσώρτσιλ τον θαύμαζε όσο κανέναν άλλο. Ηθελε να φτιάξει κάτι ξεχωριστό για αυτόν. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την πορεία του πολέμου εκείνη τη εποχή. Ως τον Ιανουάριο του 1943 σχεδον όλα τα νέα απο το μέτωπο ήταν ζοφερά για τη Βρετανία. Στην συνέχεια, και ειδικά από την άνοιξη του ‘43 η ζυγαριά άρχισε να γέρνει από την άλλη πλευρά και οι εξελίξεις έδειχναν τα πρώτα σημάδια βελτίωσης.
Ο πόλεμος δεν είχε ακόμα γυρίσει υπέρ των Συμμάχων αλλά η προέλαση των Γερμανών είχε σταματήσει. Οι Αμερικανοί είχαν αποβιβαστεί στη Βόρεια Αφρική και η κρίσιμη πολιορκία του Στάλινγκραντ είχε αρχίσει να γυρίζει υπέρ των Ρώσων. Για πρώτη φορά υπήρχε φως στο τούνελ και ο Τσώρτσιλ πρέπει να το ένιωσε,μια μικρή ελπίδα στην καρδιά του μετά από πολλά χρόνια απουσίας της.
Ο πίνακας δείχνει το διάσημο τζαμί του Μαρακές στο ηλιοβασίλεμα με την χιονισμένη οροσειρά του Ατλαντα στον ορίζοντα. Πού αλλού μπορεί κανείς να ζωγραφίσει ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα, μια έρημο και χιονισμένα βουνά, όλα σε ένα τοπίο; Ισως να ήταν χάρη σε αυτά τα συστατικά που ο Τσώρτσιλ το θεωρούσε "το ομορφότερο μέρος του κόσμου.
Ο μεγάλος ηγέτης συνέχισε να ζωγραφίζει για πάνω από 40 χρόνια, και με ακόμη μεγαλύτερη αφοσίωση. Ζωγράφισε συνολικά πάνω από 500 έργα στη διαρκεια της ζωής του. Δεν υπάρχει απόδειξη ότι είχε λάβει ποτέ κάποια καλλιτεχνική παιδεία. Για την ακρίβεια, η σύζυγός του Κλημεντίνη ανέφερε ότι μετά βίας επισκεπτόταν μουσεία με έργα τέχνης.
Γνωρίζουμε όμως ότι ο Τσώρτσιλ άρχισε να ζωγραφίζει μετά από έναν πολιτικό και προσωπικό όλεθρο: την εκστρατεία στα Δαρδανέλια το 1915. Τότε νοίκιασαν ένα μικρό εξοχικό με την γυναίκα του για να αποτραβηχθούν από τη δημοσιότητα. Ο αδελφός του Τζακ με τη γυναίκα του Γκούνι τους επισκέπτονταν συχνά. Εκείνη ήταν χαρισματική ζωγράφος υδατογραφιών και τον έπεισε να δοκιμάσει. Εκτοτε, η ζωγραφική έγινε το καταφύγιό του από τον κόσμο.Οπως είπε κάποτε στον ζωγράφο Sir John Rothenstein «αν δεν είχα τη ζωγραφική, δεν θα είχα επιβιώσει. Δεν θα άντεχα την πίεση».