Συμπληρώνονται σήμερα 50 χρόνια από τις 14 Αυγούστου 1974, ημέρα κατά την οποία οι ορδές του Αττίλα ξεκινούσαν τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής.
Με τη δεύτερη φάση, η Τουρκία ολοκλήρωσε το έγκλημα κατά της Κύπρου και του λαού της, με τη κατάληψη της Αμμοχώστου, της Καρπασίας και της Μόρφου.
Το 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας παραμένει υπό κατοχή, χιλιάδες πρόσφυγες στερούνται του δικαιώματος της επιστροφής στις πατρογονικές τους εστίες, ενώ η διακρίβωση της τύχης εκατοντάδων αγνοουμένων παραμένει ακόμα ανοικτή πληγή.
Ένα μεγάλο μέρος της πόλης της Αμμοχώστου, όπου κατοικούσαν Ελληνοκύπριοι, παραμένει από τότε περίκλειστο και ερημωμένο, με τον κατοχικό στρατό να μην επιτρέπει την επιστροφή των νομίμων κατοίκων της πόλης στις κατοικίες και στις περιουσίες τους, παρά τα σχετικά ψηφίσματα και αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών.
Η Τουρκία βρήκε την αφορμή να επιβάλει τα διχοτομικά της σχέδια εναντίον της Κύπρου, μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 κατά της εκλεγμένης Κυβέρνησης του Προέδρου Μακαρίου.
Στις 20 Ιουλίου του 1974, ισχυριζόμενες ότι ενεργούν σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεως, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποίησαν μια πλήρους κλίμακας εισβολή εναντίον της Κύπρου, καταλαμβάνοντας το 36% των εδαφών της Δημοκρατίας και εκδιώκοντας, με τη δύναμη των όπλων, τους Ελληνοκυπρίους από τις κατοικίες και τις περιουσίες τους.
Πέραν του 36% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αντιπροσωπεύει το 70% του οικονομικού δυναμικού περιήλθε υπό την κατοχή του τουρκικού στρατού, ενώ το ένα τρίτο των Ελληνοκυπρίων έγιναν πρόσφυγες στην ίδιά τους την πατρίδα.
Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν με πολλά ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας απαιτήσει σεβασμό για την ανεξαρτησία, ενότητα και εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου, την επιστροφή των προσφύγων στις κατοικίες τους και την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων από το νησί, όμως όλα αυτά τα ψηφίσματα έχουν αγνοηθεί από την Τουρκία.
Η κατάσταση στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου, τα Βαρώσια, περιγράφεται με παραστατικότητα στην έκθεση της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου για την Αμμόχωστο :
“Από το φράκτη που αποτρέπει τους πεζούς να έχουν πρόσβαση στο Βαρώσι, τα παραλιακά ξενοδοχεία, τα διαμερίσματα και τα εστιατόρια δεν είναι τίποτε περισσότερο από σαθρούς σκελετούς από μπετόν- τεράστιες αστικές ταφόπλακες που στέκονται αποφασιστικά ενάντια στο πέρασμα του χρόνου. Η φύση κατέχει επίσης τα Βαρώσια. Δέντρα και θάμνοι έχουν βλαστήσει μέσα από τα σπασίματα των φθαρμένων οδικών αρτηριών, όπου το έδαφος έχει βυθιστεί και έχει γεμίσει το υπόγειο αποχετευτικό σύστημα. Γάτες και τρωκτικά περιφέρονται στα στενά. Οι εκκλησίες έχουν υποστεί την ίδια μοίρα όπως τα άλλα κτήρια: βεβηλώθηκαν και αφέθηκαν να αποτελούν σιωπηλούς μάρτυρες της κάποτε επικρατούσας Χριστιανικής κοινότητας. Σχολεία και παιδικά πάρκα παραμένουν επίσης εγκαταλελειμμένα”.
Οι σχεδιασμοί της Τουρκίας διαμορφώνονται αναλόγως των ευκαιριών που βρίσκει μπροστά της και των λαθών όσων βρίσκονται απέναντί της αλλά η επεκτατική πολιτική και ο επιθετικός άξονας πάνω στον οποίο κινείται παραμένουν τα ίδια.
Η πρόσφατη και απαράδεκτη επιμονή της για εποικισμό της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου, αποδεικνύουν ότι ούτε οι στόχοι ούτε οι μέθοδοι της έχουν αλλάξει.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά επανειλημμένα στην πορεία των χρόνων ζήτησε σεβασμό των ψηφισμάτων και επιστροφή της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της, ενώ υπέβαλε και προτάσεις προς επίτευξη αυτού του σκοπού, πλην όμως όλες οι προσπάθειες συνάντησαν την άρνηση της τουρκικής πλευράς.
Στην παρούσα φάση στόχος είναι η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με βάση το πλαίσιο που κατέθεσε ο ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών και εντός των παραμέτρων των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας
Μια νέα προσπάθεια για επίλυση του Κυπριακού ελπίζουμε ότι θα αρχίσει σύντομα.