Η Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Λένα Δημητριάδου, εξέφρασε την ενόχληση του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας με τον «παραπλανητικό τρόπο» που τα ΜΜΕ παρουσιάζουν την υπόθεση της Τράπεζας Κύπρου σε σχέση με το κεφαλαιουχικό της έλλειμμα το 2012, ξεκαθαρίζοντας ότι η συγκεκριμένη υπόθεση δεν αφορά την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας «όπως πολύ λανθασμένα δίδεται η εντύπωση στον κόσμο».
Η κ. Δημητριάδου προέβη σ’ αυτή την επισήμανση με αφορμή την ένσταση που ήγειρε σήμερα η πλευρά της υπεράσπισης των κατηγορουμένων στην υπόθεση σε σχέση με την κατάθεση του νέου μάρτυρα κατηγορίας, επιχειρηματία και μετόχου της Τράπεζας Δημήτρη Λόρδου, που παρουσίασε σήμερα ενώπιον του Κακουργιοδικείου η Κατηγορούσα Αρχή.
Κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, η πλευρά της υπεράσπισης των κατηγορουμένων ήγειρε ένσταση ως προς το δεύτερο μέρος της κατάθεσης του μάρτυρα, χαρακτηρίζοντας το ως μη σχετικό και ουσιώδες με τα επίδικα θέματα που αφορούν το κατ’ ισχυρισμό κεφαλαιουχικό έλλειμμα της τράπεζας το 2012 και την παράλειψη της τράπεζας να ενημερώσει τους μετόχους επί τούτου.
Ο δικηγόρος της Τράπεζας Κύπρου Πόλυς Πολυβίου ανέφερε συγκεκριμένα ότι ενώ στο πρώτο μέρος της κατάθεσης του μάρτυρα γίνεται αναφορά στα όσα διαμείφθηκαν στη Γενική Συνέλευση της τράπεζας στις 19/6/012 και στο κλίμα που επικράτησε, στο δεύτερο μέρος ο κ. Λόρδος αναφέρεται στις δανειακές υποχρεώσεις του κ. Θεόδωρου Αριστοδήμου και στο κατά πόσον αυτές είναι ή όχι εξασφαλισμένες. Όπως είπε, αυτό το μέρος της κατάθεσης δεν είναι σχετικό και ουσιώδες με τα επίδικα ζητήματα, καλώντας το δικαστήριο να μην επιτρέψει την εισαγωγή του στη δίκη.
Ο κ. Πολυβίου είπε ότι «εδώ δεν δικάζεται ούτε η Τράπεζα Κύπρου ούτε οι σύμβουλοι της για κακή διαχείριση γενικά, αλλά δικάζονται για συγκεκριμένα ποινικά αδικήματα που καθορίζονται στο κατηγορητήριο και έχουν όλα να κάνουν με το κατ’ ισχυρισμό κεφαλαιουχικό έλλειμμα και κατά πόσον θα έπρεπε να είχαν προβεί σε αποκάλυψη σχετικά μ’ αυτό».
«Το εάν ο κ. Αριστοδήμου χρωστούσε πολλά ή λίγα και αν ήταν καλυμμένα με εξασφαλίσεις ή όχι και το εάν ο κ. Λόρδος από το 2010 προειδοποιούσε σχετικά με τους χειρισμούς που γίνονταν από την ηγεσία της τράπεζας, αυτά δεν έχουν σχέση με την παρούσα υπόθεση και δεν αφορούν το δικαστήριο», είπε. Ο κ.. Πολυβίου επεσήμανε ότι «η άσχετη μαρτυρία όχι μόνο εκτροχιάζει τη δίκη αλλά δημιουργεί και αρνητικές εντυπώσεις».
Με τη συγκεκριμένη ένσταση συμφώνησαν και οι συνήγοροι υπεράσπισης των υπόλοιπων κατηγορουμένων, υποστηρίζοντας ότι οι κατηγορούμενοι στην υπόθεση δεν κατηγορούνται γιατί δημιουργήθηκε το κεφαλαιουχικό έλλειμμα στην Τράπεζα αλλά γιατί δεν εκδόθηκε σχετική ανακοίνωση επ’ αυτού.
Στη συνέχεια, η πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής επιχειρηματολόγησε υπέρ της απόρριψης της ένστασης της υπεράσπισης και υπέρ του να επιτραπεί η κατάθεση, σημειώνοντας ότι δεν είναι άσχετη αφού έχει να κάνει με το θέμα της γνώσης που είχαν οι κατηγορούμενοι για το κεφαλαιουχικό έλλειμμα της τράπεζας».
Αφού άκουσε και τις δύο πλευρές, το Κακουργιοδικείο αποδέχτηκε την ένσταση της υπεράσπισης και δεν επέτρεψε την εισαγωγή του επίμαχου αποσπάσματος της κατάθεσης του μάρτυρα στη δίκη. «Το συγκεκριμένο απόσπασμα για το οποίο υπάρχει ένσταση δεν είναι σχετικό με τα επίμαχα ζητήματα…Η γραπτή δήλωση ενός μάρτυρα δεν του παρέχει το απεριόριστο δικαίωμα να καταθέτει ότι επιθυμεί…Δεν έχουμε αντιληφθεί πώς με τις αναφορές που γίνονται στο επίμαχο απόσπασμα υπάρχει οποιαδήποτε σύνδεση – έστω και απομακρυσμένη- με τα επίδικα ζητήματα», ανέφερε, μεταξύ άλλων, η Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου.
Με αφορμή την ένσταση που ήγειρε η πλευρά της υπεράσπισης, η Πρόεδρος του Ανωτάτου Λένα Δημητριάδου είπε ότι αυτή η υπόθεση δεν αφορά την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας «όπως πολύ λανθασμένα δίδεται η εντύπωση στον κόσμο. Αυτό το πράγμα πρέπει να γίνει αντιληπτό σε όλους. Είναι μια πολύ συγκεκριμένη υπόθεση σε ένα πολύ συγκεκριμένο ζήτημα. Μας ενοχλεί ακριβώς αυτή η ενασχόληση των ΜΜΕ (με αυτή την υπόθεση) με αυτό τον παραπλανητικό τρόπο», είπε κάνοντας λόγο για παραπληροφόρηση του κόσμου. «Ο Τύπος πρέπει να πληροφορεί σωστά τον κόσμο», σημείωσε.
Ακολούθως, ο μάρτυρας κατηγορίας προχώρησε στην ανάγνωση του πρώτου μέρους της κατάθεσης λέγοντας, μεταξύ άλλων, ότι θεωρούσε ότι «η Τράπεζα Κύπρου ήταν ένας έντιμος οργανισμός με σώφρονες διαχειριστές».
Ανέφερε ότι ο λόγος που παρευρέθηκε στη γενική συνέλευση της Τράπεζας στις 19/6/12 ήταν γιατί «ήταν φανερό ότι η Τράπεζα παρουσίαζε προβλήματα και ήθελα να ενημερωθώ για τη διαχείρισης της κατάστασης» προσθέτοντας ότι οι ομιλητές αναφέρονταν στο δύσκολο κλίμα της οικονομίας, «ωραιοποιούσαν την κατάσταση» και διαβεβαίωναν ότι έχουν λάβει όλα τα μέτρα για αντιμετώπιση της κατάστασης και πως βρίσκονταν σε πολύ καλή θέση.
Διαβεβαίωναν, επίσης, ότι βρίσκονταν πολύ κοντά στην τελική κεφαλαιοποίηση, κάνοντας λόγο για κεφαλαιουχικό έλλειμμα 200 εκ. ευρώ. «Γενικά με τις ομιλίες τους έστελλαν αισιόδοξα μηνύματα» είπε και πρόσθεσε ότι σε κάποια στιγμή το κλίμα έγινε υβριστικό και εξευτελιστικό και έτσι αναγκάστηκε να αποχωρήσει.
Η υπόθεση συνεχίζεται στις 26/1, 2/2 και 8/2 στις 9 το πρωί.