“Η Ελλάδα είναι μια χώρα διαφθοράς”ποτισμένη” στην κουλτούρα της που δύσκολα θα ξεριζωθεί” ήταν η κύρια ιδέα που προέκυψε από το συνέδριο της «Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάς», που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα με τίτλο «Κράτος και Διαφθορά – Θεσμοί: Από την πτώση στην ανόρθωση». Στο ζήτημα αναφέρθηκε ο καθηγητής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, Παναγιώτης Καρκατσούλης, ο οποίος μέσα από την πολυετή εμπειρία του, δήλωσε απαισιόδοξος για την κατάσταση που επικρατεί στο Ελληνικό Δημόσιο, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «από το κεφάλι βρομάει το ψάρι».
Μια ευθύνη που αποδίδεται στην πολυνομία και στην αυθαιρεσία των πολιτικών διακυβερνήσεων σε όλη τη μεταπολίτευση και
όχι στην εύκολη στοχοποίηση των υπαλλήλων.
Ο κ. Καρκατσούλης με στοιχεία που που παρουσίασε κατέθεσε παρουσίασε την πραγματική εικόνα της διαφθοράς, κακοδιοίκησης και γραφειοκρατίας «κομμουνιστικού τύπου», όπως είπε χαρακτηριστικά.
Συγκεκριμένα, από το 1975 και μέσα σε 30 χρόνια, όπως ανέφερε, έχουν κατατεθεί 3.430 νόμοι, ενώ παράλληλα έχουν εκδοθεί
17.5000 ρυθμίσεις, 20.580 Προεδρικά Διατάγματα και 111.905 Υπουργικές Αποφάσεις.
Μάλιστα, τόνισε με έμφαση ότι η κατάσταση έχει χειροτερέψει τα τελευταία χρόνια με τις εγκυκλίους που έχουν υποκαταστήσει τη νομοθεσία, ενώ παρατήρησε ότι γίνεται κατάχρηση και των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου.
Επίσης, επισήμανε ότι όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα το οικονομικό βάρος να φτάνει στα 14 δισ. το χρόνο για τους πολίτες, ενώ έφερε ως παράδειγμα της απροθυμίας να σταματήσει η αυθαιρεσία των πολιτικών τη μη εφαρμογή του νόμου για την «Καλή νομοθεσία», που ψηφίστηκε στις αρχές του 2012.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στην ύπαρξη -ουσιαστικά- ακόμη και σήμερα 78 υπουργείων (όσοι είναι οι γενικοί και ειδικοί γραμματείς της κυβέρνησης) που τυπικώς έχουν ενωθεί σε 15 υπουργεία και το διορισμό πάνω από 1.200 υπουργικών συμβούλων, για να
αισθάνονται «μια ασφάλεια» οι υπουργοί, όπως σημείωσε με έμφαση, για να ολοκληρώσει δηλώνοντας απαισιόδοξος για την αποτελεσματική και διάφανη λειτουργία του κράτους.
Από την πλευρά της κυβέρνησης, ο υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Μανούσος Βολουδάκης, αναφέρθηκε στις προσπάθειες της Πολιτείας για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της αδιαφάνειας.
Μια σειρά από πρωτοβουλίες που λαμβάνονται για την απλούστευση των διαδικασιών και τη μείωση των δομών και των υπηρεσιών του κράτους.
Για το θέμα μίλησε και ο εκπρόσωπος της Task Force για την Ελλάδα, Τεό Στράικερ, κάνοντας ανασκόπηση στον οδικό χάρτη κατά της διαφθοράς που έχει συμφωνηθεί με την ελληνική κυβέρνηση.
Τη συμφωνία για μια εθνική στρατηγική καταπολέμησης της διαφθοράς, την ενδυνάμωση του συντονισμού με τον ορισμό εθνικού συντονιστή, την πρόληψη και την ευαισθητοποίηση των πολιτών και κυρίως την ακεραιότητα των υπαλλήλων.
Ιδιαίτερη σημασία έδωσε στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των υπηρεσιών και των διωκτικών υπηρεσιών (αρχείο τραπεζικών λογαριασμών) και τη βελτίωση του νομικού πλαισίου (ταχύτατη απονομή δικαιοσύνης κ.λπ.).
Ο πρώην εισαγγελέας και τέως ειδικός γραμματέας ΣΔΟΕ, Ιωάννης Διώτης, υποστήριξε πως η καταπολέμηση της διαφθοράς είναι «αναποτελεσματική» και η πρόληψη στα «σπάργανα», λέγοντας ότι η Πολιτεία εμφανίζεται διστακτική να λάβει μέτρα κατά
της διαφθοράς και την αναγκαιότητα συντονισμού. Πρότεινε μάλιστα ότι θα πρέπει οι προϊστάμενοι να είναι συνυπεύθυνοι σε κρούσματα διαφθοράς των υφισταμένων τους, δεδομένου ότι δεν κατάφεραν να τους ελέγξουν αποτελεσματικά.
Τέλος, ο γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, Λέανδρος Ρακιντζής, επισήμανε την ανάγκη εθνικού συντονιστή, αλλά «να μην είναι ούτε πολιτικός ούτε από το επιχειρηματικό κόσμο, να μην έχει βαρίδια», όπως είπε χαρακτηριστικά.