Δικαστήριο επικυρώνει απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης Κρατουμένων επ’ Αδεία να ανακαλέσει προηγούμενη ευνοϊκή απόφασή του, εξαιτίας παράβασης όρου αποφυλάκισης από κατάδικο
Ως πολύ σημαντική κρίνεται από τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου να επικυρώσει την ανάκληση προηγούμενης απόφασης του Συμβουλίου Αποφυλάκισης Κρατουμένων επ’ Αδεία, με την οποίαν το Συμβούλιο επέτρεπε σε κατάδικο να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής του εκτός φυλακής, υπό συγκεκριμένους, γραπτούς και αυστηρούς όρους. Αυτή είναι η πρώτη φορά που κυπριακό Δικαστήριο εξέτασε και επικύρωσε τέτοια απόφαση.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο, αποδεχόμενο τις θέσεις και την επιχειρηματολογία του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, διαπίστωσε πως η απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης Κρατουμένων επ’ Αδεία να ανακαλέσει την πιο πάνω προηγούμενη απόφασή του διότι ο κατάδικος παράβηκε, με υπαιτιότητά του, όρο της αποφυλάκισής του, με συνεπακόλουθο να επιστρέψει στη φυλακή, λήφθηκε σύμφωνα με τα όσα σχετικά ορίζουν οι αρχές δικαίου και ο περί Φυλακών Νόμος, και αφού προηγουμένως ο κατάδικος κλήθηκε, ακούστηκε και έλαβε εύλογο χρόνο για να συμμορφωθεί με τον συγκεκριμένο, γραπτό και αυστηρό όρο της αποφυλάκισής του.
Ενδεικτικά, το Δικαστήριο έκρινε πως στην περίπτωση που το Συμβούλιο Αποφυλάκισης Κρατουμένων επ’ Αδεία αποφασίζει να επιτρέψει σε κατάδικο να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής του εκτός φυλακής υπό όρους, αυτός οφείλει να τους τηρεί διότι οι όροι που εκάστοτε τίθενται, σκοπό έχουν να προστατεύσουν τον κατάδικο (ο οποίος πλέον παύει να είναι έγκλειστος και ζει σε καθεστώς περιορισμένης ελευθερίας) καθώς και την κοινωνία από τον κίνδυνο ενδεχόμενης αύξησης του βαθμού επικινδυνότητας και υποτροπής του.
Εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας την υπόθεση χειρίστηκε ο κ. Θάσος Χατζηλούκας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.