Του Αναστάση Θεοχαρίδη*
Αναμφίβολα βρισκόμαστε μπροστά σε σημαντικές γεωπολιτικές αλλαγές στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, αλλαγές οι οποίες σε πολύ μεγάλο βαθμό θα καθορίσουν και τις μετέπειτα εξελίξεις στην παγκόσμια σκακιέρα. Το τελευταίο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες πολλαπλών περιφερειακών συγκρούσεων είτε στην Ευρώπη (βλέπε Ουκρανία) είτε στην Ανατολική Μεσόγειο (βλέπε Συρία, Αίγυπτος, Ισλαμικό κράτος/Ιράκ). Μέσα σε αυτό το συγκρουσιακό πλαίσιο, η συμμαχία μεταξύ Ελλάδος – Κύπρου – Ισραήλ, μπορεί να παίξει τον σταθεροποιητικό εκείνο ρόλο στην περιοχή και να λειτουργήσει ως αντίβαρο εχθρικών επιβουλών από κράτη «ταραξίες» της περιοχής. Ας αναλύσουμε όμως τα γεωπολιτικά δεδομένα μέσα στα οποία δύναται να αναπτυχθεί η εν λόγω συμμαχία.
Η πάγια στρατηγική των Δυτικών δυνάμεων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και κατ’ επέκταση και της Ανατολικής Μεσογείου, ήταν και είναι η ασφάλεια των ενεργειακών πόρων της περιοχής, η ασφάλεια του κράτους του Ισραήλ και των δυτικών συμμάχων (ασφάλεια η οποία απειλείται από το Ισλαμικό κράτος και το Ιράν), όπως επίσης και η εύρυθμη λειτουργία της νοτιανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ με την όσο το δυνατό γρηγορότερη ομαλοποίηση των σχέσεων Ελλάδος/Τουρκίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ως η αδιαμφισβήτητη στρατιωτική και οικονομική δύναμη του πλανήτη, επιδιώκει να διατηρήσει την επιρροή της στην περιοχή κυρίως μέσω των ναυτικών της δυνάμεων (6ος Στόλος) και των συμμαχιών που έχει αναπτύξει.
Όσον αφορά την στρατηγική την οποία ακολουθεί η Ρωσική Ομοσπονδία στην περιοχή, επιδίωξε και σε μεγάλο βαθμό πέτυχε, να αυξήσει την επιρροή της μέσω των οικονομικών και εμπορικών δεσμών που ανέπτυξε με τα κράτη της Ανατολικής Μεσογείου. Το παραδοσιακό ενδιαφέρον της Ρωσίας για την περιοχή μαρτυρεί ο καταλυτικός ρόλος που έπαιξε στην Συριακή κρίση όπως επίσης και η μόνιμη παρουσία του ρωσικού στόλου σε ναύσταθμο στη Συρία.
Η συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας για συνεργασία στους τομείς της ενέργειας, ερμηνεύεται από διεθνείς αναλυτές ως μια ρωσική προσπάθεια να ελέγξει τις διόδους φυσικού αερίου και στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Επιπλέον ας μην λησμονούμε ότι η Ρωσική βιομηχανία όπλων προμηθεύει τα πλείστα κράτη της περιοχής με στρατιωτικό υλικό (οι δαπάνες για στρατιωτικούς εξοπλισμούς έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια στα κράτη του Αραβικού κόσμου). Επομένως η οικονομική διείσδυση της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δεν μπορεί να ούτε να αμφισβητηθεί αλλά ούτε και να υποτιμηθεί.
Η χειροτέρευση των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας σε συνδυασμό με τις πρόσφατες ανακαλύψεις σημαντικών ποσοτήτων υδρογονανθράκων στην περιοχή, λειτούργησαν καταλυτικά στον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων μεταξύ Ελλάδος – Κύπρου – Ισραήλ. Η πιο πάνω διαπίστωση στηρίζεται σε μία σειρά γεγονότων τα οποία μαρτυρούν τον «εναγκαλισμό» των τριών προαναφερθέντων κρατών. Οι κοινές Ελληνο-ισραηλινές στρατιωτικές ασκήσεις με την ταυτόχρονη συμμετοχή Αμερικανικών Ένοπλων Δυνάμεων, η άδεια που δόθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία στην πολεμική αεροπορία του Ισραήλ για ανεμπόδιστη χρήση του εναέριου και θαλάσσιου χώρου της Δημοκρατίας με την ταυτόχρονη πρώτη επίσκεψη Ισραηλινού Προέδρου στην Κύπρο, είναι μερικές από τις εξελίξεις οι οποίες οδηγούν στο πιο πάνω συμπέρασμα.
Ένα άλλο θέμα το οποίο χρήζει αναφοράς είναι η εξαγγελθείσα πρόθεση της Αιγύπτου για στενότερη συνεργασία με Κύπρο και Ελλάδα. Η πιο πάνω άποψη επιβεβαιώνεται με την συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών Ελλάδος – Κύπρου – Αιγύπτου προ ημερών στην Λευκωσία. Η Αίγυπτος του στρατάρχη Σίσι, σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί την αναβίωση του Οθωμανικού μεγαλοϊδεατισμού. Κάτι τέτοιο θα υπονόμευε τον κυριαρχικό ρόλο που διαδραματίζει η Αίγυπτος ανάμεσα στον Αραβικό κόσμο. Επιπλέον σε καμία περίπτωση η Αίγυπτος δεν επιθυμεί Τουρκική επικυριαρχία επί του θαλάσσιου πλούτου στην Ανατολική Μεσόγειο, εξέλιξη η οποία θα μπορούσε να καταστήσει την Τουρκία ενεργειακό στρατηγικό παίχτη της περιοχής. Στο όλο παιχνίδι των συμμαχιών μπαίνει αναπόφευκτα και η Ρωσική Ομοσπονδία με την επιδίωξη στενότερων εμπορικών και αμυντικών σχέσεων με την Αιγυπτιακή ηγεσία. Η Ρωσική Ομοσπονδία βλέπει την Αίγυπτο ως ένα δυνητικά σταθερό και αξιόπιστο σύμμαχο του οποίου τα συμφέροντα στην περιοχή δύνανται να συμπλέουν με τα ρωσικά.
Τούτων λεχθέντων, είναι φανερό πως στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου διεξάγεται ένα στρατηγικό παιχνίδι δύναμης και επιρροής. Οι Δυτικοί έχουν ως πρωταρχικό τους στόχο τον αφανισμό της απειλής που ακούει στο όνομα, Ισλαμικό κράτος. Σε αυτή τους την προσπάθεια χρειάζονται στο πλευρό τους την Τουρκία, η οποία θα θέσει τους δικούς της όρους και ανταλλάγματα. Οι πρόσφατες Τουρκικές ενέργειες στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας καταμαρτυρούν τις προθέσεις και επιδιώξεις της Άγκυρας. Οι Δυτικοί δεν προτίθενται να πιέσουν την Τουρκία στην δεδομένη χρονική συγκυρία. Επομένως θα πρέπει τα κράτη της περιοχής, αυτά τα οποία αντιτάσσονται στις ορέξεις της Άγκυρας, να δημιουργήσουν εκείνες τις συμμαχίες οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν ως αντίβαρο και να αναχαιτίσουν τις Τουρκικές μεθοδεύσεις. Η προσέγγιση Κύπρου – Ελλάδος – Αιγύπτου στρέφεται προς αυτή την κατεύθυνση. Επιπλέον θα πρέπει να διαφυλαχθεί η στρατηγική σχέση Κύπρου – Ελλάδος – Ισραήλ και να επεκταθεί και/ή ενισχυθεί.
Τέλος ας θυμηθούμε τα λόγια του Κάρλ Χαουσχόφερ ότι η γεωπολιτική θα είναι και πρέπει να είναι η γεωγραφική συνείδηση του κράτους. Το αντικείμενό της πιο πάνω επιστήμης είναι η μελέτη των μεγάλων ζωτικών συσχετίσεων του σύγχρονου ανθρώπου στο πλαίσιο του σύγχρονου χώρου και ο σκοπός της είναι ο συντονισμός των φαινομένων που συνδέουν το κράτος με το χώρο. Την πιο πάνω διαπίστωση θα πρέπει να έχουν κατά νου όσοι συμμετέχουν και άρα διαμορφώνουν πολιτική.
*Νομικός Σύμβουλος – Διεθνολόγος – Πολιτικός Επιστήμονας