Άρχισε σήμερα στο δικαστήριο του Ανόβερου η δίκη του πρώην ομοσπονδιακού προέδρου της Γερμανίας , που κατηγορείται για παθητική δωροδοκία.
Ο Βουλφ είναι ο πρώτος γερμανός πρώην πρόεδρος που προσάγεται ως κατηγορούμενος ενώπιον δικαστηρίου και εμφανίστηκε πεπεισμένος ότι θα κατορθώσει να «καθαρίσει το όνομά του».
«Είμαι βέβαιος ότι θα καταφέρω να καταρρίψω και την τελευταία κατηγορία εναντίον μου, διότι άσκησα πάντα σωστά τα καθήκοντά μου», δήλωσε.
Ο πρώην πρόεδρος κατηγορείται ότι επέτρεψε σε φίλο του, κινηματογραφικό παραγωγό, να πληρώσει κάποια από τα ταξιδιωτικά έξοδά του, κατά την διάρκεια επίσκεψής του στο Μόναχο, πριν από πέντε χρόνια, ενώ ήταν ακόμη πρωθυπουργός της Κάτω Σαξονίας, με αντάλλαγμα διευκολύνσεις στην διαδικασία προώθησης κάποιας ταινίας του.
Το ποσό ανέρχεται σε λίγο περισσότερα από 700 ευρώ και αυτή είναι η μοναδική κατηγορία που απομένει, καθώς η έρευνα απέδειξε ότι μια σειρά καταγγελιών περί αποδοχής δώρων και εξυπηρετήσεων από πλούσιους φίλους του, μεταξύ των οποίων πολυτελείς διακοπές και ένα χαμηλότοκο δάνειο, ήταν αβάσιμες.
Γερμανοί αναλυτές εκφράζουν πάντως επιφυλάξεις όσον αφορά το εάν το ποσό δικαιολογεί δίκη 22 ημερών με 46 μάρτυρες, η οποία έχει προγραμματιστεί να διαρκέσει ως τον Απρίλιο του 2014.
Ακόμη και η εφημερίδα Bild, η οποία ανακίνησε το θέμα που οδήγησε στην παραίτηση του Βουλφ, διερωτάται σε σημερινό άρθρο της, εάν πράγματι μπορεί να εξαγοραστεί ένας πρωθυπουργός κρατιδίου έναντι τέτοιου ποσού, για να καταλήξει ότι «ο Βουλφ έχει τιμωρηθεί αρκετά».
Σημειώνει δε ότι είναι πιθανό οι εισαγγελείς να εμφανίζονται «μικροπρεπείς και ισχυρογνώμονες», σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσουν με κάθε κόστος την άσκηση της δίωξης.
Εάν πάντως ο Κρίστιαν Βουλφ, ο οποίος αρνήθηκε να συμβιβαστεί έναντι 20.000 ευρώ, κριθεί ένοχος, η ποινή του μπορεί να είναι τριετής φυλάκιση ή πρόστιμο.
Η δίκη πάντως αναβλήθηκε, καθώς ο συνήγορος του συγκατηγορούμενου κινηματογραφικού παραγωγού διαμαρτυρήθηκε για την μεγάλη παρουσία δημοσιογράφων στην αίθουσα του δικαστηρίου.
Ο πρώην πρόεδρος, μιλώντας στους δημοσιογράφους, άφησε ακόμη να εννοηθεί ότι θα ήθελε να επιστρέψει στην δημόσια ζωή, καθώς όπως είπε θα ήθελε να αφοσιωθεί στα ζητήματα που πάντα τον ενδιέφεραν.