Νέα στοιχεία που συνέλλεξε το διαστημικό σκάφος Voyager 1 της NASA και έστειλε στη Γη, επιβεβαιώνουν ότι όντως ταξιδεύει πλέον στον διαστρικό χώρο, έχοντας αφήσει πίσω του τη λεγόμενη ηλιόσφαιρα, τη «φούσκα» φορτισμένων σωματιδίων και μαγνητικών πεδίων που περιβάλλει τον Ήλιο. Ο διαστρικός χώρος αρχίζει εκεί που τελειώνει η ηλιόσφαιρα. Κανένα άλλο ανθρώπινο κατασκεύασμα δεν έχει φθάσει τόσο μακριά, όσο το Voyager 1.
Η αρχική ανακοίνωση των επιστημόνων ότι το σκάφος είχε ‘δραπετεύσει’ από την επικράτεια του Ήλιου, είχε γίνει πέρυσι. Όταν ο Ήλιος στέλνει την καυτή ‘ανάσα’ του έως τις εσχατιές της επικράτειάς του, αυτό το «τσουνάμι» σωματιδίων χρειάζεται περίπου ένα έτος για να φθάσει στο Voyager 1 και να καταγραφεί από τα όργανά της διαστημοσυσκευής. Συνεπώς εκτιμάται ότι το σκάφος για πρώτη φορά εισήλθε στον διαστρικό χώρο, ένα έτος νωρίτερα, το 2012.
Τώρα, μια νέα έκρηξη στεμματικής μάζας από το άστρο μας, που συνέβη το 2013 και έγινε αισθητή από τα όργανα του Voyager 1 φέτος την άνοιξη, επέτρεψε στους επιστήμονες να κάνουν νέες μετρήσεις και να επιβεβαιώσουν ότι το σκάφος κινείται πια στον διαστρικό χώρο, στο κενό του διαστήματος ανάμεσα στα άστρα.
Όμως το Voyager ουσιαστικά κινείται ακόμη στη γειτονιά του Ήλιου (και κατά μία έννοια εντός του ηλιακού μας συστήματος), αφού δεν έχει διασχίσει το Νέφος του Όορτ, την αχανή περιοχή γύρω από το ηλιακό μας σύστημα, που φιλοξενεί εκατομμύρια κομήτες και άλλα παγωμένα σώματα. Παραμένει άγνωστο πόσο ακριβώς από τη Γη απέχει το Νέφος του Όορτ, αν και οι επιστήμονες της NASA εκτιμούν ότι το σκάφος θα χρειαστεί 14.000 έως 28.000 χρόνια για να το διασχίσει.
Το Voyager 1 εκτοξεύτηκε το Σεπτέμβριο του 1977, με διαφορά περίπου δύο εβδομάδων από το ‘δίδυμό’ του σκάφος Voyager 2, το οποίο ακολούθησε άλλη πορεία και αναμένεται να βγει και αυτό εκτός του ηλιακού μας συστήματος σε λίγα χρόνια. Οι δύο διαστημοσυσκευές ελέγχονται από το Εργαστήριο Αεριοπροώθησης (JPL) του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνια (Caltech).