Το μεγάλο εστιακό βάθος (60 χλμ.) του σεισμού, στα δυτικά των Χανίων χθες το απόγευμα μειώνει τις πιθανότητες μεγάλων και πολλών μετασεισμών, δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής Σεισμολογίας, διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Αστεροσκοπείου Αθηνών Κωνσταντίνος Μακρόπουλος.
Όπως σημειώνει, όσο μεγαλύτερο είναι το βάθος ενός σεισμού, τόσο πιο μακριά επεκτείνεται – εξαπλώνεται το κύμα και τόσο μικρότερους και λιγότερους μετασεισμούς προκαλεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο συγκεκριμένος σεισμός έγινε αισθητός ακόμη και από κατοίκους του Φαλήρου, αν και το επίκεντρό του απέχει 274 χλμ. από την Αθήνα, ενώ συγχρόνως από χθες το μεσημέρι έως σήμερα στις 11 το πρωί σημειώθηκαν 40 μετασεισμοί, εκ των οποίων ο υψηλότερος ήταν μεγέθους 3,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
Σχετικά με το επίμαχο 48ωρο, που «κλείνει» αύριο, Δευτέρα, το απόγευμα, ο κ. Μακρόπουλος εξηγεί ότι διεθνώς έχει αποδειχθεί πως κάθε ώρα που περνά ελαττώνονται οι πιθανότητες για μεγαλύτερο σεισμό. Στο 48ωρο, λοιπόν, οι πιθανότητες εκδήλωσης ισχυρού μετασεισμού θα έχουν μειωθεί κατά 85% κι αυτό θα επιτρέψει μια ασφαλή επιστημονική ανακοίνωση για άμβλυνση του κινδύνου.
Σχετικά με την περιοχή, όπου εκδηλώθηκε ο σεισμός, ο κ. Μακρόπουλος εξηγεί ότι βρίσκεται στο λεγόμενο «Ελληνικό Τόξο» όπου συγκρούονται οι δύο τεκτονικές πλάτες της Ευρασίας και της Αφρικής. Το τόξο αυτό ξεκινά από τη Λευκάδα, διασχίζει τα νησιά του Ιουνίου, διαπερνά τη δυτική Πελοπόννησο, εκτείνεται στον νότιο θαλάσσιο χώρο της Κρήτης και ανεβαίνει ανάμεσα από τα Δωδεκάνησα.
Είναι γεγονός, σημειώνει ο κ. Μακρόπουλος, ότι η περιοχή είναι σεισμολογικά επιβαρυμένη και έχουν συμβεί αρκετά σημαντικοί σεισμοί, με κυριότερο αυτόν του 365 μ.Χ. μεγέθους 8,2 βαθμών και συγχρόνως το μεγαλύτερο τσουνάμι στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.