Σε χαιρετισμό του στο 1ο Παγκύπριο Αγροτικό Φεστιβάλ, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ανέφερε:
“Είναι πραγματικά με ιδιαίτερη χαρά που αποδέχθηκα την πρόσκληση να θέσω υπό την αιγίδα μου και να εγκαινιάσω τη διοργάνωση του 1ου Παγκύπριου Αγροτικού Φεστιβάλ.
Συγχαίρω θερμότατα τον Επίτροπο ΚΟΑΠ και τους συνεργάτες του για το έργο που επιτελούν και για αυτή την πρωτοβουλία που ξαναζωντανεύει πρωτοβουλίες που έχουν άμεση σχέση να ευαισθητοποιήσουν όλους για τον ρόλο του αγροτικού κόσμου στην οικονομία του τόπου, αν ιδιαίτερα αναλογιστείτε οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων φτάνουν σήμερα το 35% των συνολικών εξαγωγών.
Αυτό είναι μια πάρα πολύ σημαντική βελτίωση όσον αφορά την αγροτική οικονομία και προς τούτο ο ΚΟΑΠ διαδραματίζει μαζί με τα υπόλοιπα κυβερνητικά Τμήματα σημαντικό ρόλο.
Θέλω να συγχαρώ την ίδια ώρα και τις αγροτικές οργανώσεις οι οποίες με τις πρωτοβουλίες, τις ιδέες τους αλλά και την προοδευτικότητα που διακρίνει τους αγρότες έχουν συμβάλει ώστε να δημιουργηθεί μέσα από την ενότητα κοινή δράση και είναι αυτό που αποδίδει τα άριστα αποτελέσματα.
Φροντίσαμε με κάθε τρόπο να αξιοποιήσουμε τα ευρωπαϊκά κονδύλια, τα ευρωπαϊκά προγράμματα και ταυτόχρονα μέσα από την πορεία της οικονομίας μας να είμαστε σε θέση να συγχρηματοδοτούμε ανάλογα προγράμματα και να ανταποκρινόμαστε στις προσδοκίες των αγροτών.
Νιώθω πραγματικά μεγάλη ικανοποίηση που βρίσκομαι ανάμεσα σε φίλους, σε αγρότες των οποίων εκτιμώ τη συνεισφορά, και η Κυβέρνηση θα συνεχίσει να πολιτεύεται κατά τον ίδιο τρόπο, έτσι ώστε να μπορέσετε να απολαύσετε τους καρπούς των κόπων σας.
Πιστεύω ότι με νέες νομοθεσίες, με νέες πρωτοβουλίες σιγά σιγά οι μεσάζοντες παραμερίζονται και ο αγρότης μπορεί να απολαμβάνει πλέον άμεσα το κέρδος αντί της διαμεσολάβησης.
Θα ήθελα να κάνω μια ιδιαίτερη μνεία στην Αμμόχωστο. Κανείς δεν ξεχνά την Αμμόχωστο ούτε τα υπόλοιπα των κατεχομένων μας.
Όμως, και με λυπεί ειλικρινά όταν προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε, ή να μη δικαιολογήσουμε αλλά να εξισώσουμε ευθύνες.
Διερωτώμαι ποιος είναι εκείνος που μπορεί να υποστηρίξει πως θα μπορούσαμε να αποδεχθούμε μια λύση με συνέχιση των εγγυήσεων, των επεμβατικών δικαιωμάτων της Τουρκίας, αλλά και, το χείριστο, μόνιμη στρατιωτική βάση και εσαεί παρουσία μεραρχίας στην Κύπρο τουρκικών στρατευμάτων. Είναι πράγματα για τα οποία μπορεί να είσαι ελαστικός και είναι πράγματα που εκφεύγουν των ορίων της ανοχής ή της αποδοχής. Αν οδηγηθήκαμε σε ένα αδιέξοδο παρά τη δική μας επιθυμία, παρά τις δικές μας πρωτοβουλίες, παρά τις δικές μας κινήσεις καλής θέλησης, ευθύνη ακεραία φέρει η Τουρκία, η οποία παρέμεινε το ίδιο αδιάλλακτη στις θέσεις που δεν είναι δυνατόν να τις δεχθεί κανένας Ελληνοκύπριος.
Γιατί αυτό που χρειαζόμαστε, Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι, είναι τη σιγουριά, την ασφάλεια και δεν μπορεί η ασφάλεια του ενός να αποτελεί απειλή για τον άλλον, είναι γενικότερα οι συνθήκες που θα μας επιτρέψουν πραγματικά να ζήσουμε ειρηνικά, αλλά σε ένα απεξαρτημένο από τρίτους κράτος. Ένα πραγματικά ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος.
Και οι εγγυήσεις είχαν προκαλέσει προβλήματα και τα κύρια προβλήματα, το λέω και δημόσια, προκλήθηκαν κατά κύριο λόγο, κατά διάφορα χρονικά στάδια σε αυτή την ιστορία, από τους εγγυητές. Έφτασε η εποχή να απαλλαγούμε από το άγος της παρουσίας τρίτων ή εκείνων που θέλουν τους τρίτους να μας ελέγχουν.
Οφείλω βεβαίως να διαχωρίσω την Ελλάδα που από το 1974 και μετά, σέβεται τις εκάστοτε εκλελεγμένες Κυβερνήσεις, όχι όμως και η Τουρκία, η οποία δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά δυστυχώς ελέγχει πλήρως τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας.
Ας ευχηθούμε ότι και οι ίδιοι θα συνειδητοποιήσουν ότι μαζί μπορούμε να συνδημιουργήσουμε. Αλλά θα πρέπει να ληφθεί μια για πάντα η απόφαση. Είμαστε ευρωπαϊκό κράτος. Ας αξιοποιήσουμε τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και ας δημιουργήσουμε συνθήκες προκοπής για όλους μας σε αυτό τον τόπο”.