Πρωτοφανής για τα κυπριακά δικαστικά χρονικά κρίνεται η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού υπέρ Ρώσου «κουρεμένου» καταθέτη της πρώην Λαϊκής Τράπεζας, στον οποίο επιδίκασε αποζημιώσεις ύψους 780 χιλιάδων ευρώ, τα οποία θα πρέπει να καταβληθούν από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Με την παρούσα αγωγή ο ενάγοντας αξιώνει, μεταξύ άλλων, αποζημιώσεις ύψους €780.832,90 ως ζημιές που κατ’ ισχυρισμό υπέστη, εξαιτίας του γεγονότος ότι απώλεσε τα κατατεθειμένα χρήματα του στη Λαϊκή Τράπεζα, Cyprus Popular Bank Public Co Ltd, οι οποίοι το 2013 οδηγήθηκαν, με βάση σχετική νομοθεσία, σε καθεστώς εξυγίανσης, οπότε υπήρξε η απομείωση των τραπεζικών του λογαριασμών. Μεταξύ άλλων ο ενάγοντας αποδίδει αμέλεια και/ή παράβαση καθηκόντων και/ή ψευδείς και/ή παραπλανητικές παραστάσεις και/ή δόλο στις επίσης εναγόμενες, Κεντρική Τράπεζα και Κυπριακή Δημοκρατία.
Το Δικαστήριο αναφέρει ότι μεταξύ άλλων «…Η ΚΔ ανέλαβε ευθύνη δια των τοποθετήσεων των εκπροσώπων της, και ειδικότερα του ΠτΔ ότι δεν επρόκειτο να επιτρέψει «κούρεμα» καταθέσεων, γεγονός που λειτούργησε, δικαιολογημένα, ώστε ο ενάγοντας να μην αποσύρει προγενέστερα τις καταθέσεις του, με αποτέλεσμα να υποστεί πραγματική ζημιά δια της απώλειας τους. Την ευθύνη για την προστασία των καταθετών ανέλαβε η ΚΔ και νωρίτερα δια της καταβολής €1,8 δις για την αγορά των Δικαιωμάτων Προτίμησης που εξέδωσε η Λαϊκή Τράπεζα τον Ιούνιο του 2012.
Δεν παραγνωρίστηκε η θέση της συνηγόρου της Εναγόμενης 2 (ΚΔ) ότι ο ΠτΔ πίστευε ειλικρινά όταν έκανε τη σχετική δήλωση, πως θα πετύχαινε την αποφυγή του «κουρέματος» των καταθέσεων, ωστόσο και με αυτή την εκδοχή κρίνεται πως ενισχύεται το συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι η ΚΔ ανέλαβε την ευθύνη της προστασίας των καταθετών και των δικαιωμάτων τους, πλην όμως δια της προγενέστερης χρονικά αμέλειας της, ως έχει πιο πάνω επεξηγηθεί, προκάλεσε εντέλει ζημιά στα συμφέροντα του ενάγοντα ως καταθέτη.
Κατάληξη του Δικαστηρίου αποτελεί πως η απομείωση των καταθέσεων του ενάγοντα οφειλόταν στις αμελείς πράξεις της ΚΔ και στη σοβαρή αμέλεια της ΚΤΚ και όχι σε λόγους που αφορούν τους κανόνες της αγοράς. Η οικονομική κρίση που έπληξε την Κύπρο το 2009 δεν αντιμετωπίστηκε ως θα έπρεπε από την κυβέρνηση, ως του υπεύθυνου θεσμού για τον σχεδιασμό, ανάπτυξη και προστασία της οικονομίας, αλλά ούτε και από την ΚΤΚ ως θεσμικού οργάνου – επόπτη, που ήταν ο προστάτης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της ορθής λειτουργίας των τραπεζών, καθώς και του ελέγχου γενικότερα του τραπεζικού συστήματος, και της προστασίας των καταθετών, μεταξύ αυτών και του ενάγοντα. Επακόλουθο όλων η παραβίαση του δικαιώματος της περιουσίας του ενάγοντα.
Ενόψει όλων των πιο πάνω με την αφαίρεση, από το ποσό των καταθέσεων, ήτοι €1.629.556,81, του ποσού των €748.723,91 και των €100.000,00 απομένει το ποσό των €780.832,90. Αυτή είναι η οικονομική ζημιά και απώλεια του ενάγοντα συνολικά κατά την ημέρα της ολοκλήρωσης της αγωγής του και στη συνήθη πορεία των πραγμάτων».
Την υπόθεση χειρίστηκε το δικηγορικό γραφείο A. Chr. Theofilou LLC δια των δικηγόρων A. Θεοφίλου με A. Παύλου. Την Κεντρική Τράπεζα εκπροσώπησε το δικηγορικό γραφείο Αλέκος Ευαγγέλου και Σία ΔΕΠΕ δια του δικηγόρου Θ. Ραφτοπούλου, ενώ τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ο Ζ. Ερωτοκρίτου.