Και μετά το πέρας των ούτω καλούμενων θερινών διακοπών, επανερχόμαστε δριμύτεροι και σήμερα ο λόγος είναι στη βάση του περί Τερματισμού της Απασχολήσεως Νόμου του 1967:
Πότε θεωρείται νόμιμος και δικαιολογημένος ο τερματισμός της απασχόλησης, Εργοδοτούμενου υπό του εργοδότη του, αναφέρει χαρακτηριστικά ο Νόμος, που διέπει το εν λόγω θέμα και συγκεκριμένα το άρθρο 6 (1) του Νόμου 24/67 εν συνδυασμώ με το άρθρο 5, το οποίο για σκοπούς ευκολίας παρατίθεται αυτούσιο:
Άρθρο 6(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967, Ν.24/67:
“Καθ’ οινοδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών διαδικασίαν ο υπό του εργοδότου τερματισμός απασχολήσεως τεκμαίρεται, μέχρι αποδείξεως του εναντίου, ως μη γενόμενος δια τινά των εν τω άρθρω 5 εκτιθεμένων λόγων”, δηλαδή των λόγων που καθιστούν νόμιμη και δικαιολογημένη την απόλυση του εργοδοτουμένου και δεν παρέχουν στον εργαζόμενο δικαίωμα αποζημίωσης. Επομένως οι Καθ’ ών η αίτηση/Εναγόμενοι, που ως συνήθως είναι οι Εργοδότες, είναι αυτοί που φέρουν το βάρος να ανατρέψουν το καθιερωμένο από το Νόμο μαχητό τεκμήριο και να αποδείξουν ότι δικαιολογημένα απέλυσαν τον Αιτητή/ τον εργαζόμενο δηλαδή.
Εφόσον κριθεί υπό του Δικαστηρίου πως, ο τερματισμός της απασχόλησης του Αιτητή/εργαζόμενου είναι παράνομος, θα πρέπει να προχωρήσει και αξιολογήσει την ενώπιον του τεθείσα μαρτυρία σε σχέση με το ύψος των αποζημιώσεων που δικαιούται ο Αιτητής.
Σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Νόμου: “3.-(1) Όταν, κατά ή μετά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος άρθρου, ο εργοδότης τερματίζη δι΄ οινοδήποτε λόγον άλλον ή των εν των άρθρω 5 εκτιθεμένων λόγων, την απασχόλησιν εργοδοτουμένου ο οποίος έχει απασχοληθή συνεχώς υπ΄ αυτού επί είκοσι εξ τουλάχιστον εβδομάδας, ο εργοδοτούμενος κέκτηται δικαίωμα εις αποζημίωσιν υπολογιζομένην συμφώνως προς τον Πρώτον Πίνακα: …”.
Η αποζημίωση υπολογίζεται σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα του Νόμου ο οποίος έχει ως εξής: “
1. Πάσα αποζημίωσις επιδικαζόμενη εις εργοδοτούμενον υπό του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών δυνάμει του άρθρου 3 υπολογίζεται ως εκτίθεται εις τον παρόντα Πίνακα.
2. Εν ουδεμιά περιπτώσει η αποζημίωσις θα είναι μικροτέρα του ποσού το οποίον ο εργοδοτούμενος θα ελάμβανεν εάν είχε κηρυχθή υπό του εργοδότου του ως πλεονάζων και εδικαιούτο εις πληρωμήν λόγω πλεονασμού δυνάμει του Μέρους IV, ως αύτη υπολογίζεται δυνάμει του Τετάρτου Πίνακος, λαμβανομένης όμως υπ’ όψιν απασχολήσεως από της 1ης Ιανουαρίου, 1960, λαμβανομένης όμως υπ’ όψιν απασχολήσεως από της 1ης Ιανουαρίου, 1960.
3. Εν ουδεμιά περιπτώσει η αποζημίωσις θα υπερβαίνη τα ημερομίσθια δύο ετών”.
Σύμφωνα με τον εν λόγω πίνακα το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έχει απόλυτη διακριτική εξουσία για το επιδικασθησόμενο ποσό. Κατά τον υπολογισμό όμως του επιδικασθησομένου τούτου ποσού το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δέον να λάβει υπόψη του, μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
“4. …………….
(α) Τα ημερομίσθια και πάσας τας άλλας απολαβάς του εργοδοτουμένου˙
(β) την διάρκειαν της υπηρεσίας του εργοδοτουμένου˙
(γ) την απώλειαν προοπτικής σταδιοδρομίας του εργοδοτουμένου˙
(δ) τας πραγματικάς συνθήκας του τερματισμού των υπηρεσιών του εργοδοτουμένου˙
(ε) την ηλικίαν του εργοδοτουμένου”.
Σύμφωνα με την υπόθεση Louis Tourist Agency Ltd v. Αντιγόνης Ηλία (1992) 1Α Α.Α.Δ. 98, στις σελ. 104 – 105: “Η αποζημίωση του εργοδοτουμένου επαφείεται, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Πρώτου Πίνακα του νόμου, στην απόλυτο διακριτική εξουσία του Διαιτητικού Δικαστηρίου. Στην άσκηση της εξουσίας του δικαστηρίου ορίζεται από το ίδιο άρθρο του νόμου, ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ορισμένοι παράγοντες οι οποίοι απαριθμούνται, μεταξύ των οποίων και η απώλεια προοπτικής σταδιοδρομίας, στην τερματισθείσα εργασία. …….
Το κριτήριο της αποζημίωσης βάσει του άρθρου 4 του Ν 24/67 δε συναρτάται με το συμβατικό που καθορίζεται από το ΚΕΦ.149, και γενικά τις αρχές του δικαίου των συμβάσεων, δηλαδή ζημιά η οποία έπεται κατά λογική πρόβλεψη της διάρρηξης της συμφωνίας. Το θέμα των αποζημιώσεων επαφίεται στην απόλυτη κρίση του Διαιτητικού Δικαστηρίου, με μόνο περιορισμό εκείνο που τίθεται από το άρθρο 3 του Πίνακα, η αποζημίωση να μη υπερβαίνει τα ημερομίσθια δύο ετών (Ν 92/79). Η υλική ζημιά την οποία υφίσταται από τον τερματισμό ο εργοδοτούμενος είναι αναμφίβολα παράγοντας σχετικός, αλλά όχι ο μόνος ο οποίος λαμβάνεται υπόψη.
Η διαγωγή των μερών είναι άλλος σχετικός παράγοντας, όπως συνάγεται από την παράγραφο 4 (δ) του Πίνακα. Η απαρίθμηση των παραγόντων, που είναι σχετικοί με την αποζημίωση, θα ήταν αντινομική προς τον απόλυτο χαρακτήρα της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου”.
Θεοχαρίδου Κ. Καλυψώ
Δικηγόρος – Νομική Σύμβουλος