Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Β` διαβεβαίωσε ότι η Εκκλησία θα παραμείνει στην εμπροσθοφυλακή του αγώνα μέχρι την τελική δικαίωση της πατρίδας, διαμηνύοντας προς αυτούς που προτρέπουν για οποιαδήποτε συνθηκολόγηση, επισείοντας τον κίνδυνο του χρόνου που παγιώνει, κατά τη γνώμη τους, τα τετελεσμένα, ότι εκείνο που παγιώνει τα τετελεσμένα κι οδηγεί στην τουρκοποίηση της Κύπρου δεν είναι τόσο η πάροδος του χρόνου, όσο οι συνεχείς υποχωρήσεις μας και η άρνησή μας για αγώνα.
Ο Κύπρου Χρυσόστομος Β` στην πασχαλινή εγκύκλιο του, κάνει αναφορά στη διαφθορά καλώντας το λαό σε άμεση αφύπνιση από τον λήθαργο στον οποίο μας έριξε η διαφθορά.
Για το Κυπριακό ο Αρχιεπίσκοπος διατύπωσε τη θέση ότι πρώτα να διαφυλάξουμε ο,τι έχουμε και, ξεκινώντας από αυτό, να ανακτήσουμε ο,τι πρόσκαιρα χάσαμε, προσθέτοντας ότι Κυβέρνηση και λαός, πρέπει να να προστατεύσουμε, ως κόρην οφθαλμού την Κυπριακή Δημοκρατία, που αποτελεί το μοναδικό έρεισμά μας για εθνική επιβίωση.
“Αν εξακολουθούμε να υπάρχουμε ως Κυπριακός Ελληνισμός και να έχουμε τη δυνατότητα αγώνα είναι γιατί υπάρχει η Κυπριακή Δημοκρατία, που την κατοχυρώνουν τα ψηφίσματα και οι αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων διεθνών οργανισμών”, συνέχισε και σημείωσε πως πρέπει να υπερασπιστούμε την ΑΟΖ των ελεύθερων μας περιοχών, με την προσφυγή σε κάθε διεθνές βήμα και τη χρήση κάθε μέσου που διαθέτουμε.
Ο Κύπρου Χρυσόστομος Β` διατύπωσε τη γνώμη πως η αναστολή της συμμετοχής μας στις συνομιλίες, που ορθώς απεφασίσθη, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για απεμπλοκή μας από μίαν άγονη και ατελέσφορη διαδικασία, που εξυπηρετεί μόνον τα συμφέροντα της Τουρκίας και να επιδιωχθεί με κάθε τρόπο η μονολιθική γραμμή, μέσα στα πλαίσια της ομόφωνης απόφασης του Εθνικού Συμβουλίου του 2009 και στις συμφωνίες κορυφής Μακαρίου – Ντενκτάς και Κυπριανού – Ντενκτάς, και ν’ απορρίψουμε σαφώς τις θέσεις της Άγκυρας, η οποία συχνά πυκνά ομιλεί για τη δημιουργία δύο κρατών στην Κύπρο.
Παρατηρώντας στη συνέχεια ότι στα μάτια μερικών τα σαρανταένα χρόνια μπορεί να φαίνονται πολλά, είπε ότι δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το ελληνικό έθνος έζησε τετρακόσια χρόνια κάτω από τον τουρκικό ζυγό, κι εμείς στην Κύπρο για οκτώ συνεχείς αιώνες ήμασταν υπόδουλοι σε διάφορους κατακτητές, όμως δεν καμφθήκαμε ούτε από τα φόβητρα ούτε από τα θέλγητρα του κόσμου και δεν λιποψυχήσαμε. Δεν μας ξελόγιασαν σειρήνες ευδαιμονίας ούτε και μας έκαμψαν διώξεις και εξανδραποδισμοί.
Ο Αρχιεπίσκοπος είπε ακόμα πως στη διαλεκτική της Ιστορίας τα σαρανταένα χρόνια λογίζονται ως μία στιγμή αναφέροντας ότι η έκβαση του αγώνα μας πρέπει δίχως άλλο να είναι θετική.
Σημείωσε πως, παρά τις οικονομικές δυσκολίες θα πρέπει να επιδιωχθεί, έστω και στοιχειώδης, ενίσχυση της αμυντικής ικανότητάς μας, που θα ενισχύσει το αίσθημα ασφάλειας του λαού και θα δρούσε ως αποτρεπτικός παράγοντας σε κάθε νέα επιβουλή της Τουρκίας.
“Ας μην ξεχνούμε ότι η οικονομική στενότητα, ακόμα και η οικονομική καταστροφή, δεν μπορούν να συγκριθούν με μίαν εθνική καταστροφή, η οποία δεν θα είναι αναστρέψιμη”, πρόσθεσε.
Αφού εξέφρασε λύπη για την ποικίλη διαφθορά είπε πως όταν θεσμικοί φορείς που τάχθηκαν να περιφρουρούν την ηθική τάξη και να προάγουν τις αξίες και την ευνομία κατρακυλούν, με τη συμπεριφορά τους, στην κατώτερη υποστάθμη της κοινωνικής απαξίωσης, τα πράγματα καθίστανται πολύ δυσκολότερα.
“Αυτή τη στιγμή, όμως, διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξή μας στη γη των πατέρων μας” συνέχισε αναφέροντας ότι “κινδυνεύουμε, ως Ελληνισμός, να γίνουμε παρελθοντική αναφορά για την Κύπρο.
Το φως της Αναστάσεως, ως αμετάθετη και ανίκητη ελπίδα, που οδήγησε τον Ελληνισμό μέσα από το σκότος της δουλείας αιώνων στην ελευθερία, έχουμε ανάγκη οι Έλληνες της Κύπρου.
Καταλήγοντας ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου σημείωσε πως “όση κι αν είναι η θλίψη από το κατάντημα της κοινωνίας, από τα αδιέξοδα στο εθνικό μας θέμα και τις προσωπικές μας δυσκολίες, ας προσβλέπουμε με πίστη στον καθαιρέτη του Άδου κι ας ακούσουμε τη διαβεβαίωσή του: «Θαρσείτε∙ εγώ νενίκηκα τον κόσμον».