Η τρέχουσα οικονομική πολιτική για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης της πανδημίας, βασίζεται σε μία θεμελιακά λανθασμένη αντίληψη για αυτή. Τη θεωρεί κρίση ρευστότητας αντί για κρίση μόνιμης απώλειας εσόδων ή χρεωκοπίας. Σε κάποιον που κινδυνεύει να χρεοκοπήσει και πολύ πιθανόν ήδη να χρωστάει, δεν πας να τον σώσεις με νέα δάνεια ,καθώς χειροτερεύεις τη θέση του. Κάτι τέτοιο ξεκάθαρα υποθηκεύει το μέλλον της οικονομίας.
Συνεπώς, οι κυβερνητικές εγγυήσεις για να δοθούν δάνεια, με την προϋπόθεση ότι δεν θα γίνει καμιά απόλυση από την επιχείρηση που θα πάρει το δάνειο, μπορεί να θεωρηθεί ότι εξυπηρετεί βραχυπρόθεσμες επιδιώξεις. Η πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης μέσω δανείων όχι μόνο δεν θα αποτρέψει την κρίση, αλλά θα συντελέσει στην εμβάθυνση και κατ’ επέκταση στην υποθήκευση των μελλοντικών γενεών.
Η επόμενη γενιά ,αν καταλάβαινε ότι ήδη έχει υποθηκευτεί το μέλλον της με υψηλούς δανεισμούς του Κράτους, των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, θα φώναζε και θα ύβριζε με τα χειρότερα λόγια αυτούς που παίρνουν σήμερα τις αποφάσεις στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα. Αυτό που επιχειρείται σήμερα όμως είναι μία ηχηρή παραδοξότητα, δηλαδή το Κράτος να εγγυηθεί στις τράπεζες τα δάνεια που θα χορηγήσουν προς τις ήδη βαριά δανειοδοτημένες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα αυτά τα δάνεια συν τω χρόνω και νομοτελειακά να μετατραπούν σε μη εξυπηρετούμενα, “κόκκινα δάνεια”, συνεπώς να αυξηθεί και άλλο το ήδη υψηλό δημόσιο χρέος.
Συνεπώς επειδή τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά πρέπει και τα επαγγελματικά σώματα των Λογιστών (ΣΕΛΚ) και ο Δικηγορικός Σύλλογος Κύπρου να εκφράσουν άποψη για το θέμα αυτό. Είναι πολύ πιθανόν οι πλείστες από αυτές τις δανειακές συμβάσεις των εγγυημένων δανείων να καταλήξουν στα δικαστήρια ως μη εξυπηρετούμενες. Επίσης στα δικαστήρια θα καταλήξουν οι διευθυντές των επιχειρήσεων και το κράτος ως συν εναγόμενοι από τις τράπεζες και τους καλόπιστους τρίτους πιστωτές πολλών από αυτές τις επιχειρήσεις οι οποίες θα πτωχεύσουν. Οι ίδιες φυσικά οι επιχειρήσεις θα αποδίδουν τις ευθύνες στο κράτος και τους νομοθέτες που τους έδωσαν δάνεια με εγγυήσεις και τους παρέσυραν θα λένε.
Δεν έχουν περάσει 5 χρόνια από τότε που χρειάστηκε να χάσουν τις καταθέσεις τους πολίτες και επιχειρήσεις που ήταν νοικοκύρηδες επειδή οι τραπεζίτες και το διαπλεκόμενο πολιτικοοικονομικό σύστημα έδωσε δάνεια στον κάθε τυχοδιώκτη και τον κάθε επιπόλαιο, οι οποίοι έπαιρναν τα δάνεια χωρίς κάποιος να αναλογίζεται ότι τα χρήματα αυτών των δανείων ανήκαν σε καταθέτες που τα κατάθεσαν για να είναι προστατευμένα και προς άμεση αξιοποίηση από τους ιδίους. Τελικά δόθηκαν δανεικά και αγύριστα και χρειάστηκε να κουρευτούν οι καταθέτες αφού κανένας δεν επέστρεψε τα χρήματα των καταθετών εκεί από όπου τα είχε πάρει (κάποιος επώνυμος τα δανεικά και αγύριστα τα έχει σε τράπεζα της Νέας Υόρκης ενώ κάποιος άλλος, πιο πονηρός ,σε δολαριακό λογαριασμό στην Κωνσταντινούπολη της Τουρκίας).
Το επιχείρημα ότι έφταιγε η κρίση είναι παραμύθι, η κρίση ήταν αποτέλεσμα ακριβώς αυτής της συμπεριφοράς ,δηλαδή του να δανείζουν σε αφερέγγυους. Επίσης, όταν βγήκαν στην επιφάνεια τα ποσά που δάνειζαν και ποιους δάνειζαν, έγινε εμφανές ότι κανένας από αυτούς δεν θα μπορούσε να ξοφλήσει αυτά τα δάνεια κάτω από τις καλύτερες οικονομικές συνθήκες. Τις περισσότερες φορές, μάλιστα, δίνονταν με πολιτικές ή και άλλες παρεμβολές και όχι στη βάση οικονομικών και τραπεζικών κριτηρίων.
Τώρα φαίνεται ότι το πολιτικό σύστημα παραμένει εθισμένο στην ατελέσφορη δανειοδότηση, έχοντας εις γνώση του, όπως και παλαιότερα, ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των δανείων δεν πρόκειται να εξυπηρετηθούν από τους δανειολήπτες. Οι τράπεζες, προφανώς, δεν θα αντιμετωπίσουν κίνδυνο στο βαθμό στον οποίο θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω από το Κράτος. Γιατί κάποιος που θα πάρει ένα τέτοιο δάνειο να το αποπληρώσει; Εγγυητής είναι το Κράτος κατά 70% και κατά 30% η τράπεζα. Ο ίδιος δεν θα δώσει κάποια εγγύηση, απλά θα υποσχεθεί μόνο ότι δεν θα απολύσει τους υπαλλήλους του. Και αν τους απολύσει; Kαι αν κλείσει η επιχείρησή του; Kαι αν αναστείλει τη λειτουργία της η επιχείρησή του; Θα τον καταγγείλουν στο Δικαστήριο του λαού ή του Θεού; Μία απλή ερώτηση κάνω .
Το πρόβλημα συνεπώς που δημιουργεί η κρίση της πανδημίας δεν είναι πρόβλημα ρευστότητας, οπότε απλά δίνουμε τώρα χρήματα για χρηματοδοτικούς σκοπούς και λίγο αργότερα θα έρθουν με καθυστέρηση οι εισπράξεις και θα ξοφληθούν τα δάνεια. Η κρίση πρέπει να αντιμετωπιστεί ως κρίση μόνιμης απώλειας εσόδων ή χρεωκοπίας και σίγουρα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με την παροχή νέων δανείων σε αυτούς που ήδη χρωστούν. Παράδειγμα θα μπορούσε να αποτελέσει το πτωχευτικό δίκαιο που εφαρμόζεται στη Wall Street και στο City του Λονδίνου. Καμία πτώχευση δεν μπορεί να αποσοβηθεί εάν πρωταρχικά και κυρίαρχα δεν γίνει κάποιου είδους αναδιάρθρωση του ήδη υφιστάμενου χρέους και των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων.
Συνεπώς, η αποτελεσματική οικονομική πολιτική συνίσταται στο να αντιμετωπίσει σε αρχικό στάδιο την κρίση των επιχειρήσεων ως κρίση μόνιμης απώλειας εσόδων και χρεωκοπίας και ως εκ τούτου να προχωρήσει σε θεσμοθέτηση συγκεκριμένων μέτρων μείωσης του ήδη υφιστάμενου χρέους και των υφιστάμενων υποχρεώσεων των επιχειρήσεων. Μόνο με αυτό τον τρόπο υπάρχει σοβαρή πιθανότητα οι επιχειρήσεις να μην οδηγηθούν κάποιες στη χρεωκοπία και κάποιες άλλες σε υποχρεωτικές απολύσεις.
Έστω και αν η οικονομία ανακάμψει σε 12 έως 18 μήνες, με θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης οι φυσιολογικές κερδοφορίες θα είναι από 10 % έως 15%.Επομένως, πώς θα ξοφληθούν παλιά δάνεια συν τα δάνεια της πανδημίας (θα είναι 5 με 10 φορές μεγαλύτερα από τη μέση κερδοφορία κάθε επιχείρησης)και επιπλέον να χρηματοδοτηθούν σχέδια ανάπτυξης και προσαρμογής των επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα; Απολογούμαι , ξέχασα, τα θαλασσοδάνεια της πανδημίας δεν θα αποπληρωθούν. Θα τα πληρώσει στο μέλλον το Κράτος, δηλαδή οι πολίτες, δηλαδή η μελλοντική γενιά. Τώρα το θυμήθηκα, διαχρονικά στην Κύπρο οι σημερινοί δεν ενδιαφέρονται για τους αυριανούς !
Ξέρουν μόνο να τους φορτώνουν βαρίδια και όχι να οικοδομούν για αυτούς ένα μέλλον με προοπτικές . Ες γην εναλίαν Κύπρον αυτά συμβαίνουν στο σωτήριο έτος 2020.
Φαίδων Φαίδωνος
Δήμαρχος Πάφου