Ο κόσμος που κυκλοφορεί στα πολυσύχναστα εμπορικά κέντρα ή τους σταθμούς του ηλεκτρικού σε ολόκληρη τη Γερμανία, έρχονται αντιμέτωποι με ένα παράξενο θέαμα: τη φωτογραφία με το πρόσωπο «γκρο πλαν» ενός άνδρα, εκεί που υπό κανονικές συνθήκες θα έβλεπαν πχ. διαφημίσεις για σοκολάτες ή site γνωριμιών.
Κοιτάζοντας κατευθείαν στον φωτογραφικό φακό με κενό βλέμμα, μαλλιά χτενισμένα προς τα πίσω και ανέκφραστο πρόσωπο, ο άνδρας αυτός είναι ο καταζητούμενος από την Ομοσπονδιακή αστυνομία τραπεζίτης, Πολ Μόρα. Ένας Νεοζηλανδός που έγινε ένας από τους πρωτοκλασάτους τραπεζίτες επενδύσεων της χώρας και που στα 53 του συνδέθηκε με σκάνδαλο φοροδιαφυγής και συγκεκριμένα μια στρατηγική φορολόγησης μερισμάτων, γνωστή ως Cum-Ex, που οι Γερμανοί νομοθέτες χαρακτηρίζουν ως τη μεγαλύτερη φορολογική απάτη στην ιστορία.
Το σκάνδαλο που αποκαλύφθηκε το 2017, αφορά ένα δίκτυο τραπεζών, traders μετοχών και δικηγόρων που απέκτησε δισεκατομμύρια μέσω της ανταλλαγής μετοχών, με ή χωρίς μερίσματα, όταν πλησίαζε η περίοδος να χορηγηθούν μερίσματα στους μετόχους. Ο σκοπός είναι, μέσω των συναλλαγών «cum-cum» και «cum-ex», αφενός οι τράπεζες να έχουν τη δυνατότητα να αποκρύπτουν την ταυτότητα των εξέχοντων πελατών τους από τις φορολογικές αρχές και αφετέρου, να μπορούν όλες οι πλευρές να κερδίσουν την επιστροφή φόρων, οι οποίοι όμως είχαν καταβληθεί μόνο μία φορά. Όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια από έγγραφα που είχαν διαρρεύσει στον Τύπο, οι γερμανικές αρχές γνώριζαν, από το 1992, ότι οι συναλλαγές αυτές ήταν προβληματικές, αλλά περιορίστηκαν στην αποδοχή ενός σχεδίου των ίδιων των γερμανικών τραπεζών για τη «μεταρρύθμισή» τους
Ο Μόρα αυτόν τον μήνα μπήκε στη λίστα με τους πλέον καταζητούμενους της Ιντερπόλ κι έτσι οι αρχές οδηγήθηκαν στην απόφαση να αναρτήσουν τη φωτογραφία του σε δημόσια μέρη, ζητώντας πληροφορίες για τον εντοπισμό του.
Η εικόνα αυτή ξυπνά μνήμες στη Γερμανία, όταν πριν από μερικές δεκαετίες η αστυνομία κολλούσε ασπρόμαυρες φωτογραφίες προκειμένου να εντοπίσει τους τρομοκράτες της ακροαριστερής οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός (RAF) ή τους λεγόμενους «white collar» εγκληματίες (ανθρώπους αξιοσέβαστους και με υψηλό κοινωνικό status που διαπράττουν ένα έγκλημα μέσα στην εργασία τους).
Πρόσφατα, είχε κυκλοφορήσει η φωτογραφία του Γιαν Μάρσαλεκ, πρώην στελέχους της Wirecard, που εξαφανίστηκε όταν η εταιρεία πληρωμών «βάρεσε κανόνι» την περσινή χρονιά.
Σε αντίθεση με την περίπτωση του Μάρσαλεκ, η τωρινή κατοικία του Μόρα δεν αποτελεί τόσο μεγάλο μυστήριο.
Κατοικεί στη Νέα Ζηλανδία και πέρυσι δήλωσε στο δικαστήριο ότι δεν θα παραστεί στη δίκη του με την κατηγορία της φοροδιαφυγής, λόγω των λίγων κρουσμάτων κορωνοϊού στη Νέα Ζηλανδία, την οποία και δεν θα άφηνε για να επιστρέψει στη Γερμανία. Εξάλλου, στη Γερμανία δεν θα είχε μια δίκαιη δίκη, όπως είχε ισχυριστεί.
Κι ενώ Γερμανία και Νέα Ζηλανδία δεν έχουν μεταξύ τους συμφωνία έκδοσης, ο κόκκινος συναγερμός της Ιντερπόλ θα εμποδίσει τον Μόρα να μπορέσει να ταξιδέψει εκτός συνόρων της χώρας του.
Δικηγόρος του Μόρα υποστηρίζει ότι η δημόσια διαπόμπευση του Μόρα είναι τελείως αχρείαστη, δεδομένου ότι ο πελάτης του ενημερώνει πλήρως τις γερμανικές αρχές για τις κινήσεις του και δεν είναι φυγάς. Σε κάθε περίπτωση ο άλλοτε πανίσχυρος τραπεζίτης είναι ένας από τους πλέον καταζητούμενους στην Ευρώπη, μαζί με βιαστές, ναρκέμπορους, ύποπτους για στυγερές δολοφονίες και μαφιόζους. Το μοναδικό άλλο μέλος των λεγόμενων «white collars» που καταζητείται είναι ο Μάρσαλεκ.