Ο επιχειρηματίας Ν. Λίλλης κατέθεσε σήμερα για την υπόθεση Δρομολαξιάς

Ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Κύπρου, που συνεδρίασε στη Λάρνακα, για την υπόθεση της αγοράς από το Ταμείο Συντάξεων της CYTA, τ/κ τεμαχίου στη Δρομολαξιά κατέθεσε σήμερα ο επιχειρηματίας Νίκος Λίλλης, Προέδρος του Αθλητικού Σωματείου ΑΛΚΗ.

Κατά την πολύωρη ακροαματική διαδικασία, ο Νίκος Λίλλης, ανέγνωσε τις καταθέσεις που έδωσε στην Αστυνομία από τις αρχές Σεπτεμβρίου και μέχρι το τέλος του 2013, στις οποίες αναφέρθηκε λεπτομερώς στα γεγονότα που οδήγησαν στο σκάνδαλο της Δρομολαξιάς.

Ο μάρτυρας αναφέρθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου, με λεπτομέρειες, στην αγορά του τεμαχίου στην οποία προέβη η εταιρεία του, η Wadnic Trading Ltd, από τον Τουρκοκύπριο Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίος κατείχε κυπριακή ταυτότητα και, σύμφωνα με τα στοιχεία που είχαν παρουσιαστεί από τον εργοδότη του Χαράλαμπο Λιοτατή, που ήταν ο μεσολαβητής για την αγοραπωλησία, διέμενε στις ελεύθερες περιοχές και μπορούσε να πωλήσει το ακίνητο του. Πρόσθεσε ότι τον Απρίλιο του 2007 επισημοποιήθηκε η συμφωνία πώλησης του ακινήτου για να ακολουθήσει η μεταφορά του τεμαχίου στο όνομα του Νίκου Λίλλη.

Ο μάρτυρας ανέφερε ακόμα ότι αρχικά είχε την εντύπωση ότι ο Μουσταφά διέμενε στις ελεύθερες περιοχές, αλλά προέκυψαν ορισμένα προβλήματα με αποτέλεσμα να αντιληφθεί ότι «κάτι δεν πάει καλά και δεν προχωρούσε η διαδικασία». Ζήτησε εξηγήσεις για την καθυστέρηση από το Χαράλαμπο Λιοτατή ο οποίος «μασούσε τα λόγια του και μου είπε ότι ξεκίνησαν άλλες ενέργειες και δυστυχώς μπήκαμε σε διαδικασία για να αποδείξουμε ότι ο Μουσταφά διέμενε στις ελεύθερες περιοχές.

Ο κ. Λίλλης συζήτησε το θέμα με τους συνεταίρους του στην εταιρεία και ένας από αυτούς μίλησε με τους Βενιζέλο Ζαννέττου και Χρήστο Αλέκου, οι οποίοι τού ανέφεραν πως ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν στη διαδικασία «αρκεί να είμαστε εντάξει μαζί τους, κάνοντας μια γενναιόδωρη εισφορά».

Ακολούθως ο μάρτυρας είπε πως συναντήθηκε με τον Αντώνη Ιωακείμ, (έβδομο κατηγορούμενο) με τον οποίο είχε αδελφικές και οικογενειακές σχέσεις και εξέφρασε επιθυμία να βοηθήσει την υπόθεση συναντώντας τον Πάμπη Κυρίτση και τον Χρήστο Αλέκου, δεδομένου όπως ανέφερε ότι έχει επιρροή στο κόμμα (στο ΑΚΕΛ). Μετά τη συνάντηση, ο Ιωακείμ τού ανέφερε πως μπορούσε να γίνει η μεταβίβαση του ακινήτου, τού υπενθύμισε δημόσιες δηλώσεις του για οικονομική εξυγίανση της ΑΛΚΗΣ με την εξόφληση παλαιών χρεών του σωματείου.

Ο Ιωακείμ ανέφερε ακόμα στο Λίλλη ότι «δημιουργήθηκαν χρέη ενός εκατομμυρίου ευρώ από στελέχη και φίλους του ΑΚΕΛ που έχουν σημαντικές πολιτειακές θέσεις, ότι εναντίον ορισμένων ατόμων εκκρεμούσαν ακόμα και φυλακιστήρια και πως ακόμα και απλός κόσμος έκανε δάνεια για να βοηθηθεί η ΑΛΚΗ».

Ο Νίκος Λίλλης είπε ακόμα ότι ήταν σημαντικό να αγοραστεί το συγκεκριμένο ακίνητο, που ήταν «απέναντι από το αεροδρόμιο Λάρνακας, ήταν δηλαδή αυτό που λέμε φιλέτο και για τη μελλοντική αξιοποίηση του». Πρόσθεσε ακόμα ότι είχε συνάντηση στα γραφεία της Επαρχιακής Επιτροπής του ΑΚΕΛ, όπου ερωτήθηκε εάν ήταν πρόθυμος να εξοφλήσει χρέη της ΑΛΚΗΣ και απάντησε θετικά.

Απαντώντας σε ερωτήσεις της Κατηγορούσας Αρχής, ο μάρτυρας είπε πως πήγε να δει στο Προεδρικό Μέγαρο το Βάσο Γεωργίου, Διευθυντή τότε της ΚΥΠ, τού ανέφερε τα προβλήματα που υπήρχαν, τον παρακάλεσε να βοηθήσει «για να περάσει το ακίνητο στα χέρια μου». Μετά την πάροδο λίγου καιρού, ο Βάσος Γεωργίου τον ενημέρωσε ότι η 1η έκθεση της ΚΥΠ για το τεμάχιο ήταν αρνητική, αφού οι δύο αστυνομικοί που ασχολήθηκαν με την υπόθεση και συνέταξαν το έγγραφο, ο Ελευθέριος Μούσκος και ο Κώστας Μιαμηλιώτης, ανέφεραν πως ο Μουσταφά Κεμάλ δεν διέμενε στις ελεύθερες περιοχές.

Οι δύο αστυνομικοί, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα του μάρτυρα κατηγορίας, τού υποσχέθηκαν να κάνουν ό,τι μπορούσαν για την υπόθεση, ενώ ο Ελευθέριος Μούσκος τού είπε ότι «δεν μπορούμε να κάνουμε όργια πρέπει να κινηθούμε στο πλαίσιο του νόμου, αλλά θα σε βοηθήσουμε».

Πράγματι 2η έκθεση ήταν όπως του είπαν «σιδεροτζιέφαλη» και να μην ανησυχεί, ενώ στη συνέχεια ενημερώθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών ότι το ακίνητο είχε μεταβιβαστεί στο όνομα του.

Ενάμιση χρόνο μετά, συνέχισε ο Νίκος Λίλλης, συναντήθηκε με τον Ελευθέριο Μούσκο, ο οποίος τον ενημέρωσε πως χρειαζόταν τη βοήθεια του για να βοηθήσει τον Κώστα Μιαμηλιώτη, που είχε προβλήματα με τον τζόγο. Όπως του είπε, «ο Μιαμηλιώτης λόγω της δουλειάς του στην ΚΥΠ είχε επαφές με Τ/κ αστυνομικούς και είχε αρχίσει να ασχολείται με καζίνο και άλλου είδους στοιχήματα και ότι ήταν επικίνδυνα τα πράγματα». Αφού ο Νίκος Λίλλης εξέφρασε προθυμία να βοηθήσει, διευθετήθηκε συνάντηση με τους δύο αστυνομικούς, όπου τους παρέδωσε επιταγή ύψους 10 χιλιάδων ευρώ και τους είπε πως με την προκαταβολή που θα έπαιρνε από τη CYTA, από την επένδυση στο τεμάχιο της Δρομολαξιάς, θα έδινε δεύτερη επιταγή ύψους 40 χιλιάδων ευρώ.

Ωστόσο, όταν πέρσι το καλοκαίρι άρχισε να λαμβάνει δημοσιότητα το θέμα της Δρομολαξιάς και διατάχθηκε εσωτερική έρευνα στην ΚΥΠ, οι Μούσκος και Μιαμηλιώτης ανησυχούσαν για τη δουλειά τους, οπότε ετοιμάστηκαν έγγραφα που δικαιολογούσαν τις δύο επιταγές.

Συνεχίζοντας την κατάθεση του, ο Νίκος Λίλλης είπε πως είχε παραχωρήσει στον Αντώνη Ιωακείμ το 25% της εταιρείας του της Clarisano, που κατείχε το 100% των μετοχών της εταιρείας Wadnic Trading Ltd, γιατί όπως του εξήγησε το ΑΚΕΛ εμπιστευόταν μόνο εκείνον για να βεβαιωθεί ότι θα τηρείτο η συμφωνία μεταξύ Λίλλη και ΑΚΕΛ για εξόφληση δανείων της ΑΛΚΗΣ.

Αναφερόμενος στη συνάντηση του με τον Στάθη Κιττή, ο μάρτυρας κατηγορίας είπε πως αυτή έγινε το 2009 και ακολούθησαν συναντήσεις τους σε διάφορες καφετέριες σε Λευκωσία και Λάρνακα.

Σε μια από τις συναντήσεις αυτές ο Κιττής τού ανέφερε ότι το Ταμείο Συντάξεων της CYTA έκανε διάφορες επενδύσεις και ότι το έργο του στη Δρομολαξιά ήταν ιδανικό για επένδυση και θα μπορούσε να έχει «αίσιο τέλος». Αρχές Δεκεμβρίου 2009, συνέχισε ο μάρτυρας, ο Κιττής τού ανέφερε πως θα χρειαζόταν κάποια χρήματα και του ζήτησε 100 χιλιάδες ευρώ σαν 1η δόση πριν ακόμα πάρει ο ίδιος ο Λίλλης την προκαταβολή από τη συμφωνία της CYTA για το έργο στη Δρομολαξιά.

Σε καφετέρια στη Λευκωσία, ο Κιττής πήρε φάκελο με 100 χιλιάδες ευρώ, στο γραφείο του Λίλλη στη Λάρνακα πήρε δεύτερο φάκελο με άλλες 100 χιλιάδες, ενώ σε τρίτη συνάντηση τους πήρε επιταγή ύψους 100 χιλιάδων ευρώ. Συνολικά, ο Κιττής πήρε από τον Νίκο Λίλλη -όπως κατέθεσε ο ίδιος -ποσό ύψους 300 χιλιάδων ευρώ προκειμένου να πείσει το Δ.Σ. της CYTA να επενδύσει στο έργο της Δρομολαξιάς.

Στη κατάθεση του ο Νίκος Λίλλης είπε ακόμα ότι τον Ιούλιο του 2010 ξεκαθαρίστηκε η συμφωνία με τη CYTA για αγορά του έργου στη Δρομολαξιά για το ποσό των 20 περίπου εκατομμυρίων ευρώ. Απαντώντας σε ερωτήσεις της Κατηγορούσας Αρχής, ο μάρτυρας είπε πως η κοστολόγηση έγινε σύμφωνα με την αξία του τετραγωνικού μέτρου, δηλαδή 3 χιλιάδες ευρώ, ενώ συνυπολόγισε και άλλα έξοδα όπως των εργολάβων, της γης, 1 εκατομμύριο για να εξοφληθούν παλιά χρέη της ΑΛΚΗΣ , οι 300 χιλιάδες ευρώ του Στάθη Κιττή και ένα δάνειο στη ΣΠΕ Κιτίου.

Σε ερωτήσεις της Κ. Α, ο μάρτυρας αναφέρθηκε στο ιστορικό της σύλληψης του, στο γεγονός ότι ενώ τελούσε υπό κράτηση δεν έδωσε κατάθεση στην αστυνομία, αφού όπως είπε «δεν είχα εμπιστοσύνη στη διαδικασία γιατί ένοιωθα ότι αυτή η υπόθεση μύριζε κάτι, υπήρχε μεγάλη αντίδραση από τον κόσμο και μεγάλη κάλυψη από τα ΜΜΕ. Στη συνέχεια, απέκτησα εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη από τη συμπεριφορά των ανακριτών”, οι οποίοι του απέδειξαν ότι “δεν τους ενδιέφερε από κανένα πολιτικό πρόσωπο που ήταν αναμεμιγμένο στην υπόθεση και ότι ήθελαν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους και να αποδοθεί δικαιοσύνη» είπε ο Νίκος Λίλλης.

Σε άλλες ερωτήσεις, ο μάρτυρας απάντησε πως μετά την υπογραφή της συμφωνίας για την αγοραπωλησία του τεμαχίου στη Δρομολαξιά, ο Βενιζέλος Ζαννέττος του ζήτησε επίμονα να εξοφλήσει τα δάνεια της ΑΛΚΗΣ, δίνοντας του μάλιστα και «μία λίστα» με διάφορες ΣΠΕ στις οποίες έγιναν δάνεια. Αναφέρθηκε επίσης σε δύο επιταγές ύψους 350 χιλιάδων για δάνεια στην Τράπεζα Κύπρου και 234 χιλιάδων ευρώ για δάνεια σε διάφορες ΣΠΕ, λέγοντας μάλιστα πως «δεν γνώριζα ότι οι δύο επιταγές κατέληξαν στα ταμεία της Επαρχιακής Επιτροπής του ΑΚΕΛ Λάρνακας.

Με έκπληξη διαπίστωσα ότι το δάνειο της ΑΛΚΗΣ δεν πληρώθηκε και ακόμα και σήμερα το οίκημα του Σωματείου είναι υποθηκευμένο στην τράπεζα», είπε, προσθέτοντας πως «δεν είχα ενημέρωση για τα πραγματικά δάνεια που έγιναν για την ΑΛΚΗ ούτε και ποια δάνεια εξοφλήθηκαν με τις επιταγές που έδωσα. Δεν μπορείς να δίνεις ένα εκατομμύριο ευρώ και το Σωματείο της ΑΛΚΗΣ, της ομάδας σου να μην εξοφλείται», είπε και ανέφερε πως μετά το σάλο που δημιουργήθηκε για το θέμα κατέστρεψε τη λίστα με τα δάνεια που του έδωσε ο Βενιζέλος Ζαννέττος.

Πρόσθεσε ακόμα ότι «σε όποια συνάντηση είχα με τον Βενιζέλο Ζαννέττο και την Επαρχιακή Επιτροπή του ΑΚΕΛ Λάρνακας ήταν το κύριο θέμα και συνεχόμενη απαίτηση, δηλαδή να εξοφληθούν τα δάνεια που έγιναν για την ΑΛΚΗ, δεδομένου ότι ήταν και δική μου δέσμευση. Μόλις πήρα προκαταβολή από τη CYTA, ο Βενιζέλος Ζαννέττος ήταν επιτακτικός στο να πληρώσω τα δάνεια αμέσως», ανέφερε.

Ο Νίκος Λίλλης αναγνώρισε αντίγραφα επιταγών που εξέδωσε η εταιρεία του με υπογραφή του ιδίου για διάφορα ποσά και διάφορους παραλήπτες. Μεταξύ αυτών, επιταγή ύψους 25 χιλιάδων ευρώ στη ΣΠΕ Λειβαδιών, 30 χιλιάδων στη ΣΠΕ Ορμήδειας, 200 χιλιάδων στην ΣΤΕΚ, 120 χιλιάδων στη ΣΠΕ Συνεργασίας και τρεις επιταγές, 100, 200 και 50 χιλιάδων ευρώ προς την Τράπεζα Κύπρου. Ειδικά μάλιστα για τη ΣΠΕ Συνεργασίας, είπε πως κανονικά θα έπρεπε να δοθεί το ποσό των 200 χιλιάδων αλλά έδωσε επιταγή 120 χιλιάδων και οι υπόλοιπες 80 χιλιάδες ευρώ δόθηκαν υπό μορφή διαφήμισης της ΑΛΚΗΣ.

Η ακροαματική διαδικασία θα συνεχιστεί τη Δευτέρα στις εννέα το πρωί με αντεξέταση του μάρτυρα από τον Γιώργο Παπαϊωάννου, συνήγορο υπεράσπισης του Στάθη Κιττή.