Στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, ο σεβασμός της διαφορετικότητας, η ανεκτικότητα, η καταπολέμηση του ρατσισμού και των διακρίσεων και η εξασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλα τα μέλη της κοινωνίας πρέπει να παραμείνουν κεντρικοί και μόνιμοι στόχοι του κράτους, σημειώνει η Αρχή Κατά των Διακρίσεων σε ενημερωτικό δελτίο που εξέδωσε επί των παρατηρήσεων και συμπερασμάτων της Επιτροπής του ΟΗΕ για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων (CERD) για την Κύπρο.
Στο ενημερωτικό της Δελτίο η Αρχή Κατά των Διακρίσεων, αφού αναφέρει ότι έχει μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τις Συμπερασματικές Παρατηρήσεις (Concluding Observations) της Επιτροπής του ΟΗΕ για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων (CERD), που υιοθετήθηκαν στην 23η Σύνοδό της (12-30 Αυγούστου 2013), προσθέτει ότι κρίνει σκόπιμο να τονίσει πως σε κάθε παράγραφο και σε κάθε ενότητά τους αναδεικνύεται η ανάγκη αντιμετώπισης από τις αρμόδιες, κυρίως, κρατικές Αρχές των διακρίσεων και του επικίνδυνου φαινομένου του ρατσισμού στη χώρα μας.
Η Αρχή παρατηρεί ότι η CERD αναγνωρίζει και χαιρετίζει τις θετικές εξελίξεις που μεσολάβησαν από την υποβολή της προηγούμενης Περιοδικής της Έκθεσης, το 2001, ιδίως σε νομοθετικό επίπεδο, με την υιοθέτηση σημαντικών νομοθεσιών και εγκαθίδρυση θεσμών που αφορούν στην προώθηση της αρχής της ισότητας, επισημαίνει ότι η απαγόρευση των διακρίσεων υπολείπεται συνοχής και αποτελεσματικής εφαρμογής και υπογραμμίζει, την ανάγκη για άμεση προώθηση και υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την ένταξη των μεταναστών, ως μέτρο καταπολέμησης των διακρίσεων που υφίστανται οι πολίτες τρίτων χωρών που ζουν στην Κύπρο.
Σύμφωνα με την Αρχή, η CERD εστιάζει στη μη διαδεδομένη χρήση των νομοθεσιών που αφορούν στην καταπολέμηση των διακρίσεων στις δικαστικές διαδικασίες, στη διατήρηση νομοθετικών προνοιών ή πολιτικών, οι οποίες επιβιώνουν πρακτικές διακρίσεων, στον πολύ μικρό αριθμό καταγγελιών που σχετίζονται με διακρίσεις και ρατσισμό, σε συνδυασμό με την έλλειψη επαρκών στατιστικών στοιχείων και πληροφοριών.
Περαιτέρω η CERD επισημαίνει την αύξηση των περιστατικών ρατσιστικής βίας, φυσικής ή λεκτικής από ακροδεξιές εξτρεμιστικές και νέο-Ναζιστικές ομάδες εναντίον μεταναστών, υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και Τουρκοκυπρίων, και την προώθηση της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού μέσω του δημόσιου λόγου που χρησιμοποιείται από ορισμένα πολιτικά πρόσωπα ή ΜΜΕ.
Σύμφωνα με την Αρχή, η Επιτροπή του ΟΗΕ αναφέρεται σε αποστέρηση της δυνατότητας στα μέλη των θρησκευτικών ομάδων που αναγνωρίζονται από το Σύνταγμα να ασκήσουν όλο το φάσμα των πολιτικών τους δικαιωμάτων και το δικαίωμά τους σε αυτοπροσδιορισμό, σε διακρίσεις που βιώνουν τα μέλη της Ρομά κοινότητας στην πρόσβασή τους στην εκπαίδευση, εργασία και συνθήκες διαβίωσης και σε αναποτελεσματική προστασία των αιτητών ασύλου από τον κίνδυνο επαναπροώθησης και η μη ισότιμη πρόσβασή τους στην εργασία και την κοινωνική πρόνοια.
Η Επιτροπή του ΟΗΕ κάνει επίσης λόγο σε ενδεχόμενη διάκριση εις βάρος ομάδων συγκεκριμένης μεταναστευτικής προέλευσης σε ό,τι αφορά τη δυνατότητά τους για απόκτηση της κυπριακής ιθαγένειας και σε ενίσχυση των ρατσιστικών συμπεριφορών και στερεοτύπων έναντι των μεταναστών, εξαιτίας και της οικονομικής κρίσης.
Σημειώνει την απουσία συγκεντρωτικών στοιχείων σε σχέση με τον πληθυσμό των υπηκόων τρίτων χωρών που ζουν στην Κύπρο και την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση την κατάσταση που καθιστά ευάλωτες σε εκμετάλλευση τις οικιακές εργαζόμενες και την εμφάνιση ρατσιστικών επεισοδίων στο σχολικό χώρο.
Σύμφωνα με την Αρχή, η CERD χαιρετίζει το έργο συνολικά της Αρχής Κατά των Διακρίσεων και καλεί το κράτος να εγγυηθεί την πλήρη εργασιακή ανεξαρτησία και οικονομική αυτονομία του Γραφείου Επιτρόπου Διοικήσεως, που θα του επιτρέπουν να αναγνωριστεί ως Εθνικός Οργανισμός Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με τα σχετικά πρότυπα και αρχές του ΟΗΕ .
Καταλήγοντας η Αρχή αναφέρει ότι οι επισημάνσεις και παρατηρήσεις της CERD συνιστούν ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια των αρμόδιων κυπριακών Αρχών, που πρέπει να κατευθύνει την πολιτική και τη δράση τους.