Συνεχίστηκε σήμερα η επί της ουσίας εξέταση της έφεσης, που έχει καταχωρηθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ενάντια στην πρωτόδικη απόφαση του Κακουργιοδικείου, για τη φονική έκρηξη στο Μαρί, με την αγόρευση του δικηγόρου του εφεσείοντος, πρώην Διευθυντή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Αντρέα Νικολάου.
Κατά της χθεσινής διαδικασίας αγόρευσαν ο δικηγόρος Ευστάθιος Ευσταθίου για λογαριασμό του εφεσείοντα πρώην Υπουργού Άμυνας Κώστα Παπακώστα, αλλά και για λογαριασμό του εφεσείοντα πρώην Υποδιευθυντή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Χαράλαμπου Χαραλάμπους, και ο δικηγόρος Θανάσης Κορφιώτης, εκπροσωπώντας τον εφεσείοντα πρώην Διοικητή της ΕΜΑΚ Αντρέα Λοϊζίδη.
Υπενθυμίζεται ότι στην πρωτόδικη του απόφαση το Κακουργιοδικείο έκρινε ένοχους τους Κώστα Παπακώστα στην κατηγορία της ανθρωποκτονίας και της πρόκλησης θανάτου εξ αμελείας και τους πρώην Διευθυντή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Ανδρέα Νικολάου, πρώην Υποδιευθυντή Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Χαράλαμπο Χαραλάμπους και πρώην Διοικητή της ΕΜΑΚ Αντρέα Λοϊζίδη για την κατηγορία της πρόκλησης θανάτου εξ αμελείας.
Επίσης, υπενθυμίζεται ότι όλοι οι καταδικασθέντες εφεσίβαλαν την πρωτόδικη απόφαση του Κακουργιοδικείου τόσο σε ό,τι αφορά την απόφαση καταδίκης όσο και σε ό,τι αφορά το μέγεθος της επιβληθείσας ποινής.
Από την πλευρά της η Γενική Εισαγγελία της Δημοκρατίας εφεσίβαλε την απόφαση του Κακουργιοδικείου, για την αθώωση του πρώην Υπουργού Εξωτερικών Μάρκου Κυπριανού στην κατηγορία για πρόκληση θανάτου από αλόγιστη, απερίσκεπτη πράξη ή παράλειψη, την αθώωση του Χαράλαμπου Χαραλάμπους και Ανδρέα Λοϊζίδη σε σχέση με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας, γιατί δεν έδωσαν οδηγίες για εκκένωση της ναυτικής βάσης στις 11 Ιουλίου 2011 και τέλος σε σχέση με το μέγεθος των ποινών των Ανδρέα Λοϊζίδη, Χαράλαμπου Χαραλάμπους και Ανδρέα Νικολάου.
Κατά τη σημερινή ακρόαση ο δικηγόρος του εφεσείοντος Αντρέα Νικολάου, Αντρέας Πελεκάνος επικεντρώθηκε σε τρία σημεία τα οποία – όπως είπε – θεώρησε καθοριστικά, ώστε το δικαστήριο να μπορέσει να κατανοήσει καλύτερα τα επιχειρήματα και τους λόγους έφεσης του πελάτη του.
Είπε πως δεν προτίθεται να αμφισβητήσει τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, ωστόσο, πρόσθεσε χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συμφωνεί και με τα συγκεκριμένα ευρήματα.
Σε ό,τι αφορά το θέμα που ανέπτυξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο ως προς το τι θα έπρεπε να πράξει ο πελάτης του κατά τις 6 και 7 Ιουλίου του 2011, ο κ. Πελεκάνος είπε πως είναι ξεκάθαρο ότι κανένας πυροσβέστης, ο οποίος κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου είτε ως μάρτυρας κατηγορίας, είτε ως μάρτυρας υπεράσπισης, αλλά και οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι δεν είχαν και δεν ανέφεραν μια κοινή γραμμή ως προς τον τρόπο που θα έπρεπε να ενεργήσει η Πυροσβεστική Υπηρεσία κατά τις συγκεκριμένες ημερομηνίες.
«Όλοι ουσιαστικά», είπε, «έδωσαν τη δική τους εκδοχή, η οποία ως διαφαίνεται από κάποιον τρίτο αντικειμενικό παρατηρητή, αφορά την κρίση και τον τρόπο εξάσκησης της διακριτικής ευχέρειας του κάθε ενός εξ αυτών».
Όπως υποστηρίζει ο κ. Πελεκάνος στην έφεσή του «από το σύνολο της μαρτυρίας δεν καταγράφεται ούτε και υπάρχει επί της ουσίας μαρτυρία και ουδέποτε τέθηκε οτιδήποτε σε σχέση με τον τρόπο που όφειλε να ενημερώσει ο εφεσείοντας τα μέλη της Πυροσβεστικής», για να προσθέσει ότι «ούτε και είναι ξεκάθαρο κατά πόσο όφειλε ο ίδιος προσωπικά να ενημερώσει ή ο ίδιος προσωπικά να επινοήσει σχέδιο δράσης».
Ο δικηγόρος του Αντρέα Νικολάου συνέχισε λέγοντας πως η Κατηγορούσα Αρχή σε καμιά περίπτωση δεν ήταν ξεκάθαρη ως προς το τί καταλόγιζε στον εφεσείοντα, εκφράζοντας παράλληλα την πεποίθηση ότι ούτε και το Πρωτόδικο Δικαστήριο καθόρισε με ευκρίνεια ποια ή ποιες επακριβώς ήταν οι πράξεις και οι παραλείψεις του πελάτη του, οι οποίες κρίθηκαν αξιόποινες.
Όσον αφορά την έννοια του σχεδίου δράσης, όπως αυτή καταγράφεται στην πρωτόδική απόφαση, ο κ. Πελεκάνος είπε πως αυτή δεν καθορίζεται και δεν καταγράφεται σε κάποιο κανονισμό ή άλλο έγγραφο της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, ενώ πρόσθεσε πως δεν υπάρχει καμιά νομοθετική πρόνοια, η οποία να επιβάλλει συγκεκριμένο και εξειδικευμένο καθήκον.
«Η σημασία του συγκεκριμένου γεγονότος αφορά στο γεγονός ότι ο κάθε πυροσβέστης προσεγγίζει το θέμα με διαφορετικό φακό, εφαρμόζοντας στην ουσία τη δική του διακριτική ευχέρεια σε σχέση με τα υπηρεσιακά θέματα, πρακτική η οποία είναι παντελώς λανθασμένη, αφού οι οποιεσδήποτε ενέργειες καταγράφονται στις σημειώσεις πυροσβεστολογίας, οι οποίες είχαν ετοιμαστεί με οδηγίες του εφεσείοντα, οδηγίες οι οποίες ουσιαστικά καταδεικνύουν ότι τα γενικά και αόριστα τα οποία καταλογίζει η Κατηγορούσα Αρχή στον εφεσείοντα δεν ευσταθούν», ανέφερε ο κ. Πελεκάνος.
Συνέχισε υποστηρίζοντας ότι «η Κατηγορούσα Αρχή παρέλειψε και απέτυχε ουσιαστικά να αποδείξει ποία ήταν η αμέλεια του εφεσείοντα όπως είχε υποχρέωση να πράξει», συμπληρώνοντας πως «είχε την υποχρέωση να είναι ξεκάθαρη και σαφής ως προς το τι καταλόγισε στον εφεσείοντα, ενώ όφειλε να υποδείξει ποιες ήταν οι πράξεις του εφεσείοντα, οι οποίες συνιστούσαν αμέλεια».
Ως εκ τούτου, είπε πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο «αποφάσισε την ενοχή του εφεσείοντα, υπολογίζοντας το στοιχείο της αμέλειας συμπερασματικά και/ή υποθετικά».
Αναφερόμενος στη γνώση του κινδύνου της έκρηξης, ο κ. Πελεκάνος υποστήριξε στο δικαστήριο ότι ο πελάτης του «δεν είχε την ευθύνη για τη φύλαξη του φορτίου, δεν είχε καμιά ενημέρωση ούτε και εμπλοκή από το 2009 μέχρι τις 5 Ιουλίου του 2011 και ότι η κατ’ ισχυρισμό ευθύνη που του καταλογίζεται δεν ήταν πρωτογενής, αφού δεν είναι ο ίδιος που διατηρούσε την επικίνδυνη κατάσταση».
Επίσης, είπε πως οι ενέργειες και οι παραλείψεις, οι οποίες προηγήθησαν αλλά και ακολούθησαν της δικής του μεμονωμένης και περιορισμένης εμπλοκής, όχι μόνο διέκοψαν τον οποιοδήποτε ισχυρισμό περί αιτιώδη συνδέσμου, αλλά περίτρανα καταδεικνύουν ότι σε καμιά περίπτωση η κατά ισχυρισμό παράλειψη του εφεσείοντα δεν θα μπορούσε να παραμείνει ως ενεργός και ουσιαστική αιτία.
Η λειτουργός της Νομικής Υπηρεσίας Κρίστια Κυθραιώτου ανέπτυξε νομικά τα γεγονότα που αφορούσαν την 6η και 7η Ιουλίου του 2011, λέγοντας πως ο πρώην Υπουργός Άμυνας Κώστας Παπακώστας είχε πλήρη την εικόνα του κινδύνου θανάτου τις δύο συγκεκριμένες ημέρες.
Ανέφερε πως οι θέσεις της άλλης πλευράς περί λανθασμένης αντίληψης ότι η πυρίτιδα καίγεται και δεν εκρήγνυται δεν είναι αυτό που οδήγησε την Κατηγορούσα Αρχή στις θέσεις της.
«Η αντίληψη κίνδυνου θανάτου προερχόταν από την εξάπλωση της πυρκαγιάς και όχι από μια πιθανή έκρηξη», είπε η κ. Κυθραιώτου, εξηγώντας ότι είναι αλλιώς να αντιλαμβάνεσαι τον κίνδυνο από πυρκαγιά που εξαπλώνεται και αλλιώς είναι να αντιλαμβάνεσαι τον κίνδυνο της έκρηξης.
Επίσης, είπε πως τα αίτια της έκρηξης ήταν κοινώς αποδεκτά και διευκρίνισε ότι η αιτιώδης συνάφεια έπαιξε σημαντικό ρόλο. Ανέφερε πως η θέση του συνηγόρου Ευστάθιου Ευσταθίου για την έκρηξη είναι παντελώς λανθασμένη, εξηγώντας πως η πυρκαγιά ξεκίνησε από το διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο.
Η διαδικασία θα συνεχιστεί την ερχόμενη Δευτέρα, στις 10:00, με τη συνέχιση της αγόρευσης της εκπροσώπου της Νομικής Υπηρεσίας, Πωλίνας Ευθυβούλου.
Σε ό,τι αφορά την έφεση που άσκησε η Γενική Εισαγγελία, για την αθώωση από το Κακουργιοδικείο του πρώην Υπουργού Εξωτερικών Μάρκου Κυπριανού στην κατηγορία για πρόκληση θανάτου από αλόγιστη, απερίσκεπτη πράξη ή παράλειψη, αυτή θα εξεταστεί τη Δευτέρα