Η συγκίνηση του Μάικλ Ντάγκλας και η “αιώνια πόλη” κέρδισαν τη σημερινή “παράσταση” στο διαγωνιστικό τμήμα του 66ου κινηματογραφικού φεστιβάλ των Κανών, όπου προβλήθηκαν οι ταινίες “Πίσω από τα κηροπήγια” (Behind the Candelabras) του Στίβεν Σόντερμπεργκ και “La Grande Bellezza” του Πάολο Σορεντίνο.
Οι δύο σκηνοθέτες έχουν ξαναβραβευτεί στις Κάνες, ο πρώτος με το Μέγα Βραβείο της Επιτροπής για την ταινία του Il divo (2008) και ο δεύτερος με το Χρυσό Φοίνικα για την ταινία του “Σεξ, ψέματα και βίντεο ταινίες” (1989).
Η ταινία του Στίβεν Σόντερμπεργκ καταπιάνεται με την ομοφυλοφιλική σχέση ανάμεσα στο διάσημο πιανίστα Λιμπεράτσι και το νεαρό Σκοτ Θόρντον (που έγραψε και το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε το σενάριο της ταινίας).
Ο σκηνοθέτης εστιάζει το ενδιαφέρον του στη σχέση ανάμεσα στους δυο άντρες, δημιουργώντας ταυτόχρονα, με πειστικότητα, το κλίμα της εποχής (όταν η ομοφυλοφιλία και το AIDS κρατιόντουσαν μυστικά), και καταφέρνοντας να αποσπάσει εξαιρετικές ερμηνείες από τους δυο πρωταγωνιστές του: τον Μάικλ Ντάγκλας (απολαυστικός στο ρόλο του Λιμπεράτσι, με τα φανταχτερά κοστούμια και τα πολλά δαχτυλίδια στα χέρια) και τον Ματ Ντέιμον (στο ρόλο του νεαρού βοηθού κτηνίατρου ο οποίος ξαφνικά μεταφέρεται σε μια ζωή άνεσης και χλιδής που θα τον οδηγήσει στα ναρκωτικά).
“Ο Στίβεν (Σόντερμπεργκ) μού χάρισε ένα υπέροχο δώρο, την ανάρρωσή μου από τον καρκίνο” ανάφερε συγκινημένος ο Μάικλ Ντάγκλας στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε την προβολή της ταινίας, και στην οποία συμμετείχαν ο Ματ Ντέιμον και ο σκηνοθέτης. Όσο για τη γνωριμία του με τον ίδιο τον Λιμπεράτσι, ο Αμερικανός ηθοποιός αποκάλυψε πως τον γνώρισε μόνο μία φορά, όταν ήταν μόλις 12 χρόνων:
“Στο σπίτι του πατέρα μου. Ο Λιμπεράτσι ήρθε με μια Ρολς Ρόις και βγήκε από αυτήν φορώντας φανταχτερά ρούχα και πολλά δαχτυλίδια στα χέρια και με μαλλιά ανακατεμένα – ένα στιλ που αργότερα θα αντιγράψουν πρόσωπα όπως ο Έλτον Τζον και η Λέιντι Γκάγκα”.
Στη δική του ταινία, ο Πάολο Σορεντίνο φτιάχνει μια τοιχογραφία της σύγχρονης Ρώμης, με επίκεντρο ένα διάσημο δημοσιογράφο-συγγραφέα (στο ρόλο ένας πολύ καλός Τόνι Σερβίλο), ο οποίος περιφέρεται στις δεξιώσεις και τα πάρτι των μελών μιας κουρασμένης, σε αδιέξοδο, ανώτερης τάξης.
Πρόκειται για μια νέα, αρκετά πετυχημένη, εκδοχή της “Ντόλτσε βίτα”, με τον σκηνοθέτη να προσθέτει την ειρωνεία του και το χιούμορ του (μαζί με μια δόση πίκρας) στην αφήγηση.