Ο πρώην Υπουργός Οικονομικών Κίκης Καζαμίας, θεωρεί λανθασμένες και ατυχείς τις εκτιμήσεις του πρώην Υπουργού Οικονομικών Βάσου Σιαρλή, ενώπιον της Ερευνητικής Επιτροπής, ότι δεν έγινε σωστή εκτίμηση της σοβαρότητας του προβλήματος της απομείωσης των ελληνικών χρεογράφων και υπήρχαν ελλείψεις σε τεχνοκρατικό επίπεδο στο Υπουργείο.
Σε διάσκεψη Τύπου στη Λεμεσό, ο Κίκης Καζαμίας εξέφρασε την εκτίμηση πως ο κ. Σιαρλή έκανε τη συγκεκριμένη αναφορά ενώπιον της Ερευνητικής Επιτροπής, “περισσότερο ως μια εκ των υστέρων τοποθέτηση επηρεαζόμενου τραπεζίτη”, ενώ την ίδια ώρα είπε ότι, “επειδή η ερευνητική επιτροπή έχει κληθεί να ερευνήσει το θέμα, ο καθένας από εμάς είναι καλά να καταθέτει τις εμπειρίες του και τις γνώσεις του, αλλά και το τι έπραξε ο καθένας από εμάς την περίοδο που είχαμε την ευθύνη στο Υπουργείο μας. Το να αρχίσουμε τώρα να κάνουμε εκτιμήσεις τι έπρεπε να κάνουν οι προηγούμενοι, κρίνω ότι είναι λίγο παρακινδυνευμένο”.
Ο κ. Καζαμίας είπε πως πρέπει να γίνει, επιτέλους, κατανοητό ότι “η γενεσιουργός αιτία της δημιουργίας του προβλήματος, ήταν η αχαλίνωτη επιθυμία των τραπεζιτών να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, μετατρέποντας σε μεγάλο βαθμό τους οργανισμούς τους, από τράπεζες σε επενδυτικούς οργανισμούς, συγκεντρώνοντας πολύ μεγάλο ρίσκο, αγοράζοντας επικίνδυνα προϊόντα, όπως ήταν τότε τα ελληνικά ομόλογα”.
Στο Υπουργείο Οικονομικών, ανέφερε, με βάση τα στοιχεία που υπήρχαν μέχρι την ημέρα της απόφαση του Eurogroup στις 26 Οκτωβρίου 2011, “ήταν ξεκάθαρο ότι μετά από τρίμηνη αδράνεια μη υλοποίησης της προηγούμενης απόφασης του Eurogroup, ημερομηνίας 21 Ιουλίου 2011, αν δεν επιτυγχανόταν σύντομα συμφωνία απομείωσης του ελληνικού χρέους, τότε το ελληνικό κράτος θα κατάρρεε με άτακτο τρόπο και αμέσως θα οδηγούνταν σε χρεοκοπία οι δυο μεγαλύτερες κυπριακές τράπεζες, λόγω της ευρείας έκθεσης τους στα ελληνικά ομόλογα και στην ελληνική αγορά και ως άμεσο συνεπακόλουθο θα είχαμε και τη χρεοκοπία του κυπριακού κράτους”.
“Ως εκ τούτου, κάτι τέτοιο έπρεπε πάση θυσία να αποφευχθεί και η κυπριακή Κυβέρνηση, με τη σοβαρή και υπεύθυνη στάση της συνέβαλε στην αποφυγή του”, συμπλήρωσε και υπενθύμισε πως, μέχρι την απόφαση του Eurogroup, όσο και αργότερα, ούτε η Λαϊκή Τράπεζα, ούτε η Τράπεζα Κύπρου έκαναν οποιεσδήποτε παραστάσεις στο Υπουργείο για να ενημερώσουν για τις ανησυχίες τους και για την ανάγκη προσπάθειας αποφυγής μιας τέτοιας απόφασης.
Αντίθετα, συνέχισε, τόσο πριν όσο και μετά την κρίσιμη ημερομηνία, η ενημέρωση που δινόταν ήταν πως, η Τράπεζα Κύπρου, έστω και δύσκολα, θα μπορούσε από μόνη της να αντιμετωπίσει το πρόβλημα μέχρι το τέλος Ιουνίου 2012, που έληγε ο χρόνος ανακεφαλαιοποίησης της στα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ η Λαϊκή Τράπεζα εξέφραζε την άποψη ότι θα χρειαζόταν κρατική βοήθεια μονάχα 1,2 με 1,5 δις ευρώ.
Ο κ. Καζαμίας είπε ότι, τόσο πριν όσο και μετά της απόφασης του Eurogroup, “που σε καμία περίπτωση από τη στιγμή που τέθηκε δεν μπορούσε να αποφευχθεί”, καταβλήθηκαν πολλές προσπάθειες και αναζητήθηκαν τρόποι απάμβλυνσης του προβλήματος για τις κυπριακές τράπεζες, υποδεικνύοντας πως όλες οι ενέργειες που έγιναν είναι πολύ καλά γνωστές στον κ.Σιαρλή, που ήταν τότε ανώτατο στέλεχος της Τράπεζας Κύπρου, αλλά και στον επίσης πρώην Υπουργό Οικονομικών Μιχάλη Σαρρή, “που πριν τρεις μέρες κατέθεσε παρόμοιες απόψεις, παρόλο ότι γνωρίζει τα πραγματικά γεγονότα, αφού λίγο αργότερα διετέλεσε πρόεδρος του ΔΣ της Λαϊκής Τράπεζας”.
“Αυτό που εκπλήττει, αλλά ταυτόχρονα μου δημιουργεί ερωτηματικά είναι η επιμέλεια και των δυο (Σιαρλή-Σαρρή), να μην αναφερθούν καθόλου στις εκτιμήσεις τους για τις ενέργειες των τραπεζιτών κατά την υπό κρίση περίοδο”, είπε ο κ. Καζαμίας και διερωτήθηκε ” γιατί και οι δυο, όπως κι ένα σωρό άλλοι ειδήμονες σε εισαγωγικά – και σε αυτούς δεν περιλαμβάνω τους δυο πρώην Υπουργούς – αλλά και πολιτικοί, χρειάστηκαν τόσους μήνες για να εκφέρουν σχετική άποψη και δεν εκφράστηκαν έγκαιρα, αν πραγματικά τα κίνητρα τους είναι αγνά και όχι απλά για να ζητήσουν τα εύσημα της εμπειρογνωμοσύνης τους, αλλά και την εκ των υστέρων σοφία τους”.